Το πένθος και η παρακαταθήκη

Το πένθος και η παρακαταθήκη

Στη Βρετανία θρηνούμε για τη βασίλισσά μας. Η απώλειά της είναι μεγάλη. Νιώθουμε μειωμένοι. Το πένθος μας δεν είναι μόνο επίσημο, είναι βαθιά προσωπικό. Η εγκάρδια σχέση μεταξύ μονάρχη και λαού δεν είναι αυτονόητη, κερδίζεται

5' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη Βρετανία θρηνούμε για τη βασίλισσά μας. Η απώλειά της είναι μεγάλη. Νιώθουμε μειωμένοι. Το πένθος μας δεν είναι μόνο επίσημο, είναι βαθιά προσωπικό.

Η εγκάρδια σχέση μεταξύ μονάρχη και λαού δεν είναι αυτονόητη, κερδίζεται. Γεννημένη πριγκίπισσα, η Ελισάβετ ήταν μέλος της βασιλικής οικογένειας με ό,τι προνόμια αυτό συνεπάγετο, αλλά δεν ήταν στην άμεση σειρά διαδοχής. Η γνωστή συνταγματική κρίση του 1936, η οποία έφερε στον θρόνο τον πατέρα της, καθόρισε και τη δική της μοίρα στην τρυφερή ηλικία των δέκα ετών. Ηταν μόλις 21 ετών όταν υποσχέθηκε να είναι πιστή στο καθήκον της και να αφιερώσει τη ζωή της, «μακρά ή σύντομη», στην υπηρεσία μας. Ο βίος της ήταν πράγματι μακρύς και κράτησε απαρέγκλιτα την υπόσχεσή της μέχρι το τέλος, στα 96 χρόνια της.

Η βασίλισσα ήξερε ότι έπρεπε να είναι ορατή και να βρίσκεται δίπλα στους ανθρώπους που υπηρετούσε. Μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής της, ταξίδευε διαρκώς σε κάθε γωνία του βασιλείου και της Κοινοπολιτείας. Στις δημόσιες εμφανίσεις της η επαφή της με τον κόσμο ήταν μοναδική. Ηθελε να γνωρίσει τους πάντες, όχι μόνο τους επίσημους, αλλά και το προσωπικό, και όσους είχαν βρεθεί εκεί μόνο με την ελπίδα να τη δουν. Είχε υπό την αιγίδα της εκατοντάδες φιλανθρωπικές οργανώσεις, τις οποίες είχε επιλέξει προσεκτικά, στηρίζοντας ενεργά αλλά διακριτικά το έργο τους. Προσκάλεσε τις τηλεοπτικές κάμερες στη ζωή της οικογένειάς της, άνοιξε στο ευρύ κοινό τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, και με την ενθάρρυνση του αείμνηστου συζύγου της, της Α.Υ. του πρίγκιπα Φιλίππου, δούκα του Εδιμβούργου, έφερε τη βασιλική οικογένεια πολύ πιο κοντά στον μέσο Βρετανό, περιορίζοντας τις επισημότητες του παρελθόντος. Τα αποτελέσματα ήταν εκπληκτικά: στο τέλος της βασιλείας της, περίπου το 30% των Βρετανών λέει ότι τη γνώρισε προσωπικά ή την είδε από κοντά.

Η βασίλισσα υπήρξε μια άψογη συνταγματική μονάρχης σε μια ανοιχτή, δημοκρατική εποχή. Ενεργούσε μόνο κατόπιν συμβουλής των υπουργών της και ολοκλήρωνε το συνταγματικό της καθήκον με το να τους συμβουλεύει. Ως υπέρτατος κυβερνήτης της Εκκλησίας της Αγγλίας έδειχνε ότι η βαθιά χριστιανική της πίστη αποτελούσε το θεμέλιο του αξιακού της κώδικα. Μας ενθάρρυνε πάντα να σεβόμαστε τα πιστεύω των άλλων. Για εμάς ήταν πέρα και πάνω από τα μικρά, σκοτεινά ή τεταμένα πολιτικά πράγματα της εποχής, ενσαρκώνοντας τα υψηλότερα ιδανικά και οράματά μας για το τι είδους έθνος, τι είδους άνθρωποι θα έπρεπε να είμαστε.

Στα πρώτα χρόνια της βασιλείας της, η Βρετανία ολοκλήρωσε τη διάλυση της αυτοκρατορίας και η βασίλισσα στήριξε με πάθος την Κοινοπολιτεία. Αναγνώριζε τη μεγάλη σημασία των μετα-αυτοκρατορικών διεθνών σχέσεων της χώρας και εργάστηκε σκληρά για την εξέλιξή τους. Ταξίδευε περισσότερο από οποιονδήποτε προηγούμενο Βρετανό μονάρχη και ήταν η πιο σπουδαία διπλωμάτις της πατρίδας μου. Ηξερε καλά την Ελλάδα, όχι μόνο μέσω του αγαπημένου της συζύγου, του πρίγκιπα Φιλίππου, και βρέθηκε ευτυχώς στη χώρα το 1950, όταν ήταν ακόμη η πριγκίπισσα Ελισάβετ. Το 2013, στην ακρόαση που μου παραχώρησε στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ κατά την ανάληψη των καθηκόντων μου ως πρέσβη της στην Ελλάδα, έμαθα πόσο στενά παρακολουθούσε τις εξελίξεις στην Ελλάδα – ανησυχούσε για τους Ελληνες.

Η βασίλισσα είχε μοναδικές αρετές. Κάθε φορά που τη συναντούσες, σε έκανε να νιώθεις άνετα αμέσως. Βεβαίως, καταλάβαινες ότι ήσουν παρουσία της βασίλισσας, αλλά ήταν πάντα σεμνή και σε άκουγε προσεκτικά, απαντώντας με σοφία. Είχε ζωντανή αίσθηση του χιούμορ και αστειευόταν συχνά με αφοπλιστικό τρόπο (παρά τη νευρικότητά μου με έκανε να γελάσω κατά την ακρόαση που μου παραχώρησε). Αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν την κατανοούσαμε πάντα. Οταν πέθανε η Νταϊάνα, πολλοί θα ήθελαν να έχει δείξει μεγαλύτερη ευαισθησία και να χαλαρώσει την εθιμοτυπία που έμοιαζε τότε να τη χωρίζει από το λαϊκό αίσθημα για την απώλεια της πριγκίπισσας. Εξήγησε ότι η στάση της είχε να κάνει με την ενστικτώδη προσπάθειά της να προστατεύσει τους εγγονούς της, παρά ταύτα, ανταποκρίθηκε στις περιστάσεις.

Βιώνουμε μια ουσιαστική απώλεια: σαν να απωλέσαμε τη μητέρα μας, το στήριγμά μας, το πρόσωπο που ενσάρκωνε τις αρετές της γενιάς της.

Ηταν, πράγματι, πάντα εκεί για εμάς, πάντα δίπλα μας: ιδίως σε κρίσιμες στιγμές. Πρόσφατα, όταν όλοι μας ζούσαμε την πρωτόγνωρη εμπειρία της απομόνωσης λόγω της πανδημίας, μάς έδωσε το πιο δυνατό μήνυμα ελπίδας: «Θα ξανανταμώσουμε», μας είπε, χρησιμοποιώντας ένα στίχο από ένα από τα πιο αγαπημένα τραγούδια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Λίγο μετά, δακρύσαμε μαζί της, θέλαμε να την παρηγορήσουμε οι ίδιοι όταν, λόγω των περιορισμών της πανδημίας, βρέθηκε μόνη της στο παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στο Ουίνδσορ, στην κηδεία του αγαπημένου της συζύγου, του πρίγκιπα Φιλίππου. Η ζωή μας θα έκανε καιρό να επιστρέψει στην κανονικότητα, αλλά ήρθε, πράγματι, η στιγμή που ξανανταμώσαμε. Παρότι ήδη αντιμετώπιζε θέματα υγείας, η βασίλισσα συνέχισε τις δραστηριότητές της και κατά τη διάρκεια των γιορτασμών για το πλατινένιο ιωβηλαίο της το πρώτο μισό της χρονιάς αυτής. Η εμφάνισή της στο μπαλκόνι των ανακτόρων του Μπάκιγχαμ, το χαμόγελο με το οποίο χαιρέτησε το μεγάλο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί, έδωσαν χαρά σε όλους μας. Η βασίλισσα είχε γίνει πραγματικά σύμβολο για εμάς, ένα σύμβολο που έμοιαζε αιώνιο. Φαινόταν να είναι ήρεμη με τον εαυτό της.

Τα συλλυπητήριά μου είναι προς την Αυτού Μεγαλειότητα τον βασιλιά και τη βασιλική οικογένεια, που έχασαν μητέρα, γιαγιά, προγιαγιά. Πρώτος απ’ όλους μας ο νέος βασιλιάς πενθεί, αλλά ταυτόχρονα παίρνει τα ηνία της μοίρας του ως Κάρολος Γ΄. Στις πρώτες ημέρες της βασιλείας του, μας έχει κιόλας καθησυχάσει για τη συνέχεια και τη σταθερότητα στην κορυφή του κράτους.

Και βέβαια ο νέος βασιλιάς ξέρει καλά την Ελλάδα. Το 2018 και πέρυσι, οι Ελληνες έγιναν μάρτυρες του θαυμασμού του για το ελληνικό έθνος, το ορθόδοξο δόγμα και τον ελληνικό πολιτισμό. Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει όπως δεν θα αλλάξει και η δέσμευσή του γύρω από τις φιλανθρωπικές δράσεις τις οποίες στηρίζει στην Ελλάδα.

Οι προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας είναι πολλές, και για το Ηνωμένο Βασίλειο και για την οικογένεια δημοκρατικών κρατών. Ο βασιλιάς θα αποτελέσει, σίγουρα, βάση της εθνικής ενότητας και σύμβολο της αποφασιστικότητάς μας μπροστά στους κινδύνους που αντιμετωπίζουμε μαζί.

Για πολλούς από εμάς σήμερα, το πένθος είναι απέραντο. Ηταν η βασίλισσά μας, πραγματικά μας αγαπούσε και πραγματικά την αγαπούσαμε. Βιώνουμε μια ουσιαστική απώλεια: σαν να απωλέσαμε τη μητέρα μας, το στήριγμά μας, το πρόσωπο που ενσάρκωνε τις αρετές της γενιάς της. Οι εκκλησιαστικές τελετές, οι επίσημες εκδηλώσεις μάς παρηγορούν. Μαζί μας θα παρακολουθήσουν την κηδεία εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο.

Η βασίλισσά μας απεβίωσε. Αναπαυθήτω εν ειρήνη και εν δόξα αναστηθήτω. Αιωνία της η μνήμη. Ζήτω ο βασιλιάς.

* Ο κ. Τζον Κίτμερ είναι πρόεδρος του Αγγλοελληνικού Συνδέσμου και διατέλεσε πρέσβης της Αυτής Μεγαλειότητας στην Ελληνική Δημοκρατία, 2013-2016.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή