Οταν ο Κουέντιν γνώρισε την Ούμα

Οταν ο Κουέντιν γνώρισε την Ούμα

2' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Δαβίδ – Γολιάθ: Ενα – μηδέν». Αυτό είναι -σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας ChristiaScience Monitor- το σκορ στην αναμέτρηση των ανεξάρτητων ταινιών με τις μεγάλες, φιλόδοξες παραγωγές στην τελική ευθεία για τα φετινά Οσκαρ. Εκτός από την κατηγορία της καλύτερης ταινίας, σε όλες τις υπόλοιπες το 70% των υποψηφιοτήτων είναι χαμηλού κόστους ταινίες. O βασικός λόγος είναι ότι τα μεγάλα στούντιο, στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τα πνευματικά δικαιώματα των προϊόντων τους, απαγόρευσαν τα διαφημιστικά βίντεο, τα επονομαζόμενα screeners. Ετσι οι κριτικοί κινηματογράφου και όσοι συμμετέχουν στην ψηφοφορία για τα αγαλματίδια είδαν περισσότερες, ανεξάρτητες ταινίες από ό,τι παλιότερα. Είναι όμως αληθινά ανεξάρτητες οι ταινίες αυτές ή μήπως η ενσωμάτωσή τους στο χολιγουντιανό κατεστημένο αφαιρεί αυτομάτως και το τελευταίο ίχνος ριζοσπαστισμού από τους δημιουργούς τους;

Το θέμα αυτό απασχόλησε προσφάτως τον κριτικό κινηματογράφου των «Τάιμς της Νέας Υόρκης., A. O. Σκοτ, ο οποίος με αφορμή την ολοκλήρωση του άλλοτε ρηξικέλευθου φεστιβάλ του Σάντανς, κηρύσσει τον πρόωρο θάνατο του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά. Επικαλούμενος το σχετικό βιβλίο του Πίτερ Μπίσκιντ για την εξαγορά της άλλοτε ανεξάρτητης εταιρείας Μίραμαξ από την Ντίσνεϊ, ο Σκοτ προβάλλει ως αιτία θανάτου τη διαφθορά του ανεξάρτητου κινηματογράφου από το χρήμα, τη διείσδυση λαμπερών αστέρων, που αποφάσισαν ότι κάνει καλό στη σταδιοδρομία και το ίματζ τους να κάνουν περάσματα από χαμηλού προϋπολογισμού ταινίες, αλλά και τη χειραγώγηση του ίδιου του ανεξάρτητου κοινού, που αποτελεί και τη βασική προϋπόθεση για την ύπαρξη τέτοιων ταινιών. Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε που ο Κουέντιν Ταραντίνο στέφθηκε βασιλιάς των ανεξάρτητων ταινιών με το Reservoir Dogs και, φυσικά, το φετινό (ανεκδιήγητο για τους περισσότερους θεατές, πλην ενός στενού κύκλου, φανατικών οπαδών του) Kill Bill του δεν θα μπορούσε ποτέ να βγει στους κινηματογράφους, και δη με την Ούμα Θέρμαν στον πρωταγωνιστικό ρόλο, αν ο συμπαθής σκηνοθέτης παρέμενε στις παρυφές του κινηματογραφικού κατεστημένου όπως και στη δεκαετία του ’90. Το ίδιο ισχύει για τον Στίβεν Σόντερμπεργκ, ο οποίος αποχαιρέτισε την ανεξαρτησία του με την περσινή, πολυδιαφημισμένη, «πατάτα» του, «τη Συμμορία των 11», τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ, που είδε το πνευματικό του τέκνο, το φεστιβάλ του Σάντανς, να κατακλύζεται από αστέρες, να εξελίσσεται σε αμερικανικό ισοδύναμο των Καννών και εν τέλει να εγγυάται -κατά οξύμωρο τρόπο- την εμπορικότητα κάθε ταινίας που έχει συμπεριληφθεί στο πλαίσιο των προβολών του, αλλά και τον Χάρβεϊ Βαϊνστάιν, επικεφαλής της Μίραμαξ, που είδε το φως το αληθινόν μετά την επιτυχία του «Ερωτευμένου Σαίξπηρ», το 1998, και άρχισε να κυνηγάει τα Οσκαρ με το τουφέκι.

Ο θάνατος των ανεξάρτητων ταινιών δεν αφορά μόνο τον αμερικανικό κινηματογράφο. Μία παρόμοια θλιβερή ιστορία βίωσε και το Dogme, το δανέζικο κίνημα, που εγκαινίασε το 1995 ο Λαρς φον Τρίερ με ένα σκληροπυρηνικό ιδεολογικό μανιφέστο, το οποίο απέρριπτε τη ναρκισσιστική δικτατορία του σκηνοθέτη. Μόνο που ο ιδιοφυής Λαρς έσπευσε να υπογράψει ο ίδιος τη ληξιαρχική πράξη του Dogme, όταν άρχισε ο κάθε πικραμένος να κουβαλάει μία κάμερα στον ώμο και να τρέχει πίσω από τους ηθοποιούς του, χωρίς μουσική και οπτικά εφέ, ελπίζοντας έστω σε μία Χρυσή Αρκτο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή