Οι πέντε ασθένειες της Εθνικής

Οι πέντε ασθένειες της Εθνικής

4' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

1. Ο προπονητής

Η επιλογή του Κλαούντιο Ρανιέρι ήταν εξαρχής περίεργη. Ενας άνθρωπος που λογικά δεν είχε παρακολουθήσει ποτέ στη ζωή του αγώνα του ελληνικού πρωταθλήματος (ο Σάντος ήρθε στη χώρα μας εννέα χρόνια πριν αναλάβει την Εθνική) και που δεν είχε εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ως ομοσπονδιακός προπονητής. Δεν αμφισβητεί κανείς ότι ο Ρανιέρι έχει πίσω του μια σπουδαία καριέρα, αλλά είναι δεδομένο ότι αγνοεί πώς λειτουργεί το μοντέλο μιας εθνικής ομάδας, και μάλιστα της δικής μας. Είναι άλλωστε σαφές. Σε τρία ματς έχει εμφανίσει τρεις διαφορετικές ενδεκάδες και τρία διαφορετικά συστήματα – το 4-2-3-1 έγινε μέχρι και 3-5-2 στη Φινλανδία, για να καταλήξει στο ακραίο 4-2-4 με τη Βόρεια Ιρλανδία. Ο Ρανιέρι ψάχνεται. Εως ένα σημείο με το δίκιο του. Ανέλαβε την ομάδα τελευταία στιγμή, έδωσε το πρώτο του επίσημο παιχνίδι χωρίς να έχει προηγηθεί έστω ένα φιλικό. Πρωτοφανές. Υπήρχε μάλιστα και η απαίτηση να κάνει ριζικές αλλαγές, να παρουσιάσει ωραίο ποδόσφαιρο, κάτι καλύτερο έστω από τις μονότονες ομάδες του Σάντος.  

2. Οι γύρω-γύρω

Ηταν μια κακή εβδομάδα για τις εθνικές ομάδες, συνυπολογίζοντας φυσικά και τα δέκα γκολ που δέχτηκαν οι νέοι από τους Ελβετούς. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι η βαριά ήττα των «μικρών» φαίνεται ότι σχετίζεται με ό,τι συμβαίνει στους άντρες. Η πρόσληψη του προπονητή Βασίλη Τζαλακώστα στους νέους (προπονούσε μέχρι το καλοκαίρι την ομάδα της Ακράτας) έγινε έπειτα από εισήγηση του Ρανιέρι, ο οποίος, είτε εν γνώσει είτε εν αγνοία του, μοιάζει μπλεγμένος σε ένα παιχνίδι ατζέντηδων που προσπαθούν να παίξουν κάποιο ρόλο στη νέα Εθνική. Δεν μπορούμε να πιστέψουμε όλες τις πληροφορίες που διαρρέουν εν θερμώ αυτές τις μέρες στο διαδίκτυο και στον αθλητικό Τύπο, ωστόσο το τελευταίο που χρειάζεται η Εθνική είναι μια καινούργια «αυλή» που θα ασκεί επιρροή στον ίδιο τον Ιταλό ή στο περιβάλλον του. Είναι άγνωστο ακόμα ποιος θα είναι επί της ουσίας ο ρόλος του Γιώργου Καραγκούνη, αλλά στον τομέα αυτό θα μπορούσε πραγματικά να βοηθήσει: να «καθαρίσει» το μυαλό του προπονητή από τις δεκάδες γνώμες, από όσα λογικά και παράλογα ακούει και μαθαίνει στην προσπάθειά του να καταλάβει πού έχει βρεθεί.

3. Οι προσδοκίες

Το ποδόσφαιρο της Εθνικής τα προηγούμενα χρόνια, αποτελεσματικό μεν αλλά καθόλου ελκυστικό, δημιούργησε μια τάση αμφισβήτησης τόσο για τον Σάντος όσο και για πολλούς διεθνείς. Καλλιεργήθηκε η ψευδαίσθηση ότι υπάρχουν κάποιοι άλλοι, ικανότεροι, που θα μπορούσαν να τα πάνε καλύτερα, μια νέα γενιά που παραγκωνίζεται. Εκ του ασφαλούς, στην κερκίδα ή στον καναπέ, λέμε ό,τι θέλουμε. Ο Κώστας Κατσουράνης κατηγορήθηκε τόσο πολύ τα τελευταία χρόνια επειδή αγωνιζόταν στην Εθνική, λες και έκλεινε το δρόμο για τον επόμενο Αντρέα Πίρλο. Ο Σάντος όμως δεν ήταν αφελής και δεν ήθελε λιγότερο από κανέναν την πρόοδο της Εθνικής μας. Ηξερε το υλικό του, ήξερε τους Ελληνες ποδοσφαιριστές και τις δυνατότητές τους και ήξερε ότι χρειάζεται κόπος και δουλειά από τους νεότερους για να φτάσουν στο σημείο να προσφέρουν μέσα στο γήπεδο όσα πρόσφερε ο Κατσουράνης και ο Καραγκούνης, ακόμη και ο Φάνης Γκέκας. Οι προσδοκίες που είχαμε αναπτύξει βλέποντας τις συνεχόμενες καλές πορείες της Εθνικής έρχονται τώρα να διαψευστούν, συνειδητοποιώντας ότι οι «βαρετές» νίκες με το ένα γκολ του Σάντος ήταν μια υπέρβαση για το επίπεδο του ποδοσφαίρου μας. 

4. Τα εκατομμύρια

Την ίδια στιγμή, πολλοί από τους διεθνείς έχουν πλέον στο βιογραφικό τους μεταγραφές πολλών εκατομμυρίων και αγωνίζονται σε μεγάλους ευρωπαϊκούς συλλόγους. Πράγματι. Αυτό βέβαια μπορεί να μη σημαίνει τίποτα, όπως είδαμε στην περίπτωση του Κώστα Μήτρογλου, ή μπορεί να σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να κρατήσει το μυαλό των διεθνών προσγειωμένο. Αυτά τα «ταπεινά» μεσοβδόμαδα παιχνίδια με αντιπάλους από τις μικρές κατηγορίες της Αγγλίας δεν κερδίζονται από μόνα τους. Είναι ωραία η λάμψη της Ευρώπης, ωραία τα πρωτοσέλιδα και η πολυτελής ζωή που αυτοί οι παίκτες έχουν κερδίσει από το ποδόσφαιρο, αλλά η συμμετοχή στην εθνική ομάδα είναι κάτι διαφορετικό. Το χειρότερο σημάδι αυτών των τριών πρώτων αγώνων ήταν ότι οι ποδοσφαιριστές μας (με λιγοστές εξαιρέσεις) εμφανίστηκαν αδιάφοροι, νευρικοί, σνομπ. Οσο κι αν οι ίδιοι το διαψεύδουν, η εικόνα τους στο γήπεδο θύμιζε αγγαρεία. Να τελειώνουμε. Λες και δεν ήταν οι εμφανίσεις τους με αυτήν την ίδια φανέλα που τους χάρισαν τις πανάκριβες μεταγραφές τους.

5. Οι συγκυρίες

Δεν γίνεται να χρησιμοποιηθούν ως άλλοθι, αλλά υπάρχουν δικαιολογίες. Στην πρεμιέρα, εκεί όπου θα μπορούσε να δημιουργηθεί ένα πρώτο θετικό κλίμα, η ομάδα αγωνίστηκε σε ένα άδειο (λόγω τιμωρίας) γήπεδο. Βρέθηκε από νωρίς με την πλάτη στον τοίχο και ο Ρανιέρι έπρεπε από την πρώτη στιγμή να ξέρει τι πρέπει να κάνει. Στην πορεία στερήθηκε τον πιο δημιουργικό μας ποδοσφαιριστή, τον Παναγιώτη Κονέ, έχασε την ισορροπία στα άκρα με τον τραυματισμό του Χοσέ Χολέμπας, ενώ είδε τους Κώστα Μήτρογλου και Γιώργο Σαμαρά, τους δύο ποιοτικότερους παίκτες της επίθεσης, να βρίσκονται εκτός ρυθμού και σε κακή αγωνιστική κατάσταση. Οι επιλογές του Μάνταλου, του Καρέλη ή του Μαυρία ήταν κραυγές απελπισίας – τα παιδιά αυτά θα είναι στελέχη της Εθνικής την επόμενη μέρα, αλλά δεν μπορούν να σηκώσουν ξαφνικά το βάρος σε μια τέτοια συγκυρία. Δεν βοήθησε και κάτι ακόμη: το νέο σύστημα διεξαγωγής των προκριματικών φέρνει 2 ή και 3 ακόμη ομάδες από κάθε όμιλο στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Δεν αποκλείεται οι διεθνείς να εφησύχασαν. Οτι έχουμε περιθώριο. Οτι προλαβαίνουμε. Οτι δεν πειράζει. Δυστυχώς, όμως, πειράζει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή