Ιρλανδία: Πόσο πιθανή είναι η επανένωσή της;

Ιρλανδία: Πόσο πιθανή είναι η επανένωσή της;

Είναι εξαιρετικά πιθανό σε λίγους μήνες το Σιν Φέιν να διοικεί και τις δύο Ιρλανδίες. Θα προλάβει, άραγε, η γενιά μας να δει μια ιστορική αλλαγή συνόρων σε ευρωπαϊκό έδαφος;

8' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για πρώτη φορά στην ιστορία της προτεσταντικής Βόρειας Ιρλανδίας αναλαμβάνει πρωθυπουργικά καθήκοντα μία καθολική πολιτικός, η Μισέλ Ο’Νιλ. Πρόκειται για μια ιστορική και εξαιρετικά παράδοξη εξέλιξη.

Ο λόγος ύπαρξης της Βόρειας Ιρλανδίας, η ειδοποιός και ταραχώδης διαφορά της με τη γειτονική καθολική Ιρλανδία, υπήρξε ο προτεσταντισμός της. Και τώρα, οι κάτοικοί της στέλνουν στην εξουσία το Σιν Φέιν, ένα κόμμα που έχει ως καταστατικό του σκοπό την επανένωση του νησιού, δηλαδή τον τερματισμό της ύπαρξης της Βόρειας Ιρλανδίας την οποία καλείται να διοικήσει η αρχηγός του.

Ιρλανδία: Πόσο πιθανή είναι η επανένωσή της;-1
Η Μισέλ Ο’Νιλ. (AP Photo/Peter Morrison)

Στη Βόρεια Ιρλανδία όμως όλα είναι ελαφρώς παράδοξα και δυσεξήγητα: από τις 18 προσυμφωνημένες μέρες κατά τις οποίες κυματίζει η βρετανική σημαία στα δημόσια κτίρια μέχρι τις 2.000 θρησκευτικές παρελάσεις που διοργανώνονται κάθε χρόνο.

«Πόσο κοντά βρισκόμαστε στην επανένωση;»

Το ερώτημα είναι αν η Ο’Νιλ θα βάλει μπροστά τα σχέδιά της. Το ακούμε στη Βρετανία αυτές τις μέρες σε καθημερινή βάση, στις ειδήσεις, τα social media, τις πολιτικές αναλύσεις: Πόσο κοντά βρισκόμαστε στην επανένωση της Ιρλανδίας;

«Είμαι 53 χρονών, το ακούω σε όλη μου τη ζωή, δεν συμβαίνει ποτέ, και ούτε πρόκειται», είπε η Αρλίν Φόστερ, πρώην πρώτη υπουργός της Βόρειας Ιρλανδίας και αρχηγός του υπερσυντηρητικού προτεσταντικού DUP. Στον αντίποδα, η 45χρονη Κλερ Χάνα, βουλευτής με το καθολικό (πλην όμως εγκρατές ως προς την επανένωση) SDNP, προέβλεψε ότι το πιθανότερο σενάριο είναι πως η ίδια θα προλάβει να δει την Ιρλανδία ενωμένη.

Ιρλανδία: Πόσο πιθανή είναι η επανένωσή της;-2
(AP Photo/Matt Dunham)

Για να καταλάβουμε την κλίμακα όσων συμβαίνουν αυτές τις μέρες, πρέπει να πάμε αρκετά πιο πίσω, όταν οι προτεστάντες εγκαταστάθηκαν στη Βόρεια Ιρλανδία (ή Ολστερ) στις αρχές του 17ου αιώνα. Εφθασαν εκεί από τη γειτονική Βρετανία με τον μαζικό εποικισμό που οργάνωσε ο βασιλιάς της Αγγλίας και της Σκωτίας Ιάκωβος ο Α΄. Πήραν την καλή γη και εξοστράκισαν τους ντόπιους καθολικούς στα άγονα κομμάτια της. Οταν η Ιρλανδία ανεξαρτητοποιήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο το 1922, οι προτεστάντες δεν ακολούθησαν. Κράτησαν το Ολστερ στη βρετανική Ενωση και, πληθυσμιακά κυρίαρχοι καθώς ήταν, δημιούργησαν θεσμούς στα μέτρα τους. «Μια προτεσταντική Βουλή για έναν προτεσταντικό λαό», είχε πει ο Τζέιμς Κρέιγκ, τότε πρωθυπουργός της Βόρειας Ιρλανδίας (ή πρώτος υπουργός, όπως είναι ο επίσημος τίτλος).

Εβδομήντα χρόνια αργότερα, ο πρώτος υπουργός Ντέιβιντ Τριμπλ υπήρξε πιο απολογητικός: «Η χώρα μας είναι ένα κρύο σπίτι για τους καθολικούς». Πράγματι, ένα άτυπο πιστοποιητικό θρησκευτικών φρονημάτων τους καθιστούσε πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Από τον διορισμό στις δημόσιες υπηρεσίες μέχρι τις λίστες αναμονής για τις εργατικές κατοικίες, το προβάδισμα είχαν πάντα οι προτεστάντες.

Από τις «Ταραχές» στη «Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής»

Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 οι καθολικοί κατέβηκαν στους δρόμους και σύντομα το ειρηνικό κίνημα δικαιωμάτων μετατράπηκε σε ένοπλη σύγκρουση: τις εμβληματικές «Ταραχές» ή «Troubles». Τη δεκαετία του ’80 ήταν μόνιμο θέμα και στα ελληνικά δελτία ειδήσεων, όπως περίπου σήμερα το Μεσανατολικό.

Είναι παράδοξο, αλλά στο έδαφος μίας από τις πλέον προηγμένες δυτικοευρωπαϊκές χώρες, σε μία ειρηνική περίοδο για την Ευρώπη, μαινόταν ένας αιματηρός εμφύλιος. Μέσα σε τριάντα χρόνια 3.600 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 50.000 τραυματίστηκαν. Δεν υπάρχει σπίτι στη μικρή Βόρεια Ιρλανδία (1,8 εκατομμύρια κάτοικοι) που να μην έχει υποστεί τις συνέπειες.

Το σπίτι της Μισέλ Ο’Νιλ ήταν ένα από αυτά. Ο πατέρας της φυλακίστηκε ως μέλος της καθολικής παραστρατιωτικής οργάνωσης του IRA.

Η ένοπλη εθνοτική σύγκρουση καθολικών-προτεσταντών θεωρούνταν χαμένη υπόθεση. Ομως η πίεση του Λονδίνου και της Ουάσιγκτον οδήγησε στην ιστορική Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής το 1998. Με τη συμφωνία οι καθολικοί μπόρεσαν να νιώσουν στο σπίτι τους, χωρίς οι προτεστάντες να το αποχωριστούν. Είναι ένας διπλωματικός άθλος και οφείλεται εν μέρει στην εξαιρετική διατύπωση του κειμένου. Σε αυτό κάθε κοινότητα διάβασε αυτό που ήθελε.

Ιρλανδία: Πόσο πιθανή είναι η επανένωσή της;-3
Τοιχογραφία για τη συμπλήρωση 25 ετών από την υπογραφή της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής. (AP Photo/Peter Morrison)

Οι καθολικοί είδαν την ισότιμη συμμετοχή τους στην εξουσία ως πολιτική νομιμοποίηση μιας κοινότητας που πλέον θα επιδίωκε με ειρηνικά μέσα την επανένωση με την Ιρλανδία.

Οι προτεστάντες κέρδισαν τον πόλεμο. Η αιματοχυσία έλαβε τέλος, χωρίς οι αποσχιστές να πετύχουν τον στόχο τους.

Η Ενωση με τη Βρετανία μπορεί να αμφισβητηθεί μόνο αν η κυβέρνηση του Λονδίνου δώσει το «πράσινο φως» για δημοψήφισμα, εφόσον διαπιστώσει ότι υπάρχουν ενδείξεις πως η πλειοψηφία επιθυμεί την απόσχιση. Οι προτεστάντες ήταν διασφαλισμένοι. Με πλειοψηφία 2 προς 1 έναντι των καθολικών η επανένωση της Ιρλανδίας δεν θα είχε ποτέ σοβαρή τύχη. Ομως ο χρόνος τους διέψευσε. Τα δημογραφικά δεδομένα άλλαξαν σε βάρος τους.

Δημογραφικές «ανατροπές»

Τον Σεπτέμβριο του 2022 είδαμε την πρώτη στα χρονικά απογραφή στην οποία οι καθολικοί μετρήθηκαν περισσότεροι από τους προτεστάντες. Αντιπροσωπεύουν πλέον το 45,7% του πληθυσμού και οι προτεστάντες το 43,5%. Πρόκειται για μία σεισμική αλλαγή σε ένα έθνος που εδραιώθηκε συνταγματικά στην πληθυσμιακή υπεροχή των προτεσταντών έναντι των καθολικών. Η αλλαγή αυτή έχει αρχίσει να αντικατοπτρίζεται και στις δημοσκοπήσεις που καταγράφουν τον τρόπο με τον οποίο οι Βορειοϊρλανδοί αυτοπροσδιορίζονται. Το 2011, σε ποσοστό 40% δήλωναν μόνο Βρετανοί, τώρα το ποσοστό έπεσε σε 32%. Αντίστοιχα, όσοι δηλώνουν Ιρλανδοί αυξήθηκαν από 25% σε 29%.

Η νίκη της Ο’Νιλ δεν είναι, λοιπόν, ευκαιριακή. «Δεν θα δούμε ποτέ ξανά προτεστάντη πρώτο υπουργό», επισήμανε ο ειδήμων σε θέματα Βόρειας Ιρλανδίας, πολιτικός επιστήμονας Τζόναθαν Τονγκ.

Post-Brexit 

Εξίσου σεισμική με τη δημογραφική αλλαγή της χώρας ήταν και η απόφαση του Λονδίνου και των Βρυξελλών η Βόρεια Ιρλανδία να παραμείνει στην ευρωπαϊκή Ενιαία Αγορά προκειμένου να μη διαταραχθεί η σχέση της με την υπόλοιπη Ιρλανδία.

Σε μία πρωτοφανή εξέλιξη, οι Βρετανοί σήκωσαν οι ίδιοι ένα εμπορικό, και κυρίως ψυχολογικό σύνορο στην ιρλανδική θάλασσα ώστε οι νόμοι της Βόρειας Ιρλανδίας να εναρμονιστούν με την Ιρλανδία και την Ε.Ε., αφήνοντας έτσι τη χώρα de facto εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου. Είναι ο λόγος που το DUP αρνούνταν επί δύο χρόνια να συμμετάσχει στην κυβέρνηση με την Ο’Νιλ. Τελικά συναίνεσε εξαιτίας της διοικητικής παράλυσης της χώρας, με αντίτιμο μάλλον διακοσμητικές αλλαγές στη συμφωνία με τις Βρυξέλλες.

Ιρλανδία: Πόσο πιθανή είναι η επανένωσή της;-4
(AP Photo/Peter Morrison)

Η έλξη της ευρωπαϊκής υπερδύναμης είναι έτσι κι αλλιώς ακαταμάχητη. Η κίνηση εμπορευμάτων από το νησί της Βρετανίας στη Βόρεια Ιρλανδία έπεσε κατά 2,4% το 2022. Αντιθέτως, οι εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Eνωση ανέβηκαν κατά 8,3%.

Η σημαντικότερη εξέλιξη, τεχνικής φύσεως εκ πρώτης όψεως και στο περιθώριο της δημόσιας συζήτησης, είναι ότι το ίδιο ακριβώς κάνουν και οι περιοχές της Ουαλίας ή της Σκωτίας.

Μετά το Brexit η ουαλική και η σκωτσέζικη κυβέρνηση συντονίζουν τη νομοθεσία για τα προϊόντα τους με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές και όχι με τις βρετανικές, ώστε να τα κάνουν πιο ανταγωνιστικά στη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά. Eτσι, για παράδειγμα η απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης στις δύο χώρες μπορεί να οδηγήσει στην απαγόρευση κάποιων αγγλικών προϊόντων σε σκωτσέζικο και ουαλικό έδαφος. Είναι ένα ακόμη οικονομικό σύνορο το οποίο αυτήν τη φορά απομονώνει την Αγγλία όχι μόνο από τη Βόρεια Ιρλανδία αλλά και από τα άλλα δύο έθνη.

Και οι τρεις μικρές χώρες του Ηνωμένου Βασιλείου μοιάζουν σήμερα πιο «ευρωπαϊκές» στις πολιτικές τους επιλογές. Περισσότερο σοσιαλδημοκρατικές στην ατζέντα τους. Και οι τρεις με αριστερές κυβερνήσεις και πιο αναλογικά εκλογικά συστήματα.

Το Σιν Φέιν δεν κέρδισε τις εκλογές μόνο στη Βόρεια Ιρλανδία. Το 2020, επίσης για πρώτη φορά στα χρονικά, τις κέρδισε και στην Ιρλανδία. Τότε δεν είχε καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση. To δημοσκοπικό του προβάδισμα όμως για τις επόμενες εκλογές τον Μάρτιο του 2025 το καθιστά κυβέρνηση εν αναμονή. Είναι λοιπόν εξαιρετικά πιθανό σε λίγους μήνες το Σιν Φέιν να διοικεί και τις δύο Ιρλανδίες. Η αρχηγός της ιρλανδικής του πτέρυγας, Μέρι Λου ΜακΝτόναλντ, έχει ήδη ζητήσει από τις κυβερνήσεις του Λονδίνου, του Δουβλίνου και του Μπέλφαστ «να αρχίσουν να ετοιμάζονται» για το δημοψήφισμα της επανένωσης. Η Ο’Νιλ είπε ότι η αναμέτρηση μπορεί να γίνει μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια.

Στο Σιν Φέιν ξέρουν ότι οι νέοι Βορειοϊρλανδοί κοιτάζουν την Ιρλανδία ως πρότυπο. Το 57% στις ηλικίες 18-24 θα ψήφιζαν «ναι» στο δημοψήφισμα για την επανένωση. Η Ιρλανδία με την επιτυχημένη ιστορία αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης και δύο εμβληματικά προοδευτικά δημοψηφίσματα (νομιμοποίηση γάμων μεταξύ ομοφυλόφιλων το 2015 και απελευθέρωση των αμβλώσεων το 2018) είναι ένα φωτεινό παράδειγμα μοντέρνας φιλελεύθερης διακυβέρνησης.

Ο απρόβλεπτος «συγγενής»

Το μεγάλο πρόβλημα είναι η ίδια η Βόρεια Ιρλανδία και η πρόσληψή της από όλους τους υπόλοιπους. Εχει ακόμη το στίγμα των «Ταραχών», λογίζεται ως ο ευέξαπτος και απρόβλεπτος συγγενής που κανείς δεν θέλει πολλά πάρε δώσε μαζί του. «Ρωτήστε τους φοιτητές που έρχονται από τον Βορρά να σπουδάσουν στον (ιρλανδικό) Νότο. Πόσοι από αυτούς στο τέλος του πρώτου εξαμήνου δεν έχουν ακούσει τους ντόπιους συναδέλφους τους να τους ρωτάνε “τι τους φέρνει στην Ιρλανδία και πότε σκοπεύουν να γυρίσουν πίσω”», έλεγε πριν μερικές μέρες ο δημοσιογράφος Μαρκ Χένεσι των Irish Times. Σαν όλοι να βιάζονται να απαλλαγούν από την παρουσία της χώρας. Το έχει πει ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός Τζον Μέιτζορ το 1993 χωρίς περιστροφές: “Η Βρετανία δεν έχει ούτε οικονομικά ούτε στρατηγικά συμφέροντα στη Βόρεια Ιρλανδία”. Είκοσι χρόνια νωρίτερα, ο Εργατικός Χάρολντ Γουίλσον επεξεργάστηκε το σενάριο να αντιστρέψει τον εποικισμό του Ιακώβου και να φέρει τους προτεστάντες πίσω σε βρετανικό έδαφος για να ξεμπερδεύει μια και καλή με τη χώρα.

Παραδόξως, το ίδιο ισχύει και με τη μητέρα Ιρλανδία. Δεν υπάρχει καμία αγωνία επανένωσης. Το αντίθετο. Με εξαίρεση το Σιν Φέιν, όλα τα άλλα κόμματα φοβούνται ότι ένα δημοψήφισμα θα επανέφερε τον σεχταρισμό. Αλλά και στη Βόρεια Ιρλανδία η αλλαγή φαίνεται να τρομάζει τον γενικό πληθυσμό. Το ποσοστό απόρριψης της ιδέας κυμαίνεται από 45-51%. Ολοι το μεταθέτουν στο μέλλον σε ορίζοντα 15ετίας. Ο χρόνος όμως κυλά γρήγορα (είμαστε ήδη σχεδόν οκτώ χρόνια μετά το δημοψήφισμα του Brexit) και η Βόρεια Ιρλανδία κάθε μέρα γίνεται ένας διαφορετικός τόπος, πιο ευρωπαϊκός, λιγότερο βρετανικός. Είναι μια αργή, αλλά κοσμογονική αλλαγή που η Ευρώπη βιώνει ήδη.

*Ο Θύμιος Τζάλλας ζει στο Λονδίνο. Εχει εργασθεί στη Βουλή των Κοινοτήτων και σε βρετανικά think tanks με αντικείμενο το κράτος πρόνοιας και το παράγωγο δίκαιο στην κοινοβουλευτική διαδικασία

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή