Φόνος στο ήσυχο, νωχελικό Μέμφις

Φόνος στο ήσυχο, νωχελικό Μέμφις

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

JAMES SALLIS

Στη λίμνη

μτφρ.: Κίκα Κραμβουσάνου

εκδ. Πόλις

Πρέπει να κάνει ζέστη όταν διαβάζεις το βιβλίο του Τζέιμς Σάλλις (James Sallis), «Στη λίμνη». Οχι επειδή στα αστυνομικά μυθιστορήματα ταιριάζει το καλοκαίρι, και αυτό είναι κατά κύριο λόγο ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Ούτε επειδή μόλις κυκλοφόρησε, και μας συστήνει έναν εξαιρετικό συγγραφέα που πρώτη φορά μεταφράζεται στα ελληνικά. Κυρίως, επειδή η ζέστη σού φέρνει υπνηλία. Και σε αναγκάζει να χαμηλώνεις τους ρυθμούς σου, να περιορίζεις τις κινήσεις, να ενεργείς και να σκέφτεσαι αργά, από μέσα σου.

Σε μια συνέντευξή του στον Guardian, ο Σάλλις, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μια μικρή πόλη στις όχθες του Μισισιπή, λέει: «Ο παππούς μου ζούσε κοντά μας. Τον θυμάμαι να έρχεται στο σπίτι απαγγέλλοντας αυτά τα σχοινοτενή αφηγηματικά ποιήματα που είχε αποστηθίσει στο σχολείο. Μεγάλωσα ακούγοντάς τα, απορρόφησα σχεδόν τον ρυθμό τους». Αυτός ακριβώς είναι ο ρυθμός του συγγραφέα της «Λίμνης», έτσι νωχελικά αλλά χωρίς ποτέ να χάνει το νήμα της αφήγησης στήνει την ιστορία, το μυστήριο και τον θαυμάσιο χαρακτήρα του ήρωά του.

Ενα χρυσό παιδί…

Ο Τζον Τέρνερ, λευκός του Νότου, πρώην στρατιώτης, πρώην αστυνομικός, πρώην κατάδικος, είναι ένας άνθρωπος με μεγάλο παρελθόν, όλο στροφές και απότομα σκαμπανεβάσματα. «Ημουν ένα χρυσό παιδί», λέει στην αρχή του δεύτερου κεφαλαίου του βιβλίου. «Ακολούθησα τη ροή του ποταμού και κατέβηκα ώς τη Νέα Ορλεάνη, και ύστερα πάλι πίσω στο Σικάγο (ακολουθώντας την πορεία της τζαζ) (…) Και τότε ήταν που ο πρόεδρός μας πήγε κρυφά σε πόλεμο και με παρέσυρε μαζί του».

Υστερα από αυτές τις συστάσεις, ο Τζον Τέρνερ αφήνει τις εξομολογήσεις κατά μέρος και γίνεται ο αληθινός πρωταγωνιστής της ζωής του, ενηλικιώνεται με τον τρόπο που συμβαίνει στον καθένα μας, με συμβιβασμούς, λάθη, αποτυχίες. «Πράττουμε όπως μας υπαγορεύουν οι χαρακτήρες μας, οι ατομικές και συλλογικές μας ιστορίες. Αυτές οι ιστορίες κυριαρχούν επάνω μας, μας καταλαμβάνουν και μας ιππεύουν, με τον ίδιο τρόπο που τα πνεύματα βουντού κατοικούν σε ζώντα σώματα, τα οποία αποκαλούν άλογα», συνοψίζει κάπου στο κεφάλαιο τριάντα εφτά, που είναι και το τελευταίο της «Λίμνης».

Στο μεταξύ, στις ενδιάμεσες σελίδες, έχουν συμβεί πολλά, διότι ο Σάλλις είναι ένας τεχνίτης της γραφής, πολυπράγμων και γνώστης της νουάρ λογοτεχνίας, αλλά ποτέ βιαστικός ή ανυπόμονος. Η πλοκή εξελίσσεται γύρω από ένα φόνο που συμβαίνει σε μια ήσυχη πόλη στο Μέμφις, εκεί όπου ο ήρωας έχει αποτραβηχτεί. Το ασήμαντο παρόν του και οι προσπάθειές του να εξιχνιάσει τη δολοφονία διακόπτονται από επεισόδια της προηγούμενης ζωής του, που παρεμβάλλονται ως κινηματογραφικά φλας μπακ, μικρά αυτοτελή κεφάλαια που θα μπορούσαν να αποτελούν τα διηγήματα μιας ωραίας συλλογής.

Ενα από τα πολλά ταλέντα του συγγραφέα αυτού του βιβλίου, που για να βγάζει τα προς το ζην έχει εργαστεί επίσης ως δημοσιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, μεταφραστής και πανεπιστημιακός καθηγητής δημιουργικής γραφής, είναι η μουσική. «Γράφω όπως παίζω μουσική», λέει στην ίδια συνέντευξη στην αγγλική εφημερίδα. «Το ονομάζω αυτοσχεδιασμό που περιστρέφεται γύρω από ένα κέντρο». Ως μουσικός αγαπάει τα μπλουζ, τις κάντρι μπαλάντες και τα κατζούν βαλς. Στο βιβλίο μαζί με τον ήχο των τζιτζικιών, το τρίξιμο των φύλλων που καταβροχθίζονται από μεγάλες ακρίδες, το θρόισμα των κυπαρισσιών που φυτρώνουν στις λάσπες, το ψιθύρισμα των ανθρώπων που κουβεντιάζουν στην μπροστινή βεράντα του σπιτιού κοιτάζοντας τα αστέρια, ακούγονται η φυσαρμόνικα του Σόνι Μπόι Ουίλιαμσον, η φωνή του Χανκ Ουίλιαμς, παλιά μπλουζ από το Δέλτα του Μισισιπή, πρώιμη τζαζ και μια ξεχασμένη γουέστερν σουίνγκ ορχήστρα. Το μπαρ όπου ο Τέρνερ δίνει το ραντεβού του με τη Βαλ ονομάζεται «Το κατάλληλο μέρος», εκεί «ο τύπος έπαιζε με σλάιντ και η κιθάρα ακουγόταν σαν τρομπόνι σε τζαζ μπάντα».

Είναι προφανές, ο Τζέιμς Σάλλις είναι ένας διανοούμενος της αστυνομικής λογοτεχνίας, αν αυτό το είδος χρειάζεται ακόμη τέτοιους διαχωρισμούς. Συγγενεύει με τον Ρέιμοντ Τσάντλερ όσο και με την Κάρσον Μακ Κάλερς, με τους οποίους μάλλον θα έπιναν και θα ξενυχτούσαν παρέα εάν η τύχη το έφερνε να συναντηθούν, απαγγέλλοντας από μνήμης Τσόσερ, όπως ο ήρωας της «Λίμνης», και διανθίζοντας τη συζήτηση με χοντρά αστεία του Νότου. Αυτά ακριβώς συμβαίνουν εκεί κάτω –και αξιζει να τα διαβάσετε– όταν οι μυρωδιές του ποταμού ανακατεύονται με το άρωμα της ανθισμένης μανόλιας, τις μέρες και κυρίως τις νύχτες ενός υγρού καλοκαιριού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή