Η δεύτερη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση

Η δεύτερη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση

Οι προκλήσεις και οι επιπτώσεις της διεθνούς οικονομικής αναταραχής καθορίζουν τις προοπτικές της Ελλάδας

7' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ τον Σεπτέμβριο του 1973, οι χώρες που διαχειρίζονταν μέσω καρτέλ την πώληση πετρελαίου διεθνώς διπλασίασαν την τιμή του. Με δεδομένη τη χρήση πετρελαίου ως κινητήριας δύναμης σε όλες τις βιομηχανίες του κόσμου, μετακυλίστηκε αυτή η αύξηση μέσω του αυξημένου κόστους παραγωγής στις τιμές, με αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών των τελικών προϊόντων προσφοράς παγκοσμίως. Η συγκυρία ήταν δυσμενής για την παγκόσμια οικονομία λόγω της κατάρρευσης του συστήματος σταθερών ισοτιμιών των διαφόρων νομισμάτων από τον Αύγουστο του 1971. Η άνοδος του παγκόσμιου ΑΕΠ περίπου μηδενίστηκε και το πρωτόγνωρο στην οικονομική ιστορία φαινόμενο ταυτόχρονης καθήλωσης της παραγωγής με ταυτόχρονο πληθωρισμό, ο στασιμοπληθωρισμός, ήταν πλέον πραγματικότητα.

Η διεθνής κοινότητα επιδίωξε συμβιβαστική λύση μεταξύ των κρατών-μελών της, που φυσικό ήταν να στρέφονται ακανόνιστα σε πολιτικές αποφυγής του εθνικά χειροτέρου. Με τη «Σμιθσόνια συμφωνία» του Δεκεμβρίου 1971, προβλεπόταν αρχικά διακύμανση ±2,25% έναντι της κεντρικής ισοτιμίας κάθε νομίσματος απέναντι στο δολάριο.

Οι κινήσεις κεφαλαίων ήταν ωστόσο ακανόνιστες και η συμφωνία κατέρρευσε τον Μάιο 1973. Στη συγκυρία αυτή η ενεργειακή κρίση του Οκτωβρίου 1973 επιδείνωσε σημαντικά την κατάσταση. Συγκλήθηκε το Library Group και έγινε η διάσκεψη του Ραμπουγιέ με στόχο την κατ’ αρχάς δέσμευση όλων να βρουν από κοινού μια πολιτική αντιμετώπισης της στασιμοπληθωριστικής λαίλαπας. Ακολούθησε μακρά περίοδος αποτυχημένων προσπαθειών διατήρησης των ισοτιμιών σε μια κανονικότητα που θα διευκολύνει αντί να διαταράσσει το διεθνές εμπόριο.

Στην τέταρτη Διάσκεψη Κορυφής, στη Βόννη το 1978, οι αποφάσεις ήταν πιο «προχωρημένες». Με αμοιβαίες δεσμεύσεις όλων προς όλους να κρατήσουν τις διακυμάνσεις των συναλλαγμάτων σε ένα εύρος ±2,5% σε σχέση με το δολάριο φαινόταν αντιστροφή της κατάστασης στην παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση.

Στη συγκυρία αυτή ξέσπασε η ιρανική επανάσταση (1979) και στην πορεία ο πόλεμος Ιράν – Ιράκ (1980-1988). Διπλασιάστηκε άλλη μια φορά η τιμή του πετρελαίου, που αποσταθεροποίησε κι άλλο μια ήδη ευάλωτη ισορροπία, έδωσε παράταση ζωής στον στασιμοπληθωρισμό και διέσπειρε επιπρόσθετη αβεβαιότητα στη διεθνή οικονομία.

Η δεύτερη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση-1
Πυκνός καπνός σκεπάζει τον ουρανό πάνω από τον μεγάλο αγωγό πετρελαίου Αμπαντάν – Τεχεράνης μετά τους καταστροφικούς βομβαρδισμούς των ιρακινών αεροπλάνων. Ο πόλεμος Ιράν – Ιράκ που ξέσπασε το 1980 επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση. [ASSOCIATED PRESS]

Επιβολή των πρώτων περιοριστικών μέτρων

Η δικτατορία αποδείχθηκε παντελώς ανέτοιμη στην κρίση του Αυγούστου 1971. Οντας αποκομμένη από διεθνή φόρουμ και εμπεριστατωμένη πληροφόρηση, στηριζόμενη σε τεχνοκράτες με φιλοχουντικά διαπιστευτήρια και με επαμφοτερίζουσα στάση μεταξύ ΗΠΑ και  Ευρώπης, πρόσδεσε τη δραχμή στο δολάριο και την πτώση του, μη αναλύοντας εις βάθος τα συμφέροντα των ελληνικών εξαγωγών και του ισοζυγίου πληρωμών. Το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» οδήγησε μετά την πρώτη πετρελαϊκή κρίση σε έκρηξη του πληθωρισμού στο 35%. Η κυβέρνηση του Νοεμβρίου 1974 αντιμετώπιζε την οξύτητα της  ελλειμματικότητας του ισοζυγίου πληρωμών, ενώ από την άλλη υπήρξε μικρή ανάσχεση της κάμψης της οικονομίας, αλλά και διλήμματα.  Οποιαδήποτε επιπρόσθετη προσπάθεια αναθέρμανσης της οικονομίας  περιοριζόταν από την  ανάγκη της μη χειροτέρευσης του εξωτερικού ελλείμματος, που θα οδηγούσε σε αναζήτηση εξωτερικού δανεισμού υπό συνθήκες περιορισμού της προσφοράς κεφαλαίων, με το διεθνές κλίμα αβέβαιο και με πιθανώς αρνητικές επιπτώσεις στους άδηλους πόρους από τον τουρισμό για το καλοκαίρι του 1975.Για την αντιμετώπιση του ελλείμματος αυτού θα έπρεπε η κυβέρνηση, σύμφωνα με την ορθοδοξία της εποχής, να χρησιμοποιήσει τη  δημοσιονομική πολιτική, αλλά για τους Κ. Καραμανλή, Π. Παπαληγούρα και Ξ. Ζολώτα ήταν πολύ αμφίβολο το εάν προέκυπτε κάποια προωθητική επίδραση στην οικονομία από διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος.

Η δεύτερη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση-2
4.4.1979. Την εκ περιτροπής κυκλοφορία των αυτοκινήτων τα Σαββατοκύριακα προβάλλει η «Κ».

Αποφασίστηκε λοιπόν η κατ’ αρχάς αναμονή σε αυτό το μέτωπο με παράλληλη άμεση δράση στον περιορισμό κατανάλωσης ενέργειας. Ιδρύθηκε εντός του υπουργείου Συντονισμού επιτελική υπηρεσία ελέγχου τιμολογίων για υπερτιμολογήσεις – υποκοστολογήσεις για να αντιμετωπιστεί ο αντίκτυπος της δράσης των πολυεθνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν στη χώρα στις τιμές. Ιδρύθηκε επίσης  κεντρική υπηρεσία ελέγχου προμηθειών των ΔΕΚΟ, ώστε να έχει ο υπουργός άμεση πληροφόρηση των τεκταινομένων στις δημόσιες επιχειρήσεις. Κρίθηκε ότι τρεις ήταν οι πιθανές πηγές εξωτερικής χρηματοδότησης της οικονομίας: βοήθεια από  τις ΗΠΑ, κεφάλαια από αραβικές χώρες (πετροδολάρια) και αναζήτηση βοήθειας από τη Γερμανία, λόγω των εξωτερικών πλεονασμάτων της. Οι σχέσεις με τις ΗΠΑ ήταν σε χαμηλό σημείο μετά την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, με τις αραβικές χώρες χρειαζόταν αναθέρμανση των σχέσεων, ενώ η Γερμανία έβλεπε το μάρκο να ανατιμάται και αγωνιούσε για το μέλλον. Κάπως έτσι κατευθύνθηκε η κυβέρνηση προς την απόφαση υποβολής αιτήματος προσχώρησης στην ΕΟΚ, που πιθανολογούνταν ότι θα έφερνε πολλαπλή σταθερότητα στη δύσκολη συγκυρία.

Πλήγμα στο πρόγραμμα αναπτυξιακών έργων

Στις 6 Μαρτίου 1975 ανακοινώθηκε επίσημα η αποσύνδεση της  δραχμής  από το δολάριο. Σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος καταρτίστηκε ένα καλάθι νομισμάτων με διαφορετικούς συντελεστές στάθμισης στον συνολικό δείκτη, στάθμιση που δεν ανακοινώθηκε επισήμως και αποτελούσε επί μακρόν επτασφράγιστο μυστικό, ώστε να αποτραπεί οποιαδήποτε πιθανή κερδοσκοπία. Στο καλάθι περιλήφθηκαν τα εξής νομίσματα: δολάριο, μάρκο, φράγκο, λιρέτα,  ολλανδικό φιορίνι και βελγικό φράγκο. Στόχος του όλου εγχειρήματος ήταν η διευκόλυνση υποτίμησης έναντι χωρών που εισήγαν ελληνικά προϊόντα και ο έλεγχος του ισοζυγίου πληρωμών γενικότερα. Το 1976 ήταν το έτος  εκκίνησης της προσπάθειας για την προσχώρηση στην ΕΟΚ. Το ΑΕΠ το 1975 είχε αυξηθεί κατά 3,3%, ο πληθωρισμός είχε τιθασευθεί, οι μισθοί είχαν αυξηθεί περισσότερο από τον τιμάριθμο και το έλλειμμα του ισοζυγίου ήταν υπό έλεγχο, αλλά τα σωρευτικά ελλείμματα των ειδικών λογαριασμών προσέγγιζαν τα 25 δισ. δρχ. και έπρεπε να τακτοποιηθεί η εκκρεμότητα  αυτή στο εγγύς μέλλον.

Ετσι ξεκίνησε μια φρενίτιδα αναπτυξιακών έργων και νόμων, καταρτίστηκε πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης και αναπτύχθηκαν οι εμπορικές και πολιτικές σχέσεις με τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Γενικότερα επιδόθηκε η Ελλάδα σε μια γιγαντιαία προσπάθεια ανάκτησης χρόνου και πρωτοβουλιών στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Τον Μάιο του 1976 ανακοινώθηκαν τα μέτρα για την ανάπτυξη της Θράκης σαν μια πρώτη προσπάθεια άσκησης πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης στην πράξη και παράλληλα ανακοινώθηκαν πρωτοβουλίες ανάπτυξης των νησιών του Αιγαίου, καθώς και της Ηπείρου. Ετσι έγινε η ελληνική περιφέρεια μέρος του προγραμματισμού για το μέλλον και τη  δημιουργία ενός σύγχρονου  κράτους πρόνοιας.

Η δεύτερη μεγάλη πετρελαϊκή κρίση-3
Μεγάλη έλλειψη καυσίμων παρατηρήθηκε σε όλες τις χώρες της Δύσης, ενώ στην Ελλάδα ελήφθησαν διάφορα μέτρα για τη μείωση της κατανάλωσης βενζίνης και πετρελαίου θέρμανσης. [ASSOCIATED PRESS]

Σε ό,τι αφορούσε την ανάγκη μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων στον χώρο της οικονομίας, ο Παπαληγούρας αναδείχθηκε ηγέτης της όλης προσπάθειας. Την ίδια εποχή το Δημόσιο συνέστησε, έπειτα από πρωτοβουλία του, το Συμβούλιο  Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής, όπου θα συζητούνταν μεταξύ των κοινωνικών εταίρων τα προβλήματα της οικονομίας και θα αναζητούνταν κοινά αποδεκτές λύσεις. Με την ΕΛΕΒΜΕ επιχειρήθηκε η εκμετάλλευση του ελληνικού υπεδάφους σε βιομηχανικά αξιοποιήσιμες πρώτες ύλες, ενώ δεν έλειψαν και προτάσεις για ίδρυση πετροχημικού βιομηχανικού συγκροτήματος στη χώρα, προκειμένου να διευρυνθεί η παραγωγική της βάση, χωρίς όμως απτά αποτελέσματα. Ο κυριότερος λόγος ήταν το κόστος δημιουργίας και λειτουργίας του έργου σε μια εποχή που άρχιζαν να έχουν άκουσμα οικολογικά προτάγματα. Η έλλειψη χρηματοδότησης ήταν επίσης η αιτία που παρά την εκτεταμένη προσπάθεια αναζήτησης πλουτοπαραγωγικών πόρων στο υπέδαφος της χώρας, η μόνη επένδυση που προχώρησε στην πράξη έπειτα από δεκαετίες ήταν εκείνη της εξόρυξης χρυσού στη Χαλκιδική. Γεγονός πάντως είναι ότι το Εθνικό Ιδρυμα Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών εκπόνησε (το 1976) υπό την υψηλή εποπτεία του υπουργείου Συντονισμού σχέδιο αξιοποίησης του ελληνικού υπεδάφους  και άρχισε ταυτόχρονες προσπάθειες σε τουλάχιστον 20 μέρη της Ελλάδας για αναζήτηση πρώτων υλών.

Το νέο υπόδειγμα στην οικονομική πολιτική

Το παραπάνω σχέδιο που θα εξασφάλιζε απασχόληση και ανάπτυξη στην ελληνική περιφέρεια και ίσως  έναν διαφοροποιημένο βιομηχανικό κλάδο παραμονές προσχώρησης στην ΕΟΚ, δυστυχώς «σκόνταψε» στη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση και τη νέα άνοδο τιμών που αυτή προκάλεσε. Η νέα αυτή παγκόσμια οικονομική διαταραχή ήταν τελικά η αιτία που η χρηματοδότηση αυτής της προσπάθειας καθηλώθηκε, δυστυχώς, στο στάδιο της αποτύπωσης και δεν υπήρξε συνέχεια σε αυτήν μετά την αποχώρηση του Παπαληγούρα από το υπουργείο Συντονισμού. Η προσπάθεια της οικονομικής πολιτικής επικεντρώθηκε στην υπογραφή Συνθήκης Προσχώρησης στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες  και στη διαχείριση του νέου κύματος πληθωρισμού κόστους, που βίωνε η ελληνική οικονομία. Οντως οι πρώτες ροές κοινοτικών πόρων άμβλυναν εκ νέου την ελλειμματικότητα του ισοζυγίου πληρωμών. Οι πόροι αυξήθηκαν κατά τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα που διαπραγματεύτηκε η κυβέρνηση Παπανδρέου με την ΕΟΚ μετά  το 1981 και, σε συνδυασμό με την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή σε μισθούς και συντάξεις, αμβλύνθηκαν και άλλο οι συνέπειες της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης για τους Ελληνες πολίτες. Η δομή ωστόσο της ελληνικής οικονομίας δεν μεταβλήθηκε προς το παραγωγικότερο με την πολιτική αυτή.

Η παράταση του στασιμοπληθωρισμού με τη δεύτερη πετρελαϊκή κρίση οδήγησε διεθνώς σε σταδιακή αντικατάσταση του έως τότε κυρίαρχου οικονομικού παραδείγματος, με την απόρριψη του κεϊνσιανισμού και την υιοθέτηση του μονεταριστικού – «νεοφιλελεύθερου» υποδείγματος διαχείρισης της οικονομικής πολιτικής. Νέες  πολιτικές είχαν βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα στις ανόδους τιμών που περιορίστηκαν. Η απορρύθμιση – απελευθέρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών που συνόδευσε αυτές τις αλλαγές ενισχύθηκε σημαντικά τη δεκαετία του 1980. Στον χώρο των διεθνών οικονομικών σχέσεων οι πέντε ισχυρότερες χώρες του (δυτικού) κόσμου, οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Γαλλία, η Δυτική Γερμανία και η Ιαπωνία, κατέληξαν στις 22 Σεπτεμβρίου 1985 στη λεγόμενη συμφωνία Plaza, με την οποία δόθηκε ένα τέλος στις συνέπειες της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Διεθνώς άρχισαν να εγκαταλείπονται οι έως τότε πολιτικές πλήρους απασχόλησης και δόμησης κοινωνικού κράτους, με την αγορά να καλείται να υποκαθιστά τον ρόλο του Δημοσίου σε ευρεία κλίμακα. Η Ελλάδα δεν ακολούθησε αυτόν τον δρόμο μεταβαλλόμενη σταδιακά σε χώρα υπηρεσιών. Διατήρησε μια δική της πορεία με εκσυγχρονισμούς και επανεκκινήσεις, αλλά τελικά δεν απέφυγε την κρίση το 2010.
 
* Ο κ. Μιχάλης Ψαλιδόπουλος είναι σύμβουλος στο Ινστιτούτο Ελληνικής  Ανάπτυξης και Ευημερίας (IHGP) του Αμερικανικού Κολλεγίου και ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή