Δύσπνοια και κατάθλιψη και μετά την ανάρρωση

Δύσπνοια και κατάθλιψη και μετά την ανάρρωση

2' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επιμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα τα συμπτώματα της COVID-19, ιδιαίτερα αν ο άρρωστος νόσησε βαριά, και περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς που λαμβάνουν εξιτήριο μετά τη νοσηλεία τους εξακολουθούν να ταλαιπωρούνται, επί δύο ή περισσότερους μήνες, από δύσπνοια, κόπωση, άγχος και κατάθλιψη. 

Σε αυτό το ανησυχητικό συμπέρασμα κατέληξε μικρή έρευνα που εκπονήθηκε από τους επιστήμονες του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, οι οποίοι αναζήτησαν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της προσβολής από κορωνοϊό σε 58 ασθενείς οι οποίοι χρειάστηκε να  νοσηλευθούν σε νοσοκομείο λόγω της ιογενούς πνευμονίας. Επίσης, στην ίδια μελέτη, διαπιστώθηκε ότι πληθώρα ασθενών παρουσιάζει δυσλειτουργίες και αλλοιώσεις σε πολλά όργανα μετά την έναρξη της λοίμωξης, ενώ η φλεγμονή που προκαλεί ο κορωνοϊός επιμένει επί μήνες. Η μελέτη, η οποία δεν έχει ακόμα αξιολογηθεί από ανεξάρτητη επιστημονική επιτροπή, αναρτήθηκε στην πλατφόρμα επιστημονικών προδημοσιεύσεων MedRxiv. Δεν είναι, ωστόσο, η πρώτη φορά που διαπιστώνεται η ύπαρξη της λεγόμενης «μακράς COVID-19». 

Πριν από μία εβδομάδα, το βρετανικό Εθνικό Ινστιτούτο Ερευνας Υγείας είχε δημοσιεύσει μελέτη, με την οποία διαπιστωνόταν η μακριά διάρκεια ορισμένων συμπτωμάτων της λοίμωξης. Σε εκείνη την έρευνα οι επιστήμονες είχαν δείξει ότι το 10% των ασθενών με COVID-19 εξακολουθεί να μην είναι καλά μετά την πάροδο τριών εβδομάδων από την προσβολή από κορωνοϊό, ενώ το 5% μπορεί να συνεχίσει να ασθενεί για μεγάλο χρονικό διάστημα που μπορεί να υπερβαίνει τους 7 μήνες. Το πρότυπο που ακολουθεί η «μακρά COVID-19» είναι ιδιαίτερα παράδοξο, καθώς τα συμπτώματα εμφανίζονται σε ένα όργανο, όπως η καρδιά ή οι πνεύμονες, και υποχωρούν από εκεί για να εμφανιστούν σε κάποιο άλλο.

Η πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης εστιάζει καλύτερα στο θέμα. Οπως διαπιστώθηκε το 64% των ασθενών που προσβλήθηκαν από COVID-19 παρουσίαζε σοβαρή δύσπνοια παρά την πάροδο τριών μηνών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, ενώ 55% ανέφερε ότι εξακολουθούσε να νιώθει έντονη κόπωση. Επίσης, οι απεικονίσεις με μαγνητικό τομογράφο στις οποίες υποβλήθηκαν οι ασθενείς, έδειξαν μη φυσιολογικές αλλοιώσεις στους πνεύμονες στο 60% των ασθενών με COVID-19, στα νεφρά στο 29%, στην καρδιά στο 26% και στο ήπαρ του 10%. 

«Οι μη φυσιολογικές απεικονίσεις που λάβαμε αντιστοιχούν πλήρως με δείκτες στον ορό του αίματος που υποδεικνύουν την ύπαρξη φλεγμονής», επισημαίνει η δρ Μπέτι Ραμάν, ιατρός στην ιατρική σχολή Ράντκλιφ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και μία εκ των συντακτών της μελέτης. «Είναι βέβαιο ότι υπάρχει κάποια διασύνδεση μεταξύ της χρόνιας φλεγμονής και της συνεχιζόμενης βλάβης των οργάνων εκείνων που επιβίωσαν της λοίμωξης. Είναι επιτακτικό να πραγματοποιηθούν περαιτέρω μελέτες για τις διαφορετικές φυσιολογικές διαδικασίες που συνδέονται με την COVID-19. Επίσης είναι, πλέον, σαφές ότι πρέπει να δημιουργήσουμε μία πιο ολιστική προσέγγιση όσον αφορά την περίθαλψη ασθενών με COVID-19 που έλαβαν εξιτήριο από τα νοσοκομεία». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή