Τώρα που τα κατά Καβάφην «αθρόα τάγματα των φιλεόρτων» μαντρώνονται σιγά σιγά στα σπίτια και στις δουλειές τους • θυμάμαι πάλι τον στίχο ενός άλλου ποιητή, του Μιχάλη Γκανά: «Ολο θυμάται όσα θα ’πρεπε να ζει / κι όλο ξεχνάει να ζήσει». • Μπαίνοντας στον όγδοο χρόνο της κρίσης, καθημαγμένοι και ανασφαλείς ακόμα, • ας είναι, • έτσι σαν ευχή επί τω νέω έτει, • να βρούμε τρόπο να το αντιστρέψουμε αυτό, • όσο γίνεται, • για να ζήσουμε κάπως πιο αληθινά • κάπως πιο κοντά σ’ αυτό που καθένας βαθιά επιθυμεί. • Γένοιτο. •
Ακούγεται λίγο σαν παραδοξολογία αυτό, σήμερα, στην Ελλάδα, • με τις θύελλες να μαίνονται γύρω μας και με τη βαρυσυννεφιά να απειλεί το αύριο με τα ακόμη χειρότερα, • αλλά ξεχνάμε ότι υφίσταται πάντα εκείνο το «εντυπωσιακό προφανές», που λέει ο Κούντερα: «Το εντυπωσιακό προφανές πως καθετί που υπάρχει (το έθνος, η σκέψη, η μουσική) μπορεί επίσης και να μην υπάρχει». • Ξεχνάμε δηλαδή «το αναπόφευκτο του πεπερασμένου». • Ξεχνάμε ότι κι αυτά που έχουμε ακόμα, • όσα καθένας έχει, • η υγεία, οι άνθρωποί μας, οι φίλοι, τα βιβλία, η αξιοπρέπεια, όση σώζεται, • «μπορούν επίσης και να μην υπάρχουν». • Το ξεχνάμε αυτό • ξεχνώντας ταυτόχρονα και να τα χαιρόμαστε όσο τα έχουμε. • Πεπερασμένα γαρ τα πάντα. •
Ανακαλώντας, μέρες που είναι, «το εντυπωσιακό προφανές» του Κούντερα • θυμήθηκα και κάτι που έγραψε για την τέχνη και την ανάγκη μας για την τέχνη σήμερα, • ξεκινώντας από την αμήχανη διαπίστωση για την προσωπική μου απομάκρυνση από αυτά, στη φάση που περνάω • (εξαιρουμένων των βιβλίων και μερικών ταινιών τα βράδια από το συνδρομητικό κανάλι) • μετά 40 χρόνια πυκνής συνάφειας –καθότι και επαγγελματικής. • Ακούγοντας λοιπόν ο Κούντερα «ένα νεαρό ξύπνιο» να μιλάει για τον Φελίνι «με ανάλαφρα περιπαικτικό τόνο», ένιωσε ξαφνικά την αίσθηση πως βρίσκεται «στην εποχή της μετά-τέχνης, • σ’ έναν κόσμο όπου η τέχνη εξαφανίζεται, • γιατί εξαφανίζεται η ανάγκη για τέχνη, • η ευαισθησία, • η αγάπη για την τέχνη». • Ο κόσμος μας σήμερα. •
Οσο κι αν στην Ελλάδα φαίνεται να το διαψεύδουν αυτό οι χιλιάδες πια παραστάσεις, • θεατρικές, χορευτικές, μουσικές κ.ά. που ανεβαίνουν κάθε χρόνο. • Με τη βούλα και της ΕΛΣΤΑΤ πια, • που για πρώτη φορά κατέγραψε • -πάνω από δύο χιλιάδες το 2015- • τα έργα (ή «έργα» -άλλη ψώρα κι αυτή με τις «επινοήσεις» του κάθε φούφουτου) που παρουσιάζονται στη σκηνή, • σε πάνω από τρεις και τέσσερις χιλιάδες παραστάσεις, • ενώπιον δύο και πλέον εκατομμυρίων θεατών • (των ίδιων και των ίδιων;). • Θα μου πεις είναι αυτό «η ανάγκη για τέχνη» στην οποία αναφέρεται ο Κούντερα • ή είναι απλώς η ανάγκη της αρένας για «άρτον και θεάματα». • Μια απάντηση ενδέχεται να δίνει ο γύρω μας πολιτισμός • -από το επίπεδο της πολιτικής ώς τη βαναυσότητα της καθημερινής μας ζωής. •
«Τρεις / είναι / οι π ρ α γ μ α τ ι κ ά / μ εγ ά λ ο ι / ο Κόμης / ο Πένης / ο Ελληνικός» • αντέγραφα τις προάλλες, αναφερόμενος στην ποίηση του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου • και μεγάλην απορίαν εξέφρασεν η φιλομαθής αναγνώστρια το Ζερμπινιώ • με email, sms και άλλα δαιμονικά • ερωτώσα πού μπορεί να προμηθευτεί το ανθολογικό της ποίησης αυτής φυλλάδιο • και ποίος παρακαλώ ο Κόμης, ο Πένης, ο Ελληνικός; • Για το πρώτο ερώτημα, επιφυλάσσομαι να απαντήσω καθότι δεν έχω συμμαζευτεί ακόμη οίκοι, • για δε το δεύτερο, • ο Σολωμός, ο Παπαδιαμάντης και ο Καβάφης, αντιστοίχως, αν δεν απατώμαι τουλάχιστον. • Και «Το ακροατήριον / ακροάται / εις στάσιν προσοχής / ενώ / σκληρός άνεμος / σκορπίζει / ανηλεώς / τα σαρίδια.»