1,1 τρισ. δολάρια ο τζίρος των ναρκωτικών

1,1 τρισ. δολάρια ο τζίρος των ναρκωτικών

3' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το αστρονομικό ποσό του 1,1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων άγγιξε ο παγκόσμιος τζίρος από τον κύκλο παραγωγής, διακίνησης, εμπορίας μόνο τον οπιούχων και της κοκαΐνης, ενώ διεθνώς το εμπόριο ναρκωτικών ουσιών αποτελεί τη 2η πιο κερδοφόρα «βιομηχανία» μετά το εμπόριο όπλων.

Η ετήσια έκθεση για το έτος 2002 της Διεθνούς Επιτροπής του OHE για τον έλεγχο των ναρκωτικών εστιάζει στις σοβαρές συνέπειες της παράνομης καλλιέργειας, εμπορίας και χρήσης των ναρκωτικών ουσιών και ιδιαίτερα της ηρωίνης και της κοκαΐνης -με δεδομένο ότι αυτές οι δύο ουσίες ευθύνονται για τα περισσότερα προβλήματα παγκοσμίως- στη συνολική οικονομική ανάπτυξη. H επιτροπή καταρρίπτει πανηγυρικά τον μύθο σύμφωνα με τον οποίο η καλλιέργεια ναρκωτικών είναι μια… σημαντική πηγή εισοδήματος για τις χώρες που εμπλέκονται σε αυτήν τη δραστηριότητα, καθώς όπως επισημαίνει πρόκειται για πολύ φτωχές χώρες.

Η ανάπτυξη

Αντίθετα, όπως αναφέρεται στην έκθεση του OHE, η παραγωγή ναρκωτικών αναστέλλει την οικονομική ανάπτυξη και αποσταθεροποιεί την οικονομία, διότι προωθεί τον πληθωρισμό και καταστρέφει την παραγωγική ικανότητα μιας χώρας, ενώ παράλληλα αποδυναμώνει το πολιτικό σύστημα μέσα από τη διαφθορά και αποσταθεροποιεί το κράτος και την κοινωνία στο σύνολό της.

Περίτρανο παράδειγμα αποτελεί το Αφγανιστάν, όπου η μαζική αύξηση παραγωγής οπίου, που ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, συνετέλεσε στην πυροδότηση εμφυλίων πολέμων, ενώ σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις υπήρξε πτώση της οικονομικής ανάπτυξης και του βιοτικού επιπέδου. Και σημειώνεται ότι στο Αφγανιστάν η παραγωγή και διακίνηση ναρκωτικών ουσιών «αποτελούν» το 10-15% του Ακαθόριστου Εθνικού Προϊόντος.

Ωστόσο, ο «μύθος του πλούτου» συντηρείται από το γεγονός ότι βραχυπρόθεσμα η παραγωγή και διακίνηση ναρκωτικών μπορεί να έχει θετικά οικονομικά αποτελέσματα για λίγους εμπλεκομένους. Υπολογίζεται ότι στο επίπεδο της παραγωγής ο συνολικός τζίρος για το όπιο και την κοκαΐνη ανήλθε σε 1,1 τρισεκατομμύριο δολάρια. Από την άλλη, ακόμη και αυτό το ποσό είναι ιδιαίτερα μικρό σε σχέση με το ύψος των ζημιών που προκαλούν τα ναρκωτικά. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο στην Αμερική, το έτος 2000, οι ζημίες από τη μείωση της παραγωγικότητας και τα έξοδα σε υπηρεσίες υγείας ανήλθαν σε 161 δισεκατομμύρια δολάρια.

«Επιχείρημα»

Οι «βαρώνοι» των ναρκωτικών αντιτείνουν το επιχείρημα πως «προσφέρουν» εργασία σε εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες και εποχικούς εργάτες στις παράνομες φυτείες, καθώς και… ευκαιρίες εργασίας στους διανομείς «λιανικής» και τους εργαζόμενους στα εργαστήρια. Σύμφωνα με την έκθεση, μόλις το 1% των χρημάτων που προέρχονται από τα άτομα που αγοράζουν τις ουσίες αποτελεί έσοδο για τους μικρούς παραγωγούς-αγρότες στις αναπτυσσόμενες χώρες. Το υπόλοιπο 99% αποτελεί κέρδος για τους «βαρώνους», τα βαποράκια και γενικά όλους τους κρίκους της αλυσίδας διακίνησης των ναρκωτικών, γεγονός που αποδεικνύει ότι σχεδόν όλο το μερίδιο από τα κέρδη που προέρχονται από το όπιο και την κοκαΐνη αφορά τις χώρες όπου πωλούνται και καταναλώνονται και όχι αυτές στις οποίες καλλιεργούνται. Αντίθετα, όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση, η μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη δεν είναι δυνατή χωρίς αποτελεσματικό σύστημα ελέγχου των ναρκωτικών. Είναι ενδεικτική η επιτυχής πορεία της Ταϊλάνδης, η οποία όσο περιόριζε την παραγωγή οπίου (από 146 τόννους την περίοδο 1965-66 σε λιγότερο από 60 τόννους το 1982 και μόλις δύο τόννους το 2000) τόσο αυξανόταν το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της χώρας. Σήμερα η Ταϊλάνδη είναι από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες στην περιοχή.

Αλλη μία σοβαρή επίπτωση της παράνομης παραγωγής και διακίνησης ναρκωτικών είναι η αποσταθεροποίηση του κράτους και η διαφθορα των πολιτικών συστημάτων, που έχει συνέπεια τη μείωση των επενδύσεων. Οταν η ασφάλεια των νόμιμων επενδύσεων τίθεται σε κίνδυνο, το επιχειρηματικό κλίμα καταρρέει και οι επενδύσεις μειώνονται, με αποτέλεσμα τη μη επίτευξη της μακροχρόνιας οικονομικής και κοινωνικής προόδου.

Παραοικονομία

Παράλληλα, είναι δύσκολο για τις κυβερνήσεις να ασκήσουν αποτελεσματικές οικονομικές πολιτικές όταν υπάρχει παραοικονομία που βασίζεται στα ναρκωτικά. Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για τον έλεγχο της οικονομίας μπορεί να υπονομευθεί από τα «κεφάλαια» για τα ναρκωτικά. H παράνομη εμπορία επηρεάζει τις συναλλαγματικές ισοτιμίες, διαιωνίζει και επιτείνει την ανισότητα των εισοδημάτων. Επιπλέον, στις χώρες όπου γίνεται παραγωγή και διακίνηση ναρκωτικών, διαβρώνεται και η ίδια η κοινωνία των πολιτών. Το κύριο σύμπτωμα είναι η αύξηση του βίαιου εγκλήματος (ανθρωποκτονίες, απαγωγές κ.ά.). Στην Κολομβία οι ανθρωποκτονίες που σχετίζονται με τα ναρκωτικά αυξήθηκαν από 17 ανά 100.000 άτομα την περίοδο 1973-1975 σε 80 ανά 100.000 άτομα το 1992.

Ως κατακλείδα αναφέρουμε τη δήλωση του προέδρου της Διεθνούς Επιτροπής του OHE για τον έλεγχο των ναρκωτικών κ. Φιλίπ Εμαφό: «Τα βραχυπρόθεσμα οφέλη είναι για τους λίγους, αλλά οι μακροπρόθεσμα απώλειες για τους πολλούς. H διακίνηση παράνομων ναρκωτικών ουσιών δεν συνεισφέρει στην οικονομική ανάπτυξη και ευημερία. Καλούμε τις διάφορες χώρες να απαλλαγούν από την παραγωγή παράνομων ουσιών, γιατί αυτό θα τις ωφελήσει μακροπρόθεσμα, ακόμα κι αν έχει βραχυπρόθεσμο κόστος».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή