ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ. Η πανδημία του κορωνοϊού έχει πλήξει με ιδιαίτερο τρόπο το Στρασβούργο, την αλσατική πόλη που κάθε μήνα φιλοξενεί –ή μάλλον φιλοξενούσε– τις συνεδριάσεις της ολομέλειας του Ευρωκοινοβουλίου. Ιδίως οι κλάδοι των ξενοδοχείων, των ταξί και των εστιατορίων έχουν υποστεί καθίζηση μετά την απόφαση του Σώματος να αποφύγει προσωρινά τις μετακινήσεις.
Υπό κανονικές συνθήκες, κάθε μήνα, 750 ευρωβουλευτές, 2.500 συνεργάτες ευρωβουλευτών και εκατοντάδες δημοσιογράφοι, λομπίστες και άλλοι μεταβαίνουν για λίγες ημέρες στο Στρασβούργο, την έδρα του Ευρωκοινοβουλίου, από τις Βρυξέλλες, όπου εργάζονται τον υπόλοιπο χρόνο. Η τελευταία φορά που συνέβη αυτό ήταν τον Φεβρουάριο, ενώ οι ελπίδες των Αρχών της γαλλικής πόλης ότι η συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου θα επέστρεφε στο Στρασβούργο δεν ευοδώθηκαν, παρά την κατάρτιση πλάνου ασφαλείας.
Ο μύχιος φόβος των Αρχών είναι μήπως η συνεδρίαση του Ευρωκοινοβουλίου στην πόλη-κόσμημα, σύμβολο άλλοτε της γαλλογερμανικής διαμάχης και σήμερα της γαλλογερμανικής συμφιλίωσης, εγγραφεί στις συνειδήσεις ως «περιττή μετακίνηση». Μήπως, δηλαδή, η μακροχρόνια απουσία του Ευρωκοινοβουλίου ενισχύσει τις φωνές που ζητούν επίσημη μεταφορά της έδρας του Σώματος στις Βρυξέλλες, με το επιχείρημα ότι έτσι θα εξορθολογιστεί η λειτουργία του Ευρωκοινοβουλίου και θα εξοικονομηθούν γύρω στα 100 εκατ. ευρώ ανά συνεδρίαση.
Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, αφού απαιτεί τη συγκατάθεση της Γαλλίας, η οποία, φυσικά, δεν θα δοθεί επ’ ουδενί. Πριν από λίγες ημέρες, ο Ιταλός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, Νταβίντ Σασόλι, διαβεβαίωσε την πόλη ότι το Σώμα θα επιστρέψει στο Στρασβούργο, χωρίς να είναι σε θέση να προβλέψει πότε θα γίνει αυτό. Για κάποιους από τους οδηγούς ταξί, τους ιδιοκτήτες εστιατορίων και τους ξενοδόχους που έχουν χάσει έως και 25% του τζίρου τους, ίσως θα είναι αργά.