«Ψηφίζουν» ναι για ευρωομόλογα

«Ψηφίζουν» ναι για ευρωομόλογα

2' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΛΟΝΔΙΝΟ. «Αν δεν υπάρξει κάποιο καινούργιο, κοινό πλαίσιο όπως τα ευρωομόλογα, θα είναι πολύ δύσκολο να ανταποκριθούν στις δημοσιονομικές υποχρεώσεις τους οι υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης». Με την τοποθέτησή του αυτή, στη διάρκεια συνέντευξης στην τηλεόραση του BBC, ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έριξε το βάρος του υπέρ της θέσπισης ενιαίων όρων δανεισμού για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, λίγες ώρες πριν από την κρίσιμη συνάντηση Μέρκελ – Σαρκοζί.

Αντικρούοντας τις αιτιάσεις του Βερολίνου, ο Στίγκλιτς προειδοποίησε ότι η Γερμανία θα υποστεί «βαριές επιπτώσεις» από ενδεχόμενη χρεοκοπία των περιφερειακών χωρών, επομένως είναι και προς το δικό της συμφέρον η εισαγωγή του ευρωομολόγου, έστω με όρια και προϋποθέσεις. Δεν δίστασε, μάλιστα, να υποστηρίξει ότι «θα ήταν καλύτερα για το ευρώ να φύγει η Γερμανία από την Ευρωζώνη, αντί για την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, γιατί στη δεύτερη περίπτωση οι επιπτώσεις από την αναδιάρθρωση του χρέους θα ήταν μεγαλύτερες».

Υπέρ της ριζικής αναδιάρθρωσης της Ευρωζώνης τάχθηκε, με άρθρο του στους New York Times, και ο Γκόρντον Μπράουν. Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας ασκεί σκληρή κριτική στην εμμονή του Βερολίνου «να αναζητεί τη σωτηρία της Ευρώπης σε μια πανηπειρωτική λιτότητα, με την εφαρμογή της γερμανικής συνταγής» σε όλες τις χώρες. «Είτε το ευρώ θα μεταρρυθμιστεί εκ βάθρων από τους πολιτικούς ηγέτες και την ΕΚΤ είτε θα καταρρεύσει», εκτιμά ο Βρετανός πολιτικός, προσθέτοντας ότι θα χρειαστεί «συντονισμός των νομισματικών και δημοσιονομικών πολιτικών, μεταφορές πόρων από τα πλουσιότερα προς τα φτωχότερα κράτη και δέσμευση για έναν κοινό, ευρωπαϊκό θεσμό αναφορικά με το χρέος» – μια περιγραφή που φωτογραφίζει το ευρωομόλογο χωρίς να το κατονομάζει. Απερίφραστα υπέρ του ευρωομολόγου τάχθηκαν, τα τελευταία εικοσιτετράωρα, οι υπουργοί Οικονομικών Βρετανίας και Ιταλίας, Τζορτζ Οσμπορν και Τζούλιο Τρεμόντι.

Η εντεινόμενη πίεση για την εισαγωγή του νέου θεσμού προκαλεί ήδη σοβαρά ρήγματα στους κόλπους των γερμανικών ελίτ. Ο οικονομολόγος Γιάκομπ φον Βαϊτσέκερ υποστηρίζει ότι το ευρωομόλογο «θα μπορούσε να ηρεμήσει τις αγορές», με την προϋπόθεση ότι δεν θα αποδυνάμωνε τη δημοσιονομική πειθαρχία. Υπό αυτό το πρίσμα προτείνει μία λύση δύο ταχυτήτων: Κάθε χώρα να μπορεί να καλύπτει με «μπλε» ευρωομόλογα εκείνο το μέρος του χρέους που αντιστοιχεί στο 60% του ΑΕΠ (το όριο που ισχύει σύμφωνα με τις υφιστάμενες συνθήκες), ενώ το υπόλοιπο τμήμα του χρέους θα καλύπτεται από «κόκκινα» (ακριβότερα), εθνικά ομόλογα, όπως και σήμερα. Σύμφωνα με τον Βαϊτσέκερ, ένα αξιόπιστο, κοινό ομόλογο θα προσέφερε το επιπλέον πλεονέκτμα να δημιουργηθεί ένας ισχυρός ευρωπαϊκός ανταγωνιστής έναντι του αμερικανικού ομολόγου, πράγμα που «θα βοηθήσει το ευρώ να κερδίσει έδαφος (έναντι του δολαρίου) ως αποθεματικό νόμισμα». Στην απέναντι όχθη, ο επικεφαλής των οικονομολόγων της Deutsche Bank, Τόμας Μάγερ, υποστηρίζει ότι «τα ευρωομόλογα δεν αποτελούν πανάκεια» και ότι δεν πρόκειται να είναι διαθέσιμα στο άμεσο μέλλον. Αλλοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι τα ευρωομόλογα είναι πολύ δύσκολο, από πολιτική άποψη, να γίνουν αποδεκτά. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Κλέμενς Φούεστ, εκτιμά ότι «τα ευρωομόλογα μπορεί να πυροδοτήσουν πολύ ισχυρά αντιευρωπαϊκά συναισθήματα» και ότι «είναι πάρα πολύ δύσκολο να πουλήσει κανείς αυτή την ιδέα στη Γερμανία».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή