«Αποδείξαμε ότι τον δηλητηρίασαν. Θα αποδείξουμε ότι τον σκότωσαν»

«Αποδείξαμε ότι τον δηλητηρίασαν. Θα αποδείξουμε ότι τον σκότωσαν»

Ο δημοσιογράφος του Spiegel που συνδέθηκε με τον Ναβάλνι στην έρευνα για την απόπειρα δηλητηρίασής του από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες μιλάει στην «Κ»

6' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την ημέρα που ο Αλεξέι Ναβάλνι βρέθηκε νεκρός, ο Φιντέλιους Σμιντ, δημοσιογράφος του γερμανικού περιοδικού Spiegel, συμπτωματικά ερευνούσε ένα θέμα με πρωταγωνιστές Ρώσους ολιγάρχες και μισθοφόρους. Βρισκόταν στο Ντουμπάι και έπινε καφέ με μια «πηγή» του. Το κινητό του, σε σίγαση. Κατάλαβε από τη δόνηση πως είχε λάβει μερικά μηνύματα, αλλά δεν έδωσε σημασία. Oταν όμως λίγη ώρα αργότερα το κινητό του άρχισε να δονείται ασταμάτητα ήταν βέβαιος πως κάτι σοβαρό είχε συμβεί. Ζήτησε συγγνώμη από τον συνομιλητή του και το έβγαλε από την τσέπη του. Το πρώτο μήνυμα ήταν από έναν συνάδελφό του που βρισκόταν στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου. «Κυκλοφορεί έντονα μια φήμη πως ο Ναβάλνι είναι νεκρός», του έγραφε. Τα εκατοντάδες μηνύματα που ακολούθησαν επιβεβαίωναν την είδηση. Οι αρχισυντάκτες του ήθελαν να κάνουν επειγόντως τηλεδιάσκεψη. Οι πιο κοντινοί του τού έστελναν συλλυπητήρια. Ο Σμιντ είναι ένας από τους επτά δημοσιογράφους που το 2020 είχαν αποκαλύψει ποιοι κρύβονταν πίσω από την πρώτη, αποτυχημένη, απόπειρα δολοφονίας του Ναβάλνι. Τους μήνες εκείνους είχαν έρθει κοντά.

«Ποια ήταν η πρώτη σκέψη όταν μάθατε πως είναι νεκρός;», τον ρωτάμε. «Hμουν βέβαιος πως τον σκότωσαν. Χωρίς καμία αμφιβολία. Και δεν εννοώ πως ευθύνονται επειδή ήταν συνεχώς στην απομόνωση ή γιατί οι συνθήκες κράτησης ήταν άθλιες. Τον σκότωσαν. Και θα το αποδείξουμε», δηλώνει στην «Κ».

Εκείνη την Παρασκευή, έχοντας μόλις μάθει τα τραγικά νέα, προσπάθησε να παραμείνει ψύχραιμος και να ολοκληρώσει τις συναντήσεις που είχε προγραμματίσει. Απέφυγε να μιλήσει, ακόμη και να σκεφθεί τι είχε συμβεί. Οταν το βράδυ βρέθηκε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου κατέρρευσε. «Είναι περίεργο, αλλά ήταν η στιγμή που έβγαλα τα παπούτσια μου. Θυμήθηκα πως τα είχα αγοράσει ακριβώς πριν από την πρώτη μου συνάντηση με τον Ναβάλνι στο χωριό της Γερμανίας όπου ανάρρωνε από τη δηλητηρίαση. Θα πηγαίναμε μια βόλτα στο βουνό. Είχε βρέξει και είχε παντού λάσπες. “Eίσαι σίγουρος πως θέλεις να πάμε βόλτα;”, με είχε ρωτήσει. “Βέβαια, γιατί ρωτάς;”, είχα απαντήσει απορημένος. “Μα γιατί θα χαλάσεις τα ολόασπρα, ολοκαίνουργια παπούτσια σου”, μου είχε πει περιπαικτικά».

Στις 20 Αυγούστου 2020, κατά τη διάρκεια πτήσης από τη Σιβηρία στη Μόσχα o Ναβάλνι έχασε τις αισθήσεις του. Διακομίστηκε σε νοσοκομείο, αλλά η σύζυγός του, Γιούλια, έκανε τα πάντα για να μεταφερθεί στην Ευρώπη. Με τη βοήθεια της Μέρκελ τα είχε καταφέρει. Στο νοσοκομείο του Βερολίνου επιβεβαιώθηκε αυτό που μέχρι εκείνη την ώρα το Κρεμλίνο αρνούνταν: πως ο Ναβάλνι είχε δηλητηριαστεί με τον νευροτοξικό παράγοντα νόβιτσοκ.

«Αποδείξαμε ότι τον δηλητηρίασαν. Θα αποδείξουμε ότι τον σκότωσαν»-1
Στη σκηνή από το βραβευμένο με Οσκαρ ντοκιμαντέρ «Ναβάλνι», ο ίδιος ο Ρώσος ακτιβιστής προετοιμάζεται για να κάνει φάρσα σε έναν από τους εμπλεκομένους στην απόπειρα δολοφονίας του. Αριστερά, διακρίνεται ο δημοσιογράφος Κρίστο Γκρόζεβ, ο οποίος συμμετείχε στην έρευνα για τους αυτουργούς της δηλητηρίασης του Ναβάλνι.

Ο Σμιντ δέχτηκε τότε ένα τηλεφώνημα από τον καλό του φίλο και δημοσιογράφο Κρίστο Γκρόζεβ, με τον οποίον είχαν αποκαλύψει πως το Κρεμλίνο ήταν υπεύθυνο για τη δολοφονία ενός Γεωργιανού στο Βερολίνο. «Τα ρωσικά media δεν είναι σε θέση να αποκαλύψουν τίποτα για την υπόθεση Ναβάλνι. Οι γερμανικές αρχές δεν έχουν τη δικαιοδοσία να το ερευνήσουν. Εάν δεν αναλάβουμε δράση κανείς, δεν πρόκειται να το ψάξει», του είχε πει. Οι δύο δημοσιογράφοι μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζαν τον Ναβάλνι προσωπικά. Ξεκίνησαν την έρευνα μαζί με έναν δημοσιογράφο από το «the insider» αργότερα και από το CNN. Γνώριζαν πως το δηλητήριο νόβιτσοκ παρασκευαζόταν σε ένα συγκεκριμένο εργαστήριο. Εχοντας πρόσβαση στο ρωσικό dark web, από όπου μπορεί κανείς να αγοράσει όλων των ειδών τα δεδομένα, βρήκαν τη λίστα όσων δουλεύουν στο εργαστήριο αυτό αλλά και τις τηλεφωνικές κλήσεις που είχαν κάνει πριν και μετά την απόπειρα. Ερευνώντας κάθε μία από αυτές τις εκατοντάδες κλήσεις κατέληξαν σε μια λίστα με «ενδιαφέροντες» πιθανούς υπόπτους. Οι περισσότεροι αποδείχτηκε πως ήταν πράκτορες των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών.

«Θα πέσει ο Πούτιν»

Ο Ναβάλνι είχε δηλητηριαστεί κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής επίσκεψης σε μια πόλη της Σιβηρίας. Εντοπίζοντας τις λίστες των επιβατών των πτήσεων, ανακάλυψαν πως τρεις από τους άνδρες στη λίστα τους είχαν ταξιδέψει μαζί του. «Θυμάμαι τη στιγμή που καταλάβαμε πως είχαμε δέσει την υπόθεση. Κοιταχτήκαμε με τον Κρίστο και του είπα “και τώρα; Τι λες να συμβεί;”. Εκείνος μου απάντησε πολύ σοβαρά: “Θα πέσει ο Πούτιν”. Μας έπιασε και τους δύο νευρικό γέλιο γιατί ξέραμε πως πολλά μπορούν να συμβούν, αλλά όχι αυτό».

«Προσπαθούσαμε να τον πείσουμε να μη γυρίσει στη Ρωσία. “Δεν θέλω να είμαι ακόμη ένας θυμωμένος εξόριστος. Για να έχει κάποιο νόημα αυτό που κάνω, πρέπει να επιστρέψω”, μας είχε πει».

Το ίδιο βράδυ ο Γκρόζεβ έστειλε στον Ναβάλνι ένα προσωπικό μήνυμα στο Twitter. «Αλεξέι, πιστεύω πως έχουμε βρει ποιοι σε δηλητηρίασαν», του έγραψε. Ταξίδεψε και μοιράστηκε τα ευρήματα με τους συνεργάτες του. Η ομάδα του ήταν επιφυλακτική. «Είδαμε έναν Βούλγαρο σπασίκλα με ένα παλιό λάπτοπ. Δεν ξέραμε τι να πιστέψουμε», είχαν πει σε συνέντευξή τους. Ο Ναβάλνι όμως ήταν εξαρχής ανοικτός απέναντί τους. Συμφώνησαν πως θα συνέχιζαν την έρευνα και θα τη δημοσίευαν όλοι μαζί, ταυτόχρονα, όταν ήταν έτοιμοι.

«Ο Ναβάλνι ήξερε πολύ καλά πώς δουλεύουν τα media και βέβαια είχε ο ίδιος μια πλατφόρμα με εκατομμύρια ακολούθους. Αυτό πολλαπλασίαζε τον αντίκτυπο του ρεπορτάζ, ειδικά στη Ρωσία. Ηταν συναρπαστικό να δουλεύεις μαζί του, αλλά όχι πάντα εύκολο. Υπήρχαν αρκετές στιγμές που είχαμε διαφωνήσει», θυμάται. «Οπως όταν ξαφνικά μας είπε πως ήθελε να δημοσιεύσει την έρευνα στο κανάλι του στο YouTube την Παρασκευή, ενώ το περιοδικό μας εκδίδεται κάθε Σάββατο. Ευτυχώς άλλαξε γνώμη. Επίσης εμείς στο Spiegel είχαμε διαφωνήσει όταν μας είπε πως ήθελε να κάνει φάρσα στους δολοφόνους. Του είπαμε πως δεν μας άρεσε καθόλου η ιδέα τού να παριστάνει κάποιον άλλον. Βέβαια, εκ του αποτελέσματος, οφείλω να πω ότι εκείνο το τηλεφώνημα ήταν το κερασάκι στην τούρτα και πολύ αστείο».

H «φάρσα»

Το τηλεφώνημα στο οποίο αναφέρεται έγινε μόλις μία ημέρα πριν δημοσιεύσουν ταυτόχρονα την έρευνά τους. «Είχαμε τηλεφωνικό ραντεβού στις έξι το απόγευμα με τον Ναβάλνι και τον Γκρόζεβ. Τους καλούσα, αλλά δεν μου απαντούσαν. Οι αρχισυντάκτες μου είχαν πάθει εγκεφαλικό. Τελικά μου έστειλε μήνυμα ο Κρίστο πως ο Αλεξέι μιλούσε με τον Κονσταντίν (έναν από τους εμπλεκομένους στην απόπειρα) και ότι εκείνος είχε παραδεχτεί τα πάντα». Ο Ναβάλνι παριστάνοντας τον αξιωματούχο του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας είχε εκμαιεύσει απίστευτες λεπτομέρειες τόσο για την απόπειρα όσο και για το πώς είχαν προσπαθήσει να «καθαρίσουν» το σώμα του για να μην εντοπιστεί το δηλητήριο.

H τελευταία φορά που ο Σμιντ συνάντησε τον Ναβάλνι ήταν λίγο πριν φύγει για τη Ρωσία. «Ξέραμε τους κινδύνους. Ηταν όμως ανένδοτος. Κάποια στιγμή δεν άντεξα και του είπα, “Θεέ μου, γιατί είσαι τόσο πεισματάρης;”. Μου απάντησε πως δεν είναι πεισματάρης. “Δεν θέλω να είμαι ακόμη ένας θυμωμένος εξόριστος. Για να έχει κάποιο νόημα αυτό που κάνω, πρέπει να επιστρέψω”, είχε πει».

«Τι σημαίνει για τη Ρωσία ο θάνατός του;», τον ρωτάμε. «Εάν υπήρχε κάποιος που μπορούσε να συσπειρώσει τη διαλυμένη ρωσική αντιπολίτευση εναντίον του Πούτιν ήταν ο Ναβάλνι. Τώρα που είναι νεκρός, το βάρος πέφτει στη Γιούλια». Πριν από λίγους μήνες την είχε ρωτήσει σε μια συνέντευξη εάν σκοπεύει να κατέβει στην πολιτική όπως η Τσικανούσκαγια (που ανέλαβε το κόμμα του συζύγου της στη Λευκορωσία, όταν του απαγόρευσαν να κατέβει στις εκλογές). «Μου είχε πει πως τη θαύμαζε, αλλά πως δεν σκόπευε να κάνει το ίδιο. Τώρα όμως όλα έχουν αλλάξει. Πιστεύω πως η Γιούλια μπορεί να τα καταφέρει», σημειώνει.

Οσο για τον ίδιο, νιώθει την ανάγκη να απολογηθεί. «Ως δημοσιογράφος δεν θα έπρεπε κανονικά να νιώθω τόσα συναισθήματα για το αντικείμενο μιας έρευνάς μου. Είμαι όμως εξαιρετικά χαρούμενος που τον γνώρισα, πολύ περήφανος που συμμετείχα σε αυτή την έρευνα μαζί του και πραγματικά θλιμμένος που πέθανε. Ακόμη δεν μπορώ να πιστέψω πως δεν θα τον ξαναδώ».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή