Επιστρέφουμε στην Ευρώπη, διαμηνύει ο Τζο Μπάιντεν

Επιστρέφουμε στην Ευρώπη, διαμηνύει ο Τζο Μπάιντεν

Οι στόχοι της πρώτης περιοδείας του στην ήπειρο μετά την εκλογή του

4' 53" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρότι κάθε επίσκεψη Αμερικανού προέδρου στην Ευρώπη, μετά τον Ντόναλντ Τραμπ, είναι ευπρόσδεκτη, ο πρόεδρος Μπάιντεν αντιμετωπίζει νέες προκλήσεις, με τις ΗΠΑ να βρίσκονται αντιμέτωπες με τη ρωσική επιθετικότητα, την ενίσχυση της κινεζικής επιρροής και την αποδυνάμωση της δυτικής συμμαχίας στον απόηχο της πανδημίας του κορωνοϊού. Ο Μπάιντεν θα περάσει τις επόμενες εβδομάδες προσπαθώντας να πείσει τη διεθνή κοινότητα ότι η Ουάσιγκτον επέστρεψε και είναι έτοιμη να ηγηθεί εκ νέου της Δύσης σε αντιπαράθεση, την οποία ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει υπαρξιακή σύγκρουση μεταξύ δημοκρατιών και αυταρχικών καθεστώτων. Τη σύνοδο των ηγετών του G7 θα ακολουθήσουν επισκέψεις στο αρχηγείο του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., ενώ την τελευταία ημέρα της επίσκεψής του, την Τετάρτη 16 Ιουνίου, ο Αμερικανός πρόεδρος θα συναντηθεί για πρώτη φορά με τον Ρώσο ομόλογό του, Βλαντιμίρ Πούτιν, στη Γενεύη.

Πρωταρχικός στόχος του Μπάιντεν είναι η επαναφορά της διπλωματικής ηρεμίας, που έλειψε τα τέσσερα χρόνια της θητείας Τραμπ. Ο τέως πρόεδρος επέλεξε να θέσει εν αμφιβόλω παραδοσιακές συμμαχίες, απειλώντας να εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ, προσεγγίζοντας την ίδια ώρα τον Ρώσο πρόεδρο και άλλους αυταρχικούς ηγέτες και εκφράζοντας θαυμασμό για την ισχύ τους. Η ευχάριστη αλλαγή προς τη σοβαρότητα, την οποία αντιπροσωπεύει ο Τζο Μπάιντεν, δεν διαλύει ωστόσο τις αμφιβολίες για τις πολιτικές του αντοχές, την αμερικανική αξιοπιστία και το κόστος που θα κληθεί να πληρώσει η Ευρώπη για τη συμμαχία της με την Ουάσιγκτον. Ο Μπάιντεν είναι άραγε η τελευταία έκφανση μιας παρωχημένης εξωτερικής πολιτικής; Η Ευρώπη είναι πρόθυμη να αναλάβει το κόστος ενός νέου Ψυχρού Πολέμου με τη Ρωσία; Η Ε.Ε. σύρεται προς μια πολιτική ανάσχεσης της κινεζικής επιρροής; Ο Μπάιντεν θα εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του για το κλίμα; Τα ερωτήματα αυτά αποκτούν νέα σημασία, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος αντιμετωπίζει διαφωνίες για τις εμπορικές συμφωνίες, νέους περιορισμούς στις επενδύσεις και στις αγορές από την Κίνα, ενώ καλείται να αποσαφηνίσει τη στάση της Ουάσιγκτον απέναντι στον αγωγό φυσικού αερίου μεταξύ Ρωσίας – Ευρώπης. «Οι Ευρωπαίοι είδαν την κατάσταση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Παρακολούθησαν την εισβολή στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου και ξέρουν ότι μπορεί να βρεθούν με νέο πρόεδρο των ΗΠΑ το 2024», λέει ο Μπάρι Παβέλ, διευθυντής του Κέντρου Σκόουκροφτ του ινστιτούτου Atlantic Council.

Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου υποστηρίζουν ότι η σωφροσύνη και η λογική επέστρεψαν για να μείνουν στην αμερικανική διπλωματία, χωρίς ωστόσο να μπορούν να προσφέρουν εχέγγυα για μετά τον Ιανουάριο του 2025. Οι Ευρωπαίοι από τη μεριά τους παρακολουθούν στενά την ιδεολογική αντιπαράθεση στις ΗΠΑ, επισημαίνοντας ότι ο έλεγχος που ασκεί ο Τραμπ στο κόμμα του δεν έχει περιορισθεί. Λίγες ημέρες πριν από την αποχώρηση του Μπάιντεν για την ευρωπαϊκή περιοδεία του, οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου απέρριψαν τη διεξαγωγή διακομματικής έρευνας για τις ταραχές της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο. Οι Ρεπουμπλικανοί νομοθέτες έχουν ασπασθεί τους ψευδείς ισχυρισμούς του Τραμπ για νοθεία στις εκλογές του 2020, ενώ οι Δημοκρατικοί αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην προώθηση νόμων με στόχο την ελεύθερη πρόσβαση των ψηφοφόρων στις κάλπες. Εν μέσω της αναταραχής αυτής, ο Τραμπ συνεχίζει να αφήνει υπονοούμενα για ενδεχόμενη επιστροφή του στην ενεργό πολιτική σε τέσσερα χρόνια.

Επιστρέφουμε στην Ευρώπη, διαμηνύει ο Τζο Μπάιντεν-1
Το ζεύγος Μπάιντεν και το ζεύγος Τζόνσον σε κοινή εμφάνιση λίγο πριν από την έναρξη της συνόδου του G7 στην Κορνουάλη. (Φωτ. REUTERS / Toby Melville)

«Η αμερικανική πολιτική σκηνή προκαλεί άγχος στους Ευρωπαίους. Τι θα γίνει στις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου; Ο “τραμπισμός” θα αποδειχθεί άραγε πιο ανθεκτικός από τον ίδιο τον Τραμπ; Τι έπεται στην αμερικανική πολιτική;» λέει ο Ιαν Λέσερ, αντιπρόεδρος του ινστιτούτου German Marshall Fund of the US. Επείγοντα χαρακτήρα έχει, πάντως, η διαχείριση των αναταραχών που προκαλεί η ρωσική εξωτερική πολιτική, ενώ η σύνοδος κορυφής Μπάιντεν – Πούτιν αποτελεί σίγουρα το πιο ευαίσθητο σκέλος της περιοδείας Μπάιντεν. Τη συνάντηση ζήτησε ο Αμερικανός πρόεδρος. Ο σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Μπάιντεν, Τζέικ Σάλιβαν, υπογράμμισε ότι Αμερικανοί πρόεδροι είχαν συναντήσεις καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου με τους Σοβιετικούς ομολόγους τους, αλλά και με τους Ρώσους «διαδόχους» τους στη μετασοβιετική εποχή. 

Προειδοποίηση στον Πούτιν

Τη Δευτέρα, όμως, ο Σάλιβαν είπε ότι ο Μπάιντεν θα απευθύνει προειδοποίηση στον Πούτιν ότι χωρίς αλλαγή συμπεριφοράς της Μόσχας «θα υπάρξουν συνέπειες». Βετεράνοι της διελκυστίνδας Ουάσιγκτον – Μόσχας, εξάλλου, εκτιμούν πως η ικανότητα του Πούτιν να προκαλεί αναταραχή είναι η πραγματική πηγή ισχύος του. «Ο Πούτιν δεν επιζητά απαραιτήτως πιο σταθερές και προβλέψιμες διμερείς σχέσεις. Το καλύτερο σενάριο για τη σύνοδο κορυφής είναι οι δύο ηγέτες να συζητήσουν πολλά θέματα και να συνεχίσουν τον διάλογο, ανεξάρτητα από τις διαφωνίες τους», λέει ο Αλεξάντερ Βέρσμποου, πρώην πρέσβης στη Μόσχα επί προεδρίας Τζορτζ Μπους του νεότερου. Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου επιμένουν ότι ο Μπάιντεν δεν επιδιώκει πλήρη εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία. Εχοντας αποκαλέσει τον Πούτιν «δολοφόνο» στις αρχές του χρόνου, ο Μπάιντεν δεν τρέφει αυταπάτες για τον αντίπαλό του, αντιμετωπίζοντας τον Ρώσο πρόεδρο περισσότερο σαν σκληροτράχηλο αρχηγό μαφιόζικης οικογένειας, ο οποίος χρησιμοποιεί φονικά αέρια για να εξοντώνει αντιπάλους του, παρά ως αρχηγό κράτους. Ο Αμερικανός πρόεδρος είναι, ωστόσο, αποφασισμένος να θέσει δικλίδες ασφαλείας στη σχέση μεταξύ των δύο κρατών, ανανεώνοντας τις συνθήκες περιορισμού των πυρηνικών όπλων.

Ψηφιακός… ο νέος Ψυχρός Πόλεμος

Η Ευρώπη αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι παρά την εμφανή αγάπη που τρέφει ο Πούτιν για το πυρηνικό οπλοστάσιο της χώρας του, η αποτρεπτική ισχύς των οπλικών αυτών συστημάτων αποτελεί αναχρονισμό. Οταν ο Ρώσος πρόεδρος έκανε πρόσφατα λόγο για νέο Ψυχρό Πόλεμο με τις ΗΠΑ, δεν εννοούσε τόσο τα πυρηνικά, όσο τα ψηφιακά συστήματα, όπως το λογισμικό λύτρων, με το οποίο «μολύνθηκαν» αμερικανικές εταιρείες και ουκρανικές κρατικές υπηρεσίες. Τα νέα αυτά ρωσικά όπλα δεν έχουν ως χειριστές στρατιώτες ή κρατικές υπηρεσίες, αλλά μέλη εγκληματικών ομάδων με κίνητρο το κέρδος. Ο Μπάιντεν αναμένεται να εγγυηθεί εκ νέου την αμερικανική προσήλωση στο άρθρο 5 της ιδρυτικής διακήρυξης του ΝΑΤΟ, σύμφωνα με το οποίο κάθε επίθεση εναντίον κράτους-μέλους είναι επίθεση εναντίον όλων των άλλων. Στη σύγχρονη εποχή, όμως, η έννοια της επίθεσης έπαψε να είναι σαφής. Μία ηλεκτρονική επίθεση, όπως αυτή που υπέστη η αμερικανική SolarWinds, δεν αποτελεί επιθετική ενέργεια, παρότι έγινε χωρίς όπλα ή βίαια μέσα; 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή