Ο πόλεμος στη Λωρίδα της Γάζας έχει αλλάξει τα γεωπολιτικά δεδομένα στην Ανατολική Μεσόγειο με εμφανείς και λιγότερο εμφανείς τρόπους. Κατ’ αρχάς, το Παλαιστινιακό επανέρχεται με δραματικό τρόπο στο διπλωματικό προσκήνιο. Ασχέτως ποια θα είναι η τελική κατάληξη της χερσαίας επιχείρησης, η ισραηλινή ηγεσία δεν έχει πλέον την πολυτέλεια να αγνοεί την παλαιστινιακή πλευρά. Ακόμη και μετριοπαθείς αραβικές χώρες, όπως η Αίγυπτος και η Ιορδανία, αναγκάζονται υπό την πίεση της κοινής γνώμης να υποστηρίξουν το δίκαιο αίτημα των Παλαιστινίων για αυτοδιάθεση. Για την ακρίβεια, η πιθανή καταστροφή της Χαμάς θα αποστερήσει από την Ιερουσαλήμ το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να διαπραγματευθεί με τρομοκράτες.
Ο γειτονικός Λίβανος βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση, που ενισχύει τις φυγόκεντρες δυνάμεις στο εσωτερικό του. Η Χεζμπολάχ έχει εξελιχθεί σε κράτος εν κράτει, εκμεταλλευόμενη τη δημογραφική υπεροχή της σιιτικής κοινότητας και την ισχυρή υποστήριξη που της παρέχει το Ιράν. Ο στρατιωτικός βραχίονας της λιβανέζικης οργάνωσης έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, λόγω των πολύτιμων εμπειριών που απέκτησαν οι μαχητές της στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Η σύγκρουση χαμηλής ισχύος που υπάρχει αυτή τη στιγμή στα σύνορα Ισραήλ – Λιβάνου μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε έναν κανονικό πόλεμο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η εδαφική ακεραιότητα της πολύπαθης χώρας δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Η Συρία βρίσκεται ακόμη σε εμπόλεμη κατάσταση, παρά το γεγονός ότι το καθεστώς Ασαντ ελέγχει το μεγαλύτερο κομμάτι της επικράτειας. Ωστόσο, ο στρατηγικός εναγκαλισμός της Δαμασκού με την Τεχεράνη μετατρέπει τη χώρα σε προπύργιο των Φρουρών της Επανάστασης και άλλων φιλοϊρανικών παραστρατιωτικών δυνάμεων. Η ιρανική στρατιωτική παρουσία στη Συρία δικαιολογημένα αντιμετωπίζεται ως σημαντική απειλή για την ισραηλινή ασφάλεια. Ταυτόχρονα, το Ισλαμικό Κράτος και άλλες ισλαμιστικές σουνιτικές οργανώσεις οργανώνουν επιθέσεις μικρής κλίμακας εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων ή των κουρδικών πολιτοφυλακών.
Η Αίγυπτος, που κυβερνάται από τον στρατό, παραμένει σταθερή, αλλά κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει την πιθανότητα μιας νέας πολιτικής κρίσης. Λόγω του υπερπληθυσμού, της περιβαλλοντικής κρίσης και της μεγάλης οικονομικής ανέχειας, η κοινωνική ειρήνη είναι ιδιαίτερα εύθραυστη. Στα δυτικά της Αιγύπτου, η διάλυση της Λιβύης συνιστά μια μόνιμη πηγή ανασφάλειας για το Κάιρο. Ταυτόχρονα, παρά τις διαβεβαιώσεις της αιγυπτιακής ηγεσίας για τερματισμό των συγκρούσεων, το παρακλάδι τους Ισλαμικού Κράτους συνεχίζει τις επιθέσεις του στο βόρειο τμήμα της Χερσονήσου του Σινά.
Η περιοχή έχει μπει σε μια δίνη αστάθειας και αβεβαιότητας χωρίς διαφαινόμενο τέλος.
Οι κρατικοί παράγοντες που προστίθενται στη γεωπολιτική εξίσωση της περιοχής περιλαμβάνουν τις ΗΠΑ, τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, τη Ρωσία και την Τουρκία. Η Ουάσιγκτον δεν φαίνεται να διαθέτει ένα συνολικό σχέδιο για την Ανατολική Μεσόγειο, εδώ και καιρό. Πέρα από την υποστήριξη που παρέχει στα δύο σημαντικότερα σχήματα τριμερούς συνεργασίας (Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ και Ελλάδα-Κύπρος-Αίγυπτος), η αμερικανική ηγεσία επιθυμεί τη μικρότερη δυνατή ανάμειξή της στα περιφερειακά δρώμενα. Ο πόλεμος στη Γάζα άλλαξε πρόσκαιρα τον σχεδιασμό της Ουάσιγκτον, αλλά ο ανταγωνισμός με τη Ρωσία και την Κίνα θεωρείται μια δομική απειλή για την αμερικανική πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα. Η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία διαθέτουν ορισμένα ερείσματα στην περιοχή, ωστόσο, δεν έχουν τις δυνατότητες να διαδραματίσουν ένα στρατηγικό ρόλο.
Αντιθέτως, η Ρωσία εξακολουθεί να αναπτύσσει τις σχέσεις της με τις αραβικές χώρες και το Ιράν σε ανησυχητικό βαθμό. Πέρα από τη στρατιωτική παρουσία της στη Συρία, η Μόσχα έχει προσεταιριστεί το Σουδάν για τη δημιουργία μιας ναυτικής βάσης στην Ερυθρά Θάλασσα και διατηρεί ακέραιη την επιρροή της στην ανατολική Λιβύη. Μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, η ρωσοϊρανική αμυντική συνεργασία έχει περάσει σε νέα φάση αναβάθμισης, που προβληματίζει τις δυτικές κυβερνήσεις.
Η Τουρκία είναι πανταχού παρούσα στην Ανατολική Μεσόγειο. Από την κατεχόμενη Κύπρο μέχρι τη Γάζα και από τη δυτική Λιβύη μέχρι τη βόρεια Συρία, ο τουρκικός παράγοντας συνδιαμορφώνει τους περιφερειακούς συσχετισμούς ισχύος. Αλλοτε αυτοπαρουσιάζεται ως σύμμαχος της Δύσης, που εξισορροπεί την επιρροή αντιδυτικών δυνάμεων (Ρωσία, Ιράν), και άλλοτε λειτουργεί ως αυτόνομη δύναμη που υπερασπίζεται τη δικαιοσύνη για λογαριασμό των μουσουλμάνων της περιοχής. Στην πραγματικότητα, η ερντογανική Τουρκία έχει αποκτήσει την ψυχολογία μιας περιφερειακής δύναμης που θέλει να έχει λόγο για κάθε σοβαρό ζήτημα ασφάλειας.
Καταληκτικά, η περιοχή αντιμετωπίζει σύνθετες προκλήσεις, που απαιτούν συνεργατικό πνεύμα ανάμεσα σε πολλούς δρώντες. Ο πόλεμος στη Γάζα έχει επιφέρει μεγάλα δεινά στον άμαχο πληθυσμό, αλλά αυτό ίσως δεν είναι τελικά το χειρότερο. Η Ανατολική Μεσόγειος έχει μπει σε μια δίνη αστάθειας και αβεβαιότητας χωρίς διαφαινόμενο τέλος.
*Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London. Το βιβλίο του «Το Νέο Πολιτικό Ισλάμ: Ανθρώπινα δικαιώματα, Δημοκρατία και Δικαιοσύνη» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.