Η Αμερική αξίζει έναν καλύτερο πρόεδρο

Η Αμερική αξίζει έναν καλύτερο πρόεδρο

Οι Ρεπουμπλικανοί οφείλουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους, επαναφέροντας το κόμμα στο δημοκρατικό τόξο

2' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο δις παραπεμφείς σε δίκη για υπονόμευση των εκλογών του 2020, Ντόναλντ Τραμπ, λέει ότι θα διεκδικήσει πάλι την προεδρία το 2024. Η νέα του εκστρατεία εγκαινιάσθηκε με την ίδια ασχήμια, τα ίδια ψεύδη και το ίδιο χάος, όπως και η προηγούμενη. Αυτή τη φορά, όμως, ο κίνδυνος για τη δημοκρατία είναι άμεσος.

Ο Τραμπ και οι οπαδοί του δεν μπορούν πλέον να ισχυρίζονται ότι συμμετέχουν καλόπιστα στη δημοκρατική διαδικασία. Εχουν αναγάγει σε θρησκεία και καθοριστικό γνώρισμα του πολιτικού τους κινήματος την απόρριψη κάθε εκλογικού αποτελέσματος που δεν τους εξυπηρετεί και έχουν αποδείξει την προθυμία τους να καταφύγουν στη βία.

Ο Τραμπ είναι ακατάλληλος για το προεδρικό αξίωμα. Αποδείχθηκε ανίκανος και διεφθαρμένος. Θα έπρεπε να έχει καταδικασθεί από τη Γερουσία το 2019 για κατάχρηση εξουσίας και το 2021 για εξώθηση σε στάση. Παρότι οι ψηφοφόροι τον απαρνήθηκαν στην κάλπη, έχει δικαίωμα να διεκδικήσει πάλι την ψήφο τους και οι Αμερικανοί θα πρέπει να υποστούν μία ακόμη υποψηφιότητά του.

Αν βρεθεί στο ψηφοδέλτιο των προεδρικών εκλογών του 2024, αυτές θα μετατραπούν σε δημοψήφισμα με ερώτημα τη διατήρηση της αμερικανικής δημοκρατίας. Η επιβίωση του πολιτεύματός μας εξαρτάται από την επιλογή ηγετών, οι οποίοι σέβονται τις αρχές του κράτους δικαίου.

Στο μεταξύ, το Κογκρέσο οφείλει να νομοθετήσει προκειμένου οι σύμμαχοι του Τραμπ στη νομοθετική εξουσία να χάσουν τη δυνατότητα αμφισβήτησης των εκλογικών αποτελεσμάτων που υποβάλλονται από τις πολιτείες. Τον τελικό λόγο θα πρέπει να έχει η Δικαιοσύνη και όχι οι τοπικοί εκλεγμένοι άρχοντες.

Οι ψηφοφόροι απέρριψαν την περασμένη εβδομάδα στις κάλπες το σύνολο των επικίνδυνων αρνητών του αποτελέσματος των εκλογών του 2020 σε κρίσιμες εκλογικές περιφέρειες. Ο κίνδυνος παρεμβάσεων από ιδεολογικά στρατευμένους τοπικούς άρχοντες και μέλη του Κογκρέσου, που αρνούνται την ήττα του Τραμπ το 2020, παραμένει υπαρκτός.

Ακόμη και όσοι Ρεπουμπλικανοί τάχθηκαν στο πλευρό του Τραμπ προκειμένου να εκμεταλλευθούν τη δημοτικότητά του, οφείλουν να αναγνωρίσουν ότι η τακτική τους υπήρξε κοντόφθαλμη και καιροσκοπική, ενώ οδήγησε σε αμφισβήτηση της ακεραιότητας της πολιτικής διαδικασίας.

Αν οι Αμερικανοί αμφισβητούν τις εκλογές και οι ηγέτες τους ενισχύουν τις αμφιβολίες αυτές, θα πάψουν να αποδέχονται τη νομιμότητα των αποφάσεων και των πρωτοβουλιών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Χωρίς τη νομιμοποίηση αυτή, η αμερικανική δημοκρατία θα καταρρεύσει.

Η ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, αφού επέδειξε εγκληματική ανοχή στις παρανομίες του προέδρου Τραμπ, συνέχισε να καλλιεργεί τη λατρεία προσωπικότητας γύρω από το πρόσωπό του, παρά την απαίτησή του για απόλυτη αφοσίωση από το κόμμα και την εκδικητική μανία του απέναντι σε όσους τον αμφισβητούν. Ο «τραμπισμός» αποδείχθηκε διχαστικός παράγοντας ακόμη και στους κόλπους των πλέον συντηρητικών κύκλων, που έχουν χωριστεί σε δύο στρατόπεδα με αφορμή τον Τραμπ.

Η υποψηφιότητα Τραμπ πρέπει να λειτουργήσει σαν σάλπισμα για όσους είναι πρόθυμοι να πολεμήσουν για την ψυχή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Παρά τις διαφωνίες της εφημερίδας μας με τις πολιτικές τους θέσεις, ηγετικά στελέχη του κόμματος, όπως οι Μάικ Πενς, Λιζ Τσέινι, Ρον ντε Σάντις και Νίκι Χέιλι, μεταξύ άλλων, έχουν αποδείξει την προσήλωσή τους στο κράτος δικαίου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT