Τα υπέρ και τα κατά μιας συμφωνίας για το Ουκρανικό

Τα υπέρ και τα κατά μιας συμφωνίας για το Ουκρανικό

2' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε κρίσιμο σημείο βρίσκεται η ουκρανική κρίση, παρότι έχει εκτοπισθεί από τα πρωτοσέλιδα του διεθνούς Τύπου, εκτιμά σε άρθρο του στο περιοδικό The National Interest ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Ρόμπερτ Κέιπλαν. Η στιγμή είναι πλέον κατάλληλη για την επίτευξη συμφωνίας με τη Ρωσία για την Ουκρανία. Η συγκεκριμένη συμφωνία πρέπει, στο μεταξύ, να είναι επωφελής για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Μία επωφελής για την Ουάσιγκτον συμφωνία θα πρέπει να ξεπεράσει τον «ευρωπαϊκό σκόπελο». Η Ευρώπη επέδειξε καθ’ όλη τη διάρκεια της ουκρανικής κρίσης αισθητά μικρότερη προθυμία από τις ΗΠΑ να αντιμετωπίσει τη ρωσική επιθετικότητα, εν μέρει και λόγω της εξάρτησής της από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Αυτό ισχύει κατεξοχήν για τη Γερμανία, η οποία πάντα επεδίωκε να κατέχει τον ρόλο του «γεφυροποιού» μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η παρούσα τεράστια προσφυγική ροή με προορισμό την Ευρώπη, σε συνδυασμό με τη σοβούσα οικονομική κρίση, κάνει την ευρωπαϊκή επιχειρηματική κοινότητα να επιθυμεί διακαώς την άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ως μέσον ενίσχυσης των εξαγωγών.

Πέρα όμως από τους Ευρωπαίους, ουδείς άλλος εμφανίζεται πρόθυμος να βοηθήσει οικονομικά τη Ρωσία. Οι Κινέζοι επενδυτές –κάποιοι ίσως να υπέθεταν ότι θα αποτελούσαν τους φυσικούς εταίρους της Ρωσίας– εμφανίζονται διστακτικοί να δανείσουν σε ρωσικές εταιρείες. Η Κίνα, άλλωστε, αντιμετωπίζει τα δικά της σοβαρά οικονομικά προβλήματα.

Οι ρωσικές επιχειρηματικές ελίτ, άρρηκτα συνδεδεμένες με τη Δύση μέσω επενδύσεων, μετοχών αλλά και χρηματιστηριακών συμμετοχών, βλέπουν σήμερα με αγωνία τον πρόεδρο Πούτιν να επιταχύνει τις εμπορικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις, έχοντας ως στόχο την εξασφάλιση κρατικών εσόδων. Η ρωσική ηγεσία αρνείται την ίδια στιγμή επίμονα τη συρρίκνωση των αμυντικών και κοινωνικών δαπανών, κίνηση η οποία θα έπληττε επικίνδυνα τη δημοτικότητα του προέδρου Πούτιν.

Τα συγκεκριμένα δεδομένα καθιστούν αναγκαία και συμφέρουσα για τις ΗΠΑ μία διπλωματική προσέγγιση με τη Ρωσία, στον απόηχο της κατάρριψης του ρωσικού μαχητικού, εξασφαλίζοντας από τη Μόσχα υποχωρήσεις στο ουκρανικό.

Η Ουάσιγκτον, ούσα ικανή να διαδραματίσει διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ Αγκυρας και Μόσχας, μπορεί τη στιγμή αυτή να προλάβει τη διαφαινόμενη συρρίκνωση της επιρροής της στη Μέση Ανατολή. Προφανώς όμως μια τέτοια συμφωνία για την Ουκρανία, με εκατέρωθεν υποχωρήσεις, δεν θα είναι εύκολη για καμία πλευρά, ενώ κατά πάσα πιθανότητα θα παγιώσει την προσάρτηση της Κριμαίας ως τετελεσμένο γεγονός (fait accompli).

Την ίδια ώρα, μια τέτοια συμφωνία θα πρέπει να συνοδεύεται από αποφασιστική επέκταση της στρατιωτικής παρουσίας των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ από τα κράτη της Βαλτικής μέχρι και τη Βουλγαρία. Η συμφωνία πρέπει, επίσης, να οδηγήσει σε ενίσχυση της αμερικανικής και ευρωπαϊκής οικονομικής υποστήριξης και τεχνικής αρωγής στην Ουκρανία, καθώς και σε άλλα κράτη, τα οποία αντιμετωπίζουν όλο το φάσμα της ρωσικής επεκτατικότητας.

Οσο απεχθής και αν ακούγεται μια ατελής συμφωνία με τη Ρωσία για την Ουκρανία, ακόμη χειρότερη θα ήταν η προοπτική διαταραχής του ευρωατλαντικού άξονα.

Αξίζει να σημειωθεί πως η ευρωαμερικανική ενότητα είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση της συριακής κρίσης, για την πάταξη του «Ισλαμικού Κράτους» αλλά και την αποσόβηση της απειλής τρομοκρατικών χτυπημάτων, όπως αυτά που έπληξαν το Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή