ΒΕΡΟΛΙΝΟ. Τον κίνδυνο επικράτησης του φασισμού στις χώρες της Νότιας Ευρώπης σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Ενωση επιμείνει στο πλαίσιο δημοσιονομικής πειθαρχίας επισήμανε ο συμπρόεδρος των Γερμανών Πρασίνων, Ρόμπερτ Χάμπεκ, μιλώντας το Σάββατο σε εκπομπή του γερμανικού ραδιοφώνου. Ο Χάμπεκ κονταροχτυπιέται με τον «ορθόδοξο» επικεφαλής των Ελεύθερων Δημοκρατών, Κρίστιαν Λίντνερ, για το αξίωμα του υπουργού Οικονομικών της επόμενης κυβέρνησης.
«Οταν κανείς υποχρεώνει τα κράτη της Νότιας Ευρώπης να αποπληρώσουν τα χρέη τους με πολύ αυστηρούς κανόνες –όπως αυτοί που προβλέπονται από το Σύμφωνο Σταθερότητας–θα το επιτύχουν μόνο με τεράστιες περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες και στο τέλος θα κυβερνήσει ο φασισμός» είπε ο Χάμπεκ στο Deutschlandfunk. Σύμφωνα με τον πολιτικό των Πρασίνων, η Γερμανία πρέπει να ταχθεί σε πανευρωπαϊκό επίπεδο υπέρ της χαλάρωσης των δημοσιονομικών κανόνων.
Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ αναγνώρισε ότι «υπάρχουν διαφορές» με τους Ελεύθερους Δημοκράτες, καθώς τα δύο κόμματα διαπραγματεύονται με τους Σοσιαλδημοκράτες για κυβέρνηση.
Ο Χάμπεκ αναγνώρισε ότι στα δημοσιονομικά θέματα «υπάρχουν διαφορές»με τους Ελεύθερους Δημοκράτες, καθώς τα δύο κόμματα διαπραγματεύονται με τους Σοσιαλδημοκράτες για τον σχηματισμό τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού. Οι διαπραγματεύσεις χθες διήρκεσαν δέκα ώρες, ενώ σήμερα θα διακοπούν λόγω αναχώρησης του υπουργού Οικονομικών και υποψηφίου καγκελαρίου των Σοσιαλδημοκρατών, Ολαφ Σολτς, για την Ουάσιγκτον. Ο Σολτς έχει θέσει ως καταληκτική ημερομηνία των διαπραγματεύσεων τα Χριστούγεννα.
Eν τω μεταξύ, το αργότερο εντός διμήνου θα έχουν εκλέξει νέο προεδρείο οι Χριστιανοδημοκράτες (CDU), το κόμμα που έχασε τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου. Η εσωτερική διαμάχη στο κόμμα αφορά το αν το νέο προεδρείο θα εκλεγεί από ολόκληρη τη βάση του κόμματος ή από το συνέδριο. Δύο υπουργοί της απερχόμενης κυβέρνησης, ο υπουργός Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ και η υπουργός Αμυνας Ανεγκρετ ΚραμπΚάρενμπαουερ, ανακοίνωσαν το Σαββατοκύριακο ότι παραιτούνται από το βουλευτικό αξίωμα, εκτιμώντας ότι χρειάζεται να αναλάβει τα ηνία του κόμματος μια νέα γενιά. Αλλα ιστορικά στελέχη, όπως ο πρόεδρος της Βουλής, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δεν συμφωνούν.