Πορτογαλία: Ο «λογαριασμός» της κρίσης

Πορτογαλία: Ο «λογαριασμός» της κρίσης

Το ακροδεξιό Chega επωφελήθηκε από την κοινωνική δυσφορία στην Πορτογαλία

3' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην ηλιόλουστη περιοχή Αλγκράβε στη νότια ακτή της Πορτογαλίας, νέοι με σακίδια και κιθάρες μαζεύονται κάτω από ευωδιαστές πορτοκαλιές και ψηφιακοί νομάδες αναζητούν ένα χαλαρωτικό περιβάλλον. Δεν είναι ακριβώς η εικόνα που έρχεται στο μυαλό όταν κάποιος μιλάει για ένα προπύργιο της Ακροδεξιάς.

Ωστόσο, σε αυτήν ακριβώς την περιοχή το ακροδεξιό κόμμα Chega ήρθε πρώτο στις εκλογές της 10ης Μαρτίου. Σε πανεθνική κλίμακα εκτοξεύτηκε στο 18%, αναστατώνοντας την πορτογαλική πολιτική σκηνή και επιτείνοντας την αγωνία του ευρωπαϊκού κατεστημένου.

Το Chega («Αρκετά» στα πορτογαλικά) είναι το πρώτο κόμμα της σκληρής Δεξιάς που κατακτά σημαντικό ρόλο στο πολιτικό τοπίο της χώρας ύστερα από την πτώση της δικτατορίας Σαλαζάρ, το 1974. Η συνταγή της επιτυχίας του βρίσκεται στον συνδυασμό ενός σκληρού προφίλ σε θέματα μετανάστευσης, νόμου και τάξης, με φιλολαϊκές εξαγγελίες στο οικονομικό πεδίο. Η εκλογική επιτυχία του έρχεται να προστεθεί στη γενική εικόνα ανόδου της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, φαινόμενο που δεν μπορούν να αγνοήσουν όσοι την ανταγωνίζονται από τις θέσεις της Κεντροδεξιάς.

Το Chega απέδειξε ότι τα ταμπού που κρατούσαν τη σκληροπυρηνική Δεξιά εκτός εξουσίας –κυρίως οι αναμνήσεις από τη δεξιά δικτατορία του περασμένου αιώνα– ξεθωριάζουν. Κάτι ανάλογο συμβαίνει σε Ιταλία, Ισπανία και Γερμανία, όπου τα ακροδεξιά κόμματα επίσης σημείωσαν θεαματικά κέρδη τα τελευταία χρόνια.

Παρά την οικονομική ανάκαμψη ύστερα από σκληρή λιτότητα, σημαντικό μέρος του πληθυσμού υποφέρει και αισθάνεται εγκαταλελειμμένο από τις πολιτικές ελίτ.

Μέχρι πρότινος, η Πορτογαλία εθεωρείτο εξαίρεση του κανόνα. Αναδύθηκε από τη δικτατορία Σαλαζάρ ως μια προοδευτική κοινωνία που υποστήριξε χαλαρούς νόμους για τα ναρκωτικά και δεν είχε καμία όρεξη για εθνικιστικές, ακροδεξιές δοξασίες. Τα τελευταία χρόνια έγινε δημοφιλής τουριστικός προορισμός, δέχθηκε μεγάλες εισροές ξένου συναλλάγματος και είδε την οικονομία της να αναπτύσσεται.

Σε πείσμα όλων αυτών, πάνω από ένα εκατομμύριο Πορτογάλοι στράφηκαν στην ψήφο διαμαρτυρίας, επιλέγοντας το Chega. Οι Σοσιαλιστές, που κυβερνούσαν επί οκτώ χρόνια, και οι (συντηρητικοί) Σοσιαλδημοκράτες πριν από αυτούς διαχειρίστηκαν μια επώδυνη οικονομική κρίση και εφάρμοσαν σκληρά προγράμματα λιτότητας. Αλλά ακόμη και στην οικονομική ανάκαμψη των τελευταίων χρόνων, πολλοί εξακολουθούν να υποφέρουν, αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι και εξοργίζονται.

Σε τεράστιους αριθμούς, νέοι Πορτογάλοι εγκαταλείπουν τη χώρα. Πολλοί από αυτούς που μένουν εισπράττουν χαμηλά μεροκάματα, που τα ροκανίζει η ακρίβεια, ενώ τα νοίκια πετούν στα ύψη. Οι δημόσιες υπηρεσίες βρίσκονται υπό μεγάλη πίεση. Το Chega έκανε εκλογική εκστρατεία υποσχόμενο ψηλότερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας, καυτηριάζοντας τις άπληστες οικονομικές ελίτ. Παράλληλα, ζήτησε να καταργηθούν οι κοινές τουαλέτες (αγοριών – κοριτσιών) στα σχολεία και να καταβληθούν στην Πορτογαλία αποζημιώσεις από τις παλιές αποικίες της.

Ενα μεγάλο σκάνδαλο στη διαχείριση περιβαλλοντικών σχεδίων, που οδήγησε στην πτώση της προηγούμενης, σοσιαλιστικής, κυβέρνησης, προσέφερε στο Chega πρόσθετα πυρομαχικά στις επιθέσεις του κατά των πολιτικών ελίτ. Σε συνδυασμό με την επιδέξια χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, το κόμμα κατάφερε να απευθυνθεί σε ακροατήριο που θα του ήταν αδιανόητο να το προσεγγίσει μέχρι χθες.

Για ορισμένους, η άνοδος του Chega ξυπνάει τα παλιά φαντάσματα. Αυτό ισχύει και για τους Ρομά, προσφιλή στόχο των επιθέσεων που εκτοξεύει ο ιδρυτής του κόμματος, Αντρέ Βεντούρα. Αλλά και για τους μεγαλύτερης ηλικίας Πορτογάλους, οι οποίοι διατηρούν μνήμες από τη δικτατορία. Ο 67χρονος ψαράς Βιτόρ Σιλβέστρε θυμάται ότι στα χρόνια του Σαλαζάρ δεν τολμούσε να μιλήσει ανοιχτά ούτε καν σε φίλους, γιατί δεν ήξερε ποιος θα μπορούσε να τον καρφώσει στην αστυνομία. «Και τώρα ψηφίζουμε τους ακροδεξιούς;», αναρωτιέται.

Εντολή στον Μοντενέγκρο

Reuters

Εντολοδόχος πρωθυπουργός της Πορτογαλίας είναι από χθες ο Λουίς Μοντενέγκρο, καθώς ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Μαρσέλου Ρεμπέλου ντε Σόουζα, έδωσε, όπως αναμενόταν, στον ηγέτη της Κεντροδεξιάς εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Η εξέλιξη έλαβε χώρα λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ύστερα από τα τελευταία αποτελέσματα των εκλογών της 10ης Μαρτίου, που αφορούσαν τους ψηφοφόρους του εξωτερικού. Με τα τελικά αποτελέσματα, η Κεντροδεξιά εξασφάλισε 80 έδρες σε σύνολο 230, μόλις δύο περισσότερες από τους Σοσιαλιστές, ενώ το ακροδεξιό κόμμα Chega λαμβάνει 50 έδρες, τετραπλασιάζοντας την κοινοβουλευτική του ομάδα. Ο Μοντενέγκρο έχει αποκλείσει κυβερνητική συνεργασία με το Chega και θα σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας, η οποία θα ορκιστεί στις 2 Απριλίου, με διάχυτο τον φόβο πως θα αποδειχθεί βραχύβια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή