Εξι μήνες COVID-19, φόβοι και ελπίδες

Εξι μήνες COVID-19, φόβοι και ελπίδες

4' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ενδεχόμενο ενός δεύτερου κύματος της COVID-19 στοιχειώνει την παγκόσμια κοινότητα, έξι μήνες αφότου ο νέος κορωνοϊός προκάλεσε πρωτόγνωρες αλλαγές στην καθημερινότητά μας, περισσότερους από 415.000 θανάτους και τουλάχιστον 7,2 εκατομμύρια επιβεβαιωμένα κρούσματα. Η ζωή που γνωρίζαμε, μέσα σε αυτό το εξάμηνο, μεταβλήθηκε ραγδαία: Δρακόντεια περιοριστικά μέτρα, κοινωνική αποστασιοποίηση, κλειστά σύνορα, τραγικές απώλειες για τους ηλικιωμένους, η παγκόσμια οικονομία στο χείλος της αβύσσου.

Σήμερα, δυστυχώς, φαντάζει πιο πιθανή από ποτέ η πιθανότητα ενός δεύτερου κύματος COVID-19 που θα ευνοηθεί από τη χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων. Ηδη στο Ιράν, που πλήρωσε εξαιρετικά βαρύ τίμημα, και προχώρησε σε σταδιακή χαλάρωση των μέτρων από τον Απρίλιο, στις αρχές του μήνα καταγράφηκε κατακόρυφη αύξηση των νέων κρουσμάτων και οι Αρχές καλούν τον κόσμο να μην εφησυχάζει γιατί ο «ιός είναι πάντα εδώ». Στις ΗΠΑ, τουλάχιστον 14 Πολιτείες καταγράφουν δραματική αύξηση των κρουσμάτων και των νοσηλειών που οφείλονται στη χαλάρωση των μέτρων, αλλά και στο Σαββατοκύριακο της 25ης Μαΐου όπου σημειώθηκε μεγάλη συνάθροιση ατόμων σε διάφορες εκδηλώσεις.

Εκτός όμως από τον φόβο μιας νέας έξαρσης, οι ειδικοί έκαναν σημαντικές διαπιστώσεις το εξάμηνο της πανδημίας, ανάμεσα στις οποίες ότι ήμασταν εντελώς ανέτοιμοι για τη μεγάλη υγειονομική πρόκληση. «Αυτή η πανδημία ήταν πολύ χειρότερη από οτιδήποτε είχαμε προβλέψει» επισημαίνει ο Μάρτιν Χίμπερτ, καθηγητής Αναδυόμενων Λοιμωδών Νόσων στη Σχολή Υγιεινής και Τροπικών Ασθενειών του Λονδίνου. «Εχει θνησιμότητα 1%, είναι πολύ μεταδοτική, χαρακτηριστικά που θεωρούσαμε απίθανα για τον νέο λοιμώδη παράγοντα που αναμέναμε». Την άποψη αυτή συμμερίζεται και ο καθηγητής Δημόσιας Υγείας του πανεπιστημίου Ιμπίριαλ, Ντέιβιντ Ναμπάρο, ειδικός απεσταλμένος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την COVID-19. «Οταν εμφανίστηκε πιστέψαμε ότι επρόκειτο για μία απλή αναπνευστική λοίμωξη, που προσέβαλε το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα. Τώρα είναι σαφές ότι αυτή η εκτίμηση είναι εσφαλμένη. Ο νέος κορωνοϊός προκαλεί ασθένεια στα ιγμόρεια, επηρεάζει το ενδοθήλιο των αιμοφόρων αγγείων πυροδοτώντας τη δημιουργία θρόμβων. Επίσης συνδέεται με καταλυτική κόπωση, νεφρικές βλάβες και καρδιακές προσβολές, ακόμα και σε σχετικά νέους ασθενείς. Σίγουρα είναι μία νόσος που δεν επιτρέπεται να υποεκτιμήσουμε».

Ο Μαρκ Γουλχάουζ, καθηγητής επιδημιολογίας λοιμωδών νοσημάτων του πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, τονίζει ότι «το πιο σημαντικό μάθημα που λάβαμε από την COVID-19, το περασμένο εξάμηνο, είναι ότι οφείλουμε να μάθουμε να συμβιώνουμε μαζί της, για πολύ μεγάλο διάστημα ακόμα. Είναι επιτακτική η αναζήτηση τρόπων ελέγχου της εξάπλωσής της, χωρίς την επιβολή λόκνταουν, που προκαλούν βαθιά οικονομικά και ψυχικά τραύματα. Αυτό δεν θα είναι καθόλου εύκολο, όπως μάθαμε».

«Είναι μία ασθένεια που συνδέεται άρρηκτα με το γήρας» επισημαίνει ο Γούλχαουζ. «Ο κίνδυνος να πεθάνει ένας 75χρονος από COVID-19 είναι περίπου 10.000 φορές μεγαλύτερος από αυτόν που διατρέχει ένας 15χρονος. Αυτό καθιστά αναγκαία την προστασία των ηλικιωμένων. Πρωτίστως, λοιπόν, οφείλουμε μεριμνήσουμε για αυτούς δημιουργώντας πρωτόκολλα βιο-ασφάλειας, ώστε να παραμένουν ασφαλείς τόσο στους οίκους ευγηρίας όσο και στο σπίτι».

H ανοσία

Ενα άλλο θέμα που προκαλεί πονοκέφαλο στους επιστήμονες είναι η ανοσία που αποκτούν όσοι προσβλήθηκαν από τον κορωνοϊό. Οπως επισημαίνει ο καθηγητής Χίμπερτ, «συγκρατημένες εκτιμήσεις υποδεικνύουν ότι τα αντισώματα μπορεί να δρουν προστατευτικά επί μερικούς μήνες μέχρι δύο χρόνια. Είναι αναγκαίο να μάθουμε τη διάρκεια της ανοσίας γιατί επηρεάζει τη μετάδοση της νόσου στην κοινωνία». Οσο πιο μακρόβια είναι η ανοσία τόσο θα επιβραδύνεται η μετάδοση της νόσου. Γι’ αυτόν τον λόγο οι ερευνητές μελετούν τις συγκεντρώσεις αντισωμάτων στους πρώην ασθενείς. 

Πληθώρα αναπάντητων ερωτημάτων για τη νόσο που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός βασανίζουν τους επιστήμονες. «Είναι σαφές ότι η COVID-19 δεν είναι μία απλή αναπνευστική λοίμωξη. Σε κάποιους αρρώστους προκαλεί π.χ. θρόμβους, που επιδεινώνονται ανάλογα με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων. Αγνοούμε αν πρέπει να τους χορηγήσουμε αντιπηκτικά κατά την έναρξη της νοσηλείας για να αποτρέψουμε τον σχηματισμό τους. Ούτε βέβαια γνωρίζουμε για πόσο πρέπει να συνεχίσουμε την αγωγή», επισημαίνει ο Τομ Ουίνκφιλντ, της Σχολής Δημόσιας Υγείας και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου. «Είναι σημαντικό ότι διαρκώς συγκεντρώνουμε περισσότερα δεδομένα, από αιματολογικές εξετάσεις, τα επίπεδα οξυγόνου, τον αναπνευστικό ρυθμό και ελπίζουμε ότι θα μας βοηθήσουν να προβλέψουμε ποιος ασθενής θα αντιδράσει δυσμενέστερα στη λοίμωξη και ποιος θα πρέπει να λάβει τις πιο επιθετικές θεραπείες που διαθέτουμε. Τους επόμενους έξι μήνες θα διαθέτουμε πολύ περισσότερες πληροφορίες».

Στο απώτερο μέλλον θα βρεθεί ένα αποτελεσματικό εμβόλιο που θα σώσει την ανθρωπότητα. Το ενδεχόμενο αυτό, ωστόσο, παρατηρούν οι επιστήμονες, δεν πρόκειται να γίνει πραγματικότητα πριν από την πάροδο ενός ή ακόμα και δύο ετών. Οπως επισημαίνει ο Ντέιβιντ Ναμπάρο «οφείλουμε να ξυπνήσουμε από την ψευδαίσθηση ότι ένα εμβόλιο, στα τέλη του χρόνου, θα μας σώσει. Δεν πρόκειται να συμβεί αυτό. Ακόμα και αν βρεθεί ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο, πώς θα αποκτήσουν άμεση πρόσβαση σε αυτό 7,8 δισεκατομμύρια άνθρωποι; Η εξάλειψη των ασθενειών είναι μία αφάνταστα δύσκολη υπόθεση. Τα καταφέραμε σχετικώς με την πολιομυελίτιδα, αλλά όχι με την ιλαρά».

Οι θεραπείες

Ομως υπάρχει χώρος για αισιοδοξία. Μπορεί να απέχουμε από το εμβόλιο, αλλά διαθέτουμε ικανοποιητικές αντιιικές θεραπείες. «Πραγματοποιούνται πολλές κλινικές δοκιμές σε ήδη υπάρχοντα σκευάσματα που χορηγούντο για άλλες νόσους, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον μπορούν να χρησιμοποιηθούν έναντι της COVID-19», τονίζει ο καθηγητής Χίμπερτ. «Περιμένουμε τα αποτελέσματα τους επόμενους μήνες. Αν είναι ενθαρρυντικά, θα μειωθούν σημαντικά τα ποσοστά θνησιμότητας της COVID-19, από το 1% που βρίσκονται σήμερα, στο 0,1%. Συνδυαστικά, με τη βελτιωμένη ικανότητα πραγματοποίησης διαγνωστικών εξετάσεων, την καλύτερη κατανόηση του ανοσοποιητικού μας συστήματος και της σημασίας των επιπέδων αντισωμάτων, πιστεύω ότι σε έξι μήνες η θέση μας θα είναι διαφορετική και πολύ βελτιωμένη. Εγώ, τουλάχιστον, είμαι αισιόδοξος», καταλήγει ο καθηγητής Χίμπερτ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή