Η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και το παρασκήνιο με τα F16

Η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και το παρασκήνιο με τα F16

Σύμφωνα με πηγές στην Ουάσιγκτον, η διαφαινόμενη συμφωνία σε αυτή τη φάση μπορεί να σπάσει μόνο εάν κάνει πίσω η Τουρκία, η οποία συνεχίζει -ακόμη και την ώρα που όλα δείχνουν να έχουν κλείσει- να βάζει νέα αιτήματα στο τραπέζι. 

5' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Ραγδαίες φαίνεται πως είναι οι εξελίξεις στο θέμα της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, αφού, όπως όλα δείχνουν, εάν δεν υπάρξει κάποιο απρόοπτο εκ μέρους της τουρκικής πλευράς, η ανακοίνωση συμφωνίας στο Βίλνιους μπορεί να είναι ζήτημα ωρών.

Σύμφωνα με τα δεδομένα που ισχύουν αυτή την ώρα και με την επιφύλαξη ότι καμία συμφωνία δεν είναι τελική μέχρι να μπουν οι υπογραφές, η Τουρκία φαίνεται πως υποχωρεί και δίνει το «πράσινο φως» για τη διεύρυνση της Συμμαχίας, αποδεχόμενη παράλληλα τους σκληρούς -και πρωτοφανείς για τέτοιου είδους συνδιαλλαγή- όρους που θα συνοδεύουν ενδεχόμενη πώληση των F16.

Σύμφωνα με πηγές στην Ουάσιγκτον, η διαφαινόμενη συμφωνία σε αυτή τη φάση μπορεί να σπάσει μόνο εάν κάνει πίσω η Τουρκία, η οποία συνεχίζει -ακόμη και εκεί που όλα δείχνουν να έχουν «κλείσει»- να βάζει νέα αιτήματα στο τραπέζι. 

Αργά χθες το βράδυ, για παράδειγμα, ο Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε από τον πρόεδρο Μπάιντεν να αρχίσουν και να ολοκληρωθούν με συνοπτικές διαδικασίες οι συνομιλίες με την Ευρωπαϊκή Ενωση για την ένταξη της Τουρκίας, δημιουργώντας νέα αβεβαιότητα γύρω από τις προοπτικές συμφωνίας. 

Ο πρόεδρος Μπάιντεν του απάντησε πως αυτό δεν είναι καμία περίπτωση κάτι για το οποίο θα μπορούσαν να μεσολαβήσουν οι ΗΠΑ και του υπενθύμισε τη δεινή θέση στην οποία θα βρεθεί η Τουρκία, αλλά και οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, στην περίπτωση που η Σουηδία δεν ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Προς επίρρωσιν όλων αυτών, αμέσως μετά ακολούθησε και τηλεφωνική επικοινωνία του υπουργού Εξωτερικών, Αντονι Μπλίνκεν, με τον Τούρκο ομόλογό του, Χακάν Φιντάν. 

Πηγές στην Ουάσιγκτον αναφέρουν δε ότι, ακριβώς επειδή βρισκόμαστε τόσο κοντά σε συμφωνία, αν η Τουρκία αποφασίσει να τα ανατρέψει όλα στο Βίλνιους, η επιδείνωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ θα είναι ραγδαία, το πλήγμα για την Αγκυρα, ιδιαιτέρως σε επίπεδο οικονομίας, θα είναι πολλαπλό, ενώ δεν αποκλείεται να οδηγήσει ακόμη και σε επιβολή των λεγόμενων δευτερευουσών κυρώσεων κατά της χώρας. «Το διακύβευμα δεν θα μπορούσε να είναι υψηλότερο για την Τουρκία», όπως είπαν χαρακτηριστικά στην «Κ» πηγές από την Ουάσιγκτον.

Οσο κι αν οι προσπάθησαν οι Αμερικανοί τους τελευταίους μήνες να πείσουν ότι τα θέματα της Σουηδίας και των μαχητικών F-16 δεν συνδέονταν μεταξύ τους, οι ίδιες οι εξελίξεις, καθώς και η χθεσινή δημόσια παραδοχή του προέδρου Μπάιντεν στο CNN, αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. 

Κατά τη διάρκεια της πολύμηνης και εξαιρετικά δύσκολης διαδικασίας των διαπραγματεύσεων -το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έγινε σε καθεστώς απόλυτης μυστικότητας- ρυθμιστικός παράγοντας των εξελίξεων δεν ήταν η Στοκχόλμη, όπως θα περίμενε κανείς, αλλά η Αθήνα, χωρίς μάλιστα να το έχει επιδιώξει. Η εξέλιξη αυτή αποδεικνύει πως οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ περνούν πια ξεκάθαρα μέσα από την Ελλάδα.

Ο αμερικανικός παράγοντας θεωρεί, εδώ και πολλές εβδομάδες, ότι ο μοναδικός τρόπος για να αρθεί το αδιέξοδο και να καμφθεί η σκληρή στάση του Κογκρέσου ήταν να δώσει το «πράσινο φως» η Ελλάδα. 

Ετσι, ο Λευκός Οίκος, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο επιδόθηκαν σε πραγματικό αγώνα δρόμου και χρόνου προκειμένου να ικανοποιήσουν στο ακέραιο όσα αιτήματα είχαν διατυπωθεί από το Κογκρέσο κατά το προηγούμενο διάστημα, τα οποία αφορούν την πλήρη διασφάλιση των ελληνικών εθνικών συμφερόντων. 

Οπως ακριβώς είχε απαιτήσει ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας, Ρόμπερτ Μενέντεζ, οποιαδήποτε τελική συμφωνία με την Τουρκία, αν και όταν επιτευχθεί, θα πρέπει να περιλαμβάνει μηχανισμούς που να προβλέπουν την παύση, την αναβολή, ή ακόμη και την ακύρωση της μεταφοράς οπλικών συστημάτων εάν η Αγκυρα επιστρέψει στη γνωστή επιθετική συμπεριφορά. 

Και αυτό, όπως έχει εξηγήσει, επειδή αυτή η συμπεριφορά δεν στρέφεται μόνο εναντίον της Ελλάδας, αλλά υπονομεύει και τα συμφέροντα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, καθώς και την ενότητα της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, κάτι που θα αποτελεί πια επίσημη πολιτική των ΗΠΑ. 

Συνεπώς, φαίνεται πως θα αξιοποιηθεί το λεγόμενο «μοντέλο των F-35», πρόγραμμα από το οποίο -υπενθυμίζεται- αποπέμφθηκε η Τουρκία λόγω της πρόβλεψης στον αμυντικό προϋπολογισμό του 2020 ότι καμία μεταφορά μαχητικών πέμπτης γενιάς δεν είναι εφικτή όσο η Τουρκία κατέχει τα ρωσικά συστήματα S400.

Βάσει, ακριβώς, αυτού του εξαιρετικά επώδυνου για την Τουρκία προηγουμένου, πηγές στο Κογκρέσο υπενθυμίζουν πως μια διαδικασία πώλησης όπλων μπορεί να διαρκέσει ακόμη και χρόνια. «Κατά τη διάρκεια αυτής της μακράς περιόδου», επισημαίνουν, «το Κογκρέσο μπορεί να χρησιμοποιήσει νομοθετικά εργαλεία και ανά πάσα στιγμή -ακόμη και έως τις ημερομηνίες της τελικής παράδοσης- να μπλοκάρει, να αναθεωρήσει ή να αλλάξει τους όρους μιας πώλησης».

Οπως επισημαίνουν, μάλιστα, τα μέλη του Hellenic Caucus στο Κογκρέσο στην επιστολή τους προς τον ΥΠΕΞ, Αντονι Μπλίνκεν, «όλα τα αμερικανικά αμυντικά συστήματα που πωλούνται, μισθώνονται ή εξάγονται βάσει του Νόμου περί Ελέγχου Εξαγωγών Οπλων (AECA) υπόκεινται σε παρακολούθηση της τελικής τους χρήσης για να διασφαλιστεί ότι ο παραλήπτης συμμορφώνεται πλήρως με τις απαιτήσεις που επιβάλλονται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και οι οποίες προβλέπουν νόμιμη χρήση και όχι χρήση εναντίον συμμάχων».

Οπως τονίζεται, κατά τη διάρκεια των πολυεπίπεδων διεργασιών υπήρξε η σκέψη να περιληφθούν στην Επιστολή Αποδοχής (LOA) του αιτήματος πώλησης των μαχητικών (που θα αποστείλουν οι ΗΠΑ προς την Τουρκία αμέσως μετά την ειδοποίηση του Κογκρέσου) λεπτομερώς οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι μηχανισμοί εποπτείας που θα διέπουν τη συναλλαγή. Αυτή η σκέψη φαίνεται πως προσέκρουσε σε αντιρρήσεις της Lockheed Martin, η οποία δεν επιθυμεί την ύπαρξη όρων στις συμβάσεις της.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, λόγω της τεράστιας εκστρατείας που έχει γίνει στις ΗΠΑ τα τελευταία δύο χρόνια από το ελληνοαμερικανικό λόμπι εναντίον της πώλησης των F16, έχει εδραιωθεί πλέον η άποψη, και μάλιστα σε σημαντικούς κύκλους του Κογκρέσου, ότι «δεν μπορεί, στο όνομα της ένταξης ενός νέου μέλους στο ΝΑΤΟ (Σουηδίας), να τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια ενός εκ των παλαιότερων μελών της (Ελλάδα)» και πως η Τουρκία πρέπει να αλλάξει στάση για να δικαιούται να αγοράσει αμερικανικά όπλα.

Είναι ξεκάθαρο πια, σύμφωνα με πηγές στην αμερικανική πρωτεύουσα, ότι η Ουάσιγκτον, αν χρειαστεί να επιλέξει ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, έχει ήδη επιλέξει την Ελλάδα. Και αυτό έχει να κάνει με την αξιοπιστία που έχει επιδείξει η χώρα μας τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά και με το γεγονός ότι στο πρόσωπο του Ελληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, οι ΗΠΑ και ο πρόεδρος Μπάιντεν, προσωπικά, βλέπουν έναν έμπιστο συνομιλητή με τον οποίο μπορούν να διασφαλίσουν τα κοινά συμφέροντα των δύο χωρών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή