Άρθρο Μάνου Καραγιάννη στην «Κ»: Υπάρχει μέλλον στις σχέσεις με τη Ρωσία;

Άρθρο Μάνου Καραγιάννη στην «Κ»: Υπάρχει μέλλον στις σχέσεις με τη Ρωσία;

Ο πόλεμος στην Ουκρανία εισέρχεται σε λίγες ημέρες στον τρίτο χρόνο, χωρίς να διαφαίνεται στον ορίζοντα η προοπτική τερματισμού. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι οι πόλεμοι κάποια στιγμή τελειώνουν. Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο πρόεδρος Πούτιν σκιαγράφησε μια πιθανή λύση που θα εξυπηρετεί τα ρωσικά συμφέροντα […]

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο πόλεμος στην Ουκρανία εισέρχεται σε λίγες ημέρες στον τρίτο χρόνο, χωρίς να διαφαίνεται στον ορίζοντα η προοπτική τερματισμού. Το μόνο σίγουρο είναι ότι όλοι οι πόλεμοι κάποια στιγμή τελειώνουν. Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο πρόεδρος Πούτιν σκιαγράφησε μια πιθανή λύση που θα εξυπηρετεί τα ρωσικά συμφέροντα: διαμελισμός και φινλανδοποίηση της Ουκρανίας με αντάλλαγμα μια περισσότερο «φιλική» στάση της Μόσχας έναντι της Δύσης. Η νέα ρωσική αυτοπεποίθηση οφείλεται σε τρεις παράγοντες.

Πρώτον, το Κρεμλίνο δύναται να κινητοποιήσει περισσότερα στρατεύματα από ό,τι η ουκρανική κυβέρνηση. Πέρα από μισθοφόρους και μέλη του υποκόσμου, η ρωσική ηγεσία έχει στρατολογήσει χιλιάδες μετανάστες από την Κεντρική Ασία. Παρά τις μεγάλες απώλειες, η Μόσχα διαθέτει ανεξάντλητες εφεδρείες για να πιέζει στρατιωτικά στο μέτωπο της ανατολικής Ουκρανίας.

Δεύτερον, η ρωσική οικονομία έχει αντέξει περισσότερο από ό,τι αναμενόταν. Οι δυτικές κυρώσεις δεν είναι αρκετά σκληρές και, τελικά, βρέθηκαν τρόποι να παρακαμφθούν. Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, οι ρωσικές αμυντικές δαπάνες θα διπλασιαστούν το 2024 σε σχέση με το προηγούμενο οικονομικό έτος. Η Ρωσία έχει μετατραπεί σε πολεμική οικονομία, με όλα τα πλεονεκτήματα που αυτό συνεπάγεται.

Τρίτον, ο πόλεμος έχει προκαλέσει μια αναπόφευκτη κόπωση σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες. Η ενεργειακή κρίση έπληξε τα μεσαία και χαμηλά στρώματα, ενώ δεν λείπει η κριτική για τη συνεχή οικονομική υποστήριξη προς το Κίεβο. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι παλινωδίες του Ντόναλντ Τραμπ στα ζητήματα ασφαλείας δικαιολογημένα προκαλούν ανασφάλεια στις Βρυξέλλες και ικανοποίηση στη Μόσχα.

Ασχέτως της τελικής κατάληξης, ο πόλεμος θα αλλάξει δραματικά τη σχέση ανάμεσα στη Ρωσία και στην Ουκρανία για δεκαετίες. Τα τραύματα που έχουν ήδη προκληθεί στις δύο κοινωνίες δεν θα επουλωθούν ποτέ τελείως. Μετά το πέρας των εχθροπραξιών, η ουκρανική κυβέρνηση θα χρειαστεί ένα τεράστιο οικονομικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης. Η πιθανή απώλεια εδαφών και ο περαιτέρω κίνδυνος μιας νέας εισβολής θα αναγκάζουν το Κίεβο να ξοδεύει μεγάλα ποσά για την άμυνα.

Ο ελεύθερος κόσμος δεν μπορεί να διαπραγματευθεί με έναν ηγέτη που ευθύνεται για τόσα εγκλήματα πολέμου εναντίον μιας ευρωπαϊκής χώρας.

Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα συμβεί μετά τον πόλεμο με τις σχέσεις Δύσης – Ρωσίας. Ο ελεύθερος κόσμος δεν μπορεί να διαπραγματευθεί με έναν ηγέτη που ευθύνεται για τόσα εγκλήματα πολέμου εναντίον μιας ευρωπαϊκής χώρας. Για τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία και οι βαλτικές χώρες, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι μόνο η αρχή. Οντως όλα δείχνουν ότι οι επεκτατικές τάσεις της Μόσχας θα δημιουργήσουν νέες εστίες έντασης με τη Δύση. Η Ρωσία του Πούτιν, λοιπόν, θα συνεχίσει να αντιμετωπίζεται ως μια μεγάλη απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να συγκροτήσει μια νέα πολιτική έναντι Ουκρανίας, Μολδαβίας, Γεωργίας και Αρμενίας. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει σοβαρή πιθανότητα αυτές οι χώρες να ενταχθούν σύντομα στο ΝΑΤΟ, οι Βρυξέλλες χρειάζεται να καλύψουν το κενό αυτό.

Οι ρωσοτουρκικές σχέσεις έχουν αποκτήσει τη δική τους δυναμική, ανεξαρτήτως των εξελίξεων στην Ουκρανία. Δεν πρόκειται η Αγκυρα να ξαναμπεί σε τροχιά σύγκρουσης με τη Μόσχα, την ώρα που η Δύση έχει ένα έλλειμμα ηγεσίας που συνεχώς μεγαλώνει. Η ερντογανική Τουρκία επιδιώκει την κατά τον Ιμπραήμ Καλίν «πολύτιμη μοναξιά της» (değerli yalnızlık), δηλαδή, τη στρατηγική της αυτονομίας. Επομένως, η τουρκική στρατηγική έναντι του καθεστώτος Πούτιν πρέπει να ερμηνευτεί μέσα από μια τέτοια οπτική. Η συνεργασία με τη Ρωσία αποτελεί ένα πολύτιμο χαρτί στα χέρια της τουρκικής ηγεσίας και δεν πρόκειται να το απολέσει χωρίς πολύ μεγάλα ανταλλάγματα.

Η θέση της Αθήνας ήταν από την αρχή ξεκάθαρη, αφού ο αναθεωρητισμός συνιστά τη μεγαλύτερη στρατηγική πρόκληση που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Ο αφανισμός του ελληνισμού της Μαριούπολης θα μείνει, όμως, μια μαύρη σελίδα στις ελληνορωσικές σχέσεις. Η Μόσχα επιδίωξε ξεκάθαρα την καταστροφή της ουκρανικής πόλης για να δημιουργήσει τον περίφημο χερσαίο διάδρομο προς την Κριμαία. Από εκεί και πέρα, η ελληνική πλευρά δεν πρέπει να πέφτει στη παγίδα να γίνεται «βασιλικότερη του βασιλέως» έναντι ενός μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ο γεωπολιτικός προσανατολισμός της χώρας είναι δεδομένος και δεν επιδέχεται σοβαρή αμφισβήτηση.

Δίχως αμφιβολία, ο πόλεμος θα έχει μακροχρόνιες συνέπειες, που δεν είναι τώρα εύκολο να εκτιμηθούν. Ο ρωσικός αναθεωρητισμός ίσως τελικά να μην ηττηθεί πλήρως στο πεδίο, αλλά η Ουκρανία δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη της. Κάτι τέτοιο θα άνοιγε την όρεξη σε άλλες αναθεωρητικές δυνάμεις για να επιβάλουν διά των όπλων τη θέλησή τους σε μικρότερες χώρες. Η ισχύς εν τη ενώσει είναι ο μόνος δρόμος μπροστά για τη Δύση.

*Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή