Από το Κασμίρ στο Λος Αντζελες

Από το Κασμίρ στο Λος Αντζελες

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Σάλμαν Ρούσντι έχει την αξιοθαύμαστη ικανότητα, στα δυνατότερα βιβλία του τουλάχιστον, να παρουσιάζει τις φαντασμαγορικές ζωές των ηρώων δεξιοτεχνικά μεταμορφωμένες σε πλούσιες, ιστορικές αλληγορίες. Στα «Παιδιά του μεσονυχτίου» (1981) μετασχημάτισε την επώδυνα περιπετειώδη ενηλικίωση του πρωταγωνιστή του σε μια παραβολή του ταξιδιού της Ινδίας προς την ανεξαρτησία της.

Στον «Τελευταίο στεναγμό του Μαυριτανού» (1995) χρησιμοποίησε τις δραματικές ανατροπές της τύχης στην πορεία μιας εκκεντρικής οικογένειας, ως μεταφορά για τις πρόσφατες περιπέτειες στην ιστορία της Ινδίας. Ενώ στην «Ντροπή» (1983) αφηγούμενος τις αλληλοσυνδεόμενες ιστορίες δύο ισχυρών ανδρών, κατ’ ουσίαν διηγούνταν ένα σύγχρονο παραμύθι για μια χώρα που «δεν είναι εντελώς το Πακιστάν». Τώρα, στο τελευταίο μυθιστόρημά του «Σάλιμαρ, ο παλιάτσος» (Ράντομ Χάουζ, 398 σελ., 25,95 δολ., ΗΠΑ, Κέιπ, 416 σελ., 17,99 στερλίνες, Αγγλία), φιλοδοξεί να παρουσιάσει την ιστορία ενός φαρμακερού ερωτικού τριγώνου ως παραβολή της μοίρας του Κασμίρ και της παγκόσμιας επέκτασης της τρομοκρατίας.

Ομως, τούτη τη φορά η αλληγορική του δύναμη και δεξιοτεχνία φαίνεται να έχει χάσει τη δύναμή της και εκεί που έβγαζε σπίθες τώρα απλώς να γρατσουνίζει. Μολονότι το μυθιστόρημα είναι πολύ πιο ουσιώδες από το μάλλον βιαστικό και πρόχειρο «Πάθος» του 2001, του λείπει όμως εκείνη η πλούσια αφηγηματική φλέβα, η μαγεία, η ισχυρή γλώσσα και η λεπτή αίσθηση της ιστορίας που διακρίνουν τα «Παιδιά του μεσονυχτίου» και τον «Τελευταίο στεναγμό του Μαυριτανού».

Ο κόσμος

Επιπλέον, το χειροτερεύει η διάθεση του συγγραφέα να ορίσει τεράστια πολιτικά και πολιτισμικά θέματα, πάνω στον ρηχό καμβά μιας σαπουνόπερας. H τάση αυτή μεταφερμένη στην αφήγηση και βαρύνει αχρείαστα τις ιστορίες των ηρώων αλλά και αδυνατίζει όλα εκείνα τα μεγάλα θέματα, τα οποία θέλει να αποτυπώσει και να καταδείξει ο συγγραφέας. O Ρούσντι προφανώς θέλει να δώσει στον αναγνώστη να καταλάβει ότι οι προσωπικές εμπειρίες, συχνά, μετατρέπονται με τρόπο οδυνηρό και αιματηρό σε πολιτικές πράξεις· ότι το δημόσιο και το ιδιωτικό είναι αξεδιάλυτα δεμένα.

Ομως, το να υπονοεί και με τρόπο αδέξιο ότι το πρόσωπο με το όνομα του βιβλίου εμπλέκεται με τρομοκράτες εμπνεόμενος από την Αλ Κάιντα, επειδή τον εγκατέλειψε στα κρύα του λουτρού η γυναίκα του, είναι τουλάχιστον αστείο· δύσκολα πιστευτό και μέσα στο πλαίσιο της ιστορίας και εξόχως απίθανο δεδομένης της σύνθετης και αιματηρής φύσης της τρομοκρατίας.

Τα όρια

Επιπρόσθετα, οι παρατηρήσεις εντός του κειμένου του Ρούσντι για τον σύγχρονο, παγκοσμιοποιημένο κόσμο μοιάζουν σαν αδύναμος αλλά και παράφωνος απόηχος των παρατηρήσεων, στις οποίες είχε προβεί στο παρελθόν. Στο βιβλίο του, με δοκίμια του 2002 «Πέρασε τούτη τη γραμμή», έγραφε: «Δεν υπήρξε περίοδος στην παγκόσμια ιστορία που οι άνθρωποι να ήταν τόσο μπερδεμένοι». Εδώ, γράφει: «Παντού ήταν ένας καθρέφτης που καθρέφτιζε το παντού. Εκτελέσεις, κτηνωδία της αστυνομίας, εκρήξεις, ανταρσίες. Το Λος Αντζελες αρχίζει να μοιάζει με το Στρασβούργο του πολέμου. Σαν το Κασμίρ».

Ο αναγνώστης αναρωτιέται αν αυτό είναι αλήθεια. Είναι το Λος Αντζελες η πόλη των κινηματογραφικών αστέρων και των τηλεοπτικών «ριάλιτι», σαν μια ευρωπαϊκή πόλη πολιορκούμενη από τους ναζιστές στη διάρκεια του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου; ΄H σαν το πολύπαθο από τον πόλεμο Κασμίρ, σήμερα μπλεγμένο μέσα στις άρπαγες των αξιώσεων της Ινδίας και του Πακιστάν;

Τα πρόσωπα

Το πιο ενδιαφέρον όμως στοιχείο του βιβλίου, το οποίο μάλιστα δείχνει και μια επιστροφή στη φόρμα ύστερα από δύο άτυχα και άστοχα μυθιστορήματα, είναι τα πρόσωπά του που είναι δημιουργικά αληθινά. O Μαξ Οφίλς (με το όνομα του Γερμανού σκηνοθέτη του κινηματογράφου) είναι ένας πρώην Αμερικανός πρέσβης στην Ινδία, που τον δολοφονεί κτηνωδώς ο σοφέρ του. H Ιντια Οφίλς, η βασανισμένη κόρη του, που «συνελήφθη εκτός της έγγαμης κλίνης και γεννήθηκε στη μέση μιας πυρκαγιάς», η οποία κατέστρεψε τη διπλωματική καριέρα του Μαξ. Και η αυταρχική, ναρκισσευόμενη μητέρα της Ιντια Μπούνιι, που σαγήνευσε τον Μαξ, σαν τρόπο διαφυγής της από το μικρό χωριό της στο Κασμίρ, οδηγώντας σε μια σειρά από οδυνηρά και αιματηρά γεγονότα. Στην ανέλιξη του μυθιστορήματος, ο συγγραφέας επιχειρεί, αφηγούμενος τις ζωές τους σε μεγάλα φλας μπακ, να στήσει μια ιστορία κινούμενη στο λεπτό εξισορροπητικό σχοινί μεταξύ των αληθινών, ψυχολογικά, ανθρώπινων περιπτώσεων και των αλληγορικών μορφών ενός σύγχρονου παραμυθιού. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ο κεντρικός χαρακτήρας, αυτός με το όνομα του βιβλίου, ο Σάλιμαρ ο παλιάτσος – ο απατημένος σύζυγος της Μπούνιι και δολοφόνος του Μαξ, που αναδύεται ως εντελώς αστήριχτος και μάλλον σκιτσογραφικός χαρακτήρας. Ενώ τα κίνητρα των άλλων προσώπων είναι σύνθετα και αλληλοσυγκρουόμενα, ο Σάλιμαρ αποδίδεται μονογραμματικά και σε άσπρο μαύρο.

Οταν ο Ρούσντι γράφει για τον Σάλιμαρ και τον ναυαγισμένο γάμο του, η πρόζα του που συνήθως σφύζει και πάλλεται από ζωή, γίνεται άψυχη και τεχνητή, γέμουσα κλισέ. Γράφει: «Αποδείχθηκε ότι το μίσος και η αγάπη δεν απέχουν τόσο το ένα από το άλλο. H έντασή τους ήταν η ίδια». Και βάζει τον Σάλιμαρ να λέει πράγματα όπως: «Δεν θα σε συγχωρήσω ποτέ. Θα πάρω την εκδίκησή μου. Θα σε σκοτώσω κι αν κάνεις παιδιά με άλλον άντρα, θα τα σκοτώσω κι αυτά».

Η πραγματικότητα

Λόγια που θα έλεγε κάποιος μυστακοφόρος, διαβολικός ήρωας παλιών εικονογραφημένων περιοδικών με εγκληματίες πολύ λιγότερο επικίνδυνους από εκείνους του πραγματικού κόσμου. Και ο Ρούσντι στο νέο του μυθιστόρημα, το φιλόδοξο αλλά όχι επιδέξια γραμμένο, επιχειρεί να μιλήσει σε αυτόν τον πραγματικό κόσμο για τα πραγματικά του προβλήματα και δεινά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή