«Κατ’ ευφημισμόν μας αποκαλείτε “παιδιά”»

«Κατ’ ευφημισμόν μας αποκαλείτε “παιδιά”»

3' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μπαίνουν σε μονόδρομους, κάνουν περίτεχνους ελιγμούς πάνω στο υγρό κράσπεδο και φτάνουν στο κατώφλι σας βρεγμένοι μεν, χαμογελαστοί δε, τείνοντάς σας τη σφιχτοδεμένη σακούλα με το φαγητό. Δεν είναι υπερήρωες, είναι τα «παιδιά» με τα μηχανάκια, οι ντελιβεράδες ή «πακετάδες» όπως τους αποκαλούν οι Θεσσαλονικείς, που ανταμείβονται για τα παραπάνω συχνά ακόμη και με 2,5 ευρώ την ώρα. Η χθεσινή τους απεργιακή κινητοποίηση και μοτοπορεία, που διοργάνωσε η Συνέλευση Βάσης Εργαζομένων Οδηγών Δικύκλων, στο κέντρο της Αθήνας, μας υπενθύμισε με τρόπο εμφατικό το «γκρίζο» εργασιακό τους καθεστώς και τις συνδηλώσεις της ξενόφερτης λέξης «delivery boy». Τα αιτήματά τους, δίκαια, αλλά όχι αυτονόητα για τους εργοδότες – εταιρικό μηχανάκι, ένσημα βαρέα και ανθυγιεινά, μέσα ατομικής προστασίας…

«Μόνον κατ’ ευφημισμόν μας αποκαλείτε “παιδιά”», λέει γλυκόπικρα στην «Κ» ο Θανάσης, που έχει προ πολλού περάσει τα 50. «Στη δική μου ηλικία είμαστε πολλοί», διευκρινίζει. «Είμαστε οικογενειάρχες που χάσαμε τη δουλειά μας και αποφασίσαμε να δουλέψουμε με το μηχανάκι για κάνα εξάμηνο, αλλά, απουσία κάτι καλύτερου, χρονίσαμε». Για εκείνους, το ζήτημα της ασφάλισης είναι ζωτικό, καθώς συχνά τούς υπολείπονται ένσημα λίγων χρόνων μέχρι να βγουν στη σύνταξη.

«Οταν από μακριά διακρίνετε κράνος, τότε ο ντελιβεράς σας είναι μεσόκοπος», λέει με νόημα ο Λευτέρης, νεότερος του επαγγέλματος όπου συναντάμε άνδρες είτε στην ηλικιακή δεκαετία των 20 είτε των 50. «Πηγαίνω ανάποδα σε μονόδρομους, προσπερνώ κόκκινα φανάρια», ομολογεί. «Αν ήμουν νομότυπος, δεν θα έβγαιναν τα δρομολόγια».

Επισήμως, οι εργοδότες λένε ότι διαφωνούν με τις παραβάσεις, αλλά απαιτούν να παραδίδονται γρήγορα τα πακέτα – πέντε ή έξι ανά ώρα. «Τα σπίτια, όμως, απέχουν, κάνω διαδρομές διάρκειας ακόμη και 40 λεπτών». Στην πιτσαρία όπου δουλεύει ο Λευτέρης, προ 6ετίας εργάζονταν επτά διανομείς, σήμερα μόνο τρεις. «Το μαγαζί μας ανήκε σε αλυσίδα με πέντε υποκαταστήματα, σήμερα λειτουργούν τρία», σημειώνει. «Πρέπει να εξυπηρετούμε και τις περιοχές που ορφάνεψαν».

Η εξίσωση θα ήταν μάλλον αδύνατον να βγει, αν η κρίση δεν περιόριζε και τις παραγγελίες, που θεωρούνται «ατασθαλίες» και αρμόζουν σε… γιορτή και σχόλη. «Επεσε η πελατεία, έπεσε και το μεροκάματο», λέει ο Λευτέρης, «κάποτε έπαιρνα έξι ευρώ, τώρα είμαι στα τρία». Η βενζίνη είναι δική του «υποχρέωση», το σέρβις στο μηχανάκι, αν το κάνει, το πληρώνει ο ίδιος. «Ο μεγάλος μας, όμως, καημός είναι τα πρόστιμα που αναγκαζόμαστε να πληρώσουμε».

Δυσεύρετη θέση

Ο Λευτέρης είναι απόφοιτος λυκείου. «Τα πρώτα χρόνια το έκανα για το χαρτζιλίκι, τώρα το κάνω επειδή δεν βρίσκω κάτι καλύτερο», παραδέχεται στα 27 του. Αλλωστε, όπως πλέον είναι γνωστό στην πιάτσα, ακόμη και μια θέση ντελιβερά είναι δυσεύρετη. «Πολύς κόσμος ζητάει να δουλέψει, αλλά τρώει πόρτα». Οι φοιτητές σπανίζουν. «Οι γονείς τρομάζουν στο άκουσμα, γιατί ξέρουν πόσα ατυχήματα γίνονται», απαντά ο ίδιος. «Οι φοιτητές πάνε για γκαρσόνια». Από την άλλη, ιδιοκτήτης ψησταριάς στα βόρεια προάστια ισχυρίζεται ότι «λίγοι Ελληνες έρχονται για θέση ντελίβερι, όπως βέβαια και για ψήστες». Ο ίδιος απασχολεί δέκα διανομείς, στους οποίους δίνει 4,5 ευρώ την ώρα.

«Εργάστηκα δύο διαφορετικές φάσεις της ζωής μου ντελίβερι», θυμάται ο 42χρονος Αλέξανδρος. «Την πρώτη ήμουν φοιτητής και το είχα βιώσει ως επανάσταση ενάντια στους γονείς μου». Τα χρόνια εκείνα τα περιγράφει ως ανέμελα, «ένιωθα λιγάκι… ιππότης της ασφάλτου, κάναμε αστεία με τους συναδέλφους, είχαμε βγάλει παρατσούκλια για τους σταθερούς μας πελάτες – ο ένας ήταν τσιγκούνης, άλλος φλύαρος, κάποιος είχε σκύλο που μας γάβγιζε από μακριά, αλλού άνοιγε την πόρτα μια αιθέρια ύπαρξη». Την επόμενη φορά που δούλεψε μοιράζοντας πίτσες ήταν μεγαλύτερος και είχε έναν σκοπό, «να αποπληρώσω την πιστωτική». «Τότε, το βίωσα αλλιώς», ομολογεί, «ούτε πλάκα ούτε αστεία, κοιτούσα το ρολόι και τη βελόνα της βενζίνης». Ευτυχώς, ξεχρέωσε και σήμερα απασχολείται αλλού. «Με τους παλιούς μου συναδέλφους παραμένω φίλος, ειδικά με τον Στράτο που για μήνες νοσηλευόταν έπειτα από ατύχημα με το μηχανάκι», περιγράφει. «Οι ιδιοκτήτες, δεδομένου ότι τον είχαν ανασφάλιστο, ανέλαβαν τα νοσήλια για να αποφευχθεί η καταγγελία, δεν ξέρω, όμως, αν έπραξε καλά», καταλήγει.

Παλαιότερη μελέτη του ΣΕΠΕ (Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας) είχε αναδείξει ότι ένας στους τέσσερις δικυκλιστές, διανομείς φαγητού, είχε υποστεί τουλάχιστον μια φορά ατύχημα στη δουλειά του και ένας στους πέντε αντιμετωπίζει μόνιμα προβλήματα σχετικά με το μυοσκελετικό σύστημα, καθώς και σοβαρά κρυολογήματα. Αυτά είναι μερικά στοιχεία που τα «παιδιά με τα παπάκια» θέλουν να θυμόμαστε, όταν η λάμψη από τα φώτα της μοτοπορείας τους παρέλθει και ο ντόρος γύρω από την ομολογουμένως επιτυχημένη αφίσα τους –«Στις 25 Μάη, μην παραγγείλεις, μαγείρεψε μόνος»– περάσει…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή