Ο Γκέρχαρντ Κένιγκ υπήρξε ερασιτέχνης τερματοφύλακας στην άσημη Φίσεν, ιδιότητα που συνδύαζε για αρκετά χρόνια με τη διεύθυνση δύο εστιατορίων. Για δεκαετίες, προκειμένου να μην κάνει ζημιά στη φήμη του και στη δουλειά του, δεν παραδεχόταν κάτι που είχε υποστηρίξει επανειλημμένως ο Φραντς Μπεκενμπάουερ.
Οτι το 1958, σε έναν αγώνα μεταξύ των ομάδων Νέων της Μόναχο 1860 και της SC 1906 Μόναχο, είχε δώσει χαστούκι στον 13χρονο τότε Φραντς, αφού πρώτα σιγουρεύτηκε ότι ο διαιτητής κοιτούσε αλλού. Ο πιτσιρικάς, με την ταχύτητά του και αγωνιζόμενος τότε ως επιθετικός, είχε τρελάνει τον Γκέρχαρντ, ο οποίος σε εκείνο τον αγώνα είχε παίξει κεντρικός αμυντικός.
Εκείνο το χαστούκι άλλαξε τη ζωή του Μπεκενμπάουερ και, πιθανότατα, την Ιστορία του γερμανικού και, κατ’ επέκταση, του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Ο Φραντς, ο οποίος από (πιο) μικρός ήταν φανατικός οπαδός της Μόναχο 1860, είχε αποφασίσει να ενταχθεί στο φυτώριο του συλλόγου.
Ενοχλημένος από το χαστούκι του Κένιγκ, άλλαξε γνώμη και, για να μην ανταμώσουν στην ίδια ομάδα, ενσωματώθηκε στα τμήματα υποδομής της άλλης ομάδας του Μονάχου, της Μπάγερν, η οποία τότε ακόμα ήταν στη σκιά της Μόναχο 1860. Με τη φανέλα της συγκεκριμένης ομάδας κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα, τρία Κύπελλα Πρωταθλητριών και ένα Διηπειρωτικό Κύπελλο, μεταξύ πολλών άλλων.
«Οπως εξελίχθηκαν τα πράγματα μετά, ίσως θα έπρεπε να είμαι ευγνώμων στον Κένιγκ για το χαστούκι. Αν δεν υπήρχε αυτό, ποιος ξέρει πώς θα είχε εξελιχθεί η καριέρα μου. Ισως τα Λιοντάρια (σ.σ. το παρατσούκλι της Μόναχο 1860) να είχαν αναδειχθεί πρωταθλητές Γερμανίας, Ευρώπης και κόσμου μαζί μου» έλεγε αστειευόμενος ο Μπεκενμπάουερ.
Από τη στιγμή που έγινε επαγγελματίας, η Μπάγερν, η οποία είχε μόλις ένα πρωτάθλημα και αυτό το 1932, έχει κατακτήσει άλλα 32 (!), στα οποία πρόσθεσε 19 Κύπελλα, έξι Πρωταθλητριών, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων, ένα Κύπελλο UEFA, δύο Σούπερ Καπ Ευρώπης, δύο Διηπερωτικά και δύο Μουντιάλ Συλλόγων.
Η Μόναχο 1860, από την πλευρά της, δεν κατέκτησε έκτοτε άλλον τίτλο πέρα από ένα Κύπελλο… Βαυαρίας, εδώ και έξι χρόνια παίζει στην τρίτη κατηγορία και την τελευταία φορά που πήρε μέρος στην Bundesliga, στα σαλόνια του γερμανικού ποδοσφαίρου, ο Μπεκενμπάουερ «έτρεχε» την οργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006, το οποίο ανέλαβε η Γερμανία χάρη στην ηγετική του προσωπικότητα και τις γνωριμίες του.
Είναι σημειολογικό, αλλά ταιριάζει απόλυτα στην ιστορία του δεύτερου ποδοσφαιρανθρώπου που κατέκτησε Παγκόσμιο Κύπελλο ως παίκτης (1974) και ως προπονητής (1990), ο οποίος έφυγε από τη ζωή μόλις λίγα 24ωρα μετά τον Μάριο Ζαγκάλο, ο οποίος χρονολογικά ήταν ο πρώτος που το είχε καταφέρει: Πρώτα δύο φορές ως παίκτης (1958, 1962) και στη συνέχεια ως προπονητής (1970), πάντα με τη Βραζιλία.
Το επίθετο του ανθρώπου που τον χαστούκισε και εν αγνοία του έμελλε να αλλάξει τη ζωή και την καριέρα του σημαίνει «Βασιλιάς» στα γερμανικά. Και ο Μπεκενμπάουερ έμεινε για πάντα γνωστός ως Κάιζερ, ήτοι αυτοκράτορας. Οχι για το αρχοντικό του στυλ μέσα στο γήπεδο (που το είχε), αλλά επειδή έμοιαζε φυσιογνωμικά με τον Λουδοβίκο Β΄ της Βαυαρίας, πατέρα του Οθωνα, του πρώτου βασιλιά του ελληνικού κράτους.
Από το χαστούκι του Κένιγκ και μετά, ο Μπεκενμπάουερ εξελίχθηκε στον πρώτο πραγματικό σούπερ σταρ του γερμανικού ποδοσφαίρου, στον πρώτο αμυντικό που πήρε (δύο φορές μάλιστα) τη «Χρυσή Μπάλα» ως ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής των ευρωπαϊκών γηπέδων, στον πρώτο που απασχόλησε τον σκανδαλοθηρικό Τύπο με εξωαγωνιστικά σκάνδαλα που οδήγησαν την Μπάγερν, εκτός από το να γίνει υπερδύναμη, να αποκτήσει το παρατσούκλι «FC Hollywood».
Προτού καν γίνει επαγγελματίας, στα 18 του, είχε εκδιωχθεί από την εθνική ομάδα Νέων της Δυτικής Γερμανίας, επειδή είχε γίνει γνωστό ότι είχε αφήσει έγκυο τη σύντροφό του και δεν είχε καμία πρόθεση να την παντρευτεί. Επανήλθε στους μικρούς των Πάντσερ χάρη στην παρέμβαση του ομοσπονδιακού προπονητή Ντίτμαρ Κράμερ, μετέπειτα δημιουργού της μεγάλης Μπάγερν της δεκαετίας του ’70.
Ο «Ναπολέων», όπως ήταν το παρατσούκλι του λόγω του μικρού του ύψους (1.61), κάθισε το 1981 στον πάγκο του Αρη για 26 παιχνίδια. Στις 17 Σεπτεμβρίου του 2015, απεβίωσε σε ηλικία 90 ετών. Δύο μήνες νωρίτερα και ύστερα από μακρά, άνιση μάχη με όγκο στον εγκέφαλο, είχε φύγει από τη ζωή, μόλις στα 46 του χρόνια, ο Στέφαν Μπεκενμπάουερ, το μοναδικό από τα πέντε παιδιά του Φραντς που υπήρξε επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, έστω και χωρίς τη λάμψη του.
Ο Στέφαν, ο οποίος είχε καταφέρει να παίξει στη Μόναχο 1860, σε αντίθεση με τον πατέρα του, δεν μπορούσε καλά καλά να μιλήσει τις τελευταίες ημέρες της ζωής του. Ο θάνατός του αποτέλεσε ένα τεράστιο «χαστούκι» για τον Κάιζερ, το οποίο όμως του άλλαξε τη ζωή προς το χειρότερο, όχι όπως αυτό του Κένιγκ.
Εκτοτε ο Μπεκενμπάουερ, ο οποίος παλαιότερα δεν είχε διστάσει να παραδεχθεί ότι «ήμουν κακός πατέρας γιατί δεν ήμουν εκεί για τα παιδιά μου όταν έπρεπε», κατέπεσε. Εχασε την όραση στο δεξί μάτι ύστερα από τη συμμετοχή του σε ένα τουρνουά γκολφ που έφερε το όνομα του («The Kaiser Cup»), έκανε δύο επεμβάσεις στην καρδιά και η ασθένεια του Πάρκινσον, η οποία οδήγησε στην άνοια, τον λύγισε οριστικά.
Ο θάνατος του Στέφαν, όμως, δεν ήταν το πρώτο, αρνητικό «χαστούκι» που δέχθηκε ένας από τους πρώτους ποδοσφαιριστές που τόλμησαν, μαζί με τον Πελέ, τον Γιόχαν Κρόιφ ή τον Τζορτζ Μπεστ, να λειτουργήσουν ως «απόστολοι» της μπάλας στις Ηνωμένες Πολιτείες, έναντι βεβαίως αδράς αμοιβής, εν προκειμένω, από τη Νιου Γιορκ Κόσμος.
Η απόφασή του να ασχοληθεί με την προσπάθεια ανάληψης του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2006, προκειμένου να φέρει ξανά στη Γερμανία τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική διοργάνωση του πλανήτη ύστερα από 32 χρόνια και τον θρίαμβό του ως αρχηγού το 1974, τον ενέπλεξε σε διάφορα σκάνδαλα διαφθοράς.
Αρχικά, για μία πληρωμή στη FIFA ύψους 6,7 εκατ. ευρώ, η οποία συνδέθηκε με την προσπάθεια εξαγοράς ψήφων για την ανάθεση του Μουντιάλ, με τον ίδιο να αναλαμβάνει την ευθύνη ως πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής για το «λάθος», αλλά να ξεκαθαρίζει ότι αυτά τα χρήματα δεν είχαν κανένα βρώμικο σκοπό.
Στη συνέχεια, τιμωρήθηκε με (μικρό) πρόστιμο και (σύντομο) αποκλεισμό από κάθε ποδοσφαιριστή δραστηριότητα από την επιτροπή ηθικής της διεθνούς συνομοσπονδίας για την άρνησή του να συνεργαστεί σε έρευνα για διαφθορά στην ανάθεση των Μουντιάλ του 2018 στη Ρωσία και του 2022 στο Κατάρ.
Σύμφωνα με ένα e-mail του μέλους του ρωσικού Κοινοβουλίου, Σεργκέι Κάπκοφ, ο Μπεκενμπάουερ και ο σύμβουλός του, Φεντόρ Ράντμαν, έλαβαν τρία εκατ. ευρώ για να ψηφίσουν υπέρ της Ρωσίας και άλλο ενάμισι εκατ. ύστερα από την ανάθεση της FIFA.
Στη διάρκεια της σχετικής έρευνας, οι ελβετικές Αρχές βρήκαν στοιχεία για την πληρωμή τουλάχιστον 1,7 εκατ. ευρώ από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Νότιας Αφρικής στον Μπεκενμπάουερ, μέσω Γιβραλτάρ, για συμβουλές σχετικά με την (επιτυχημένη σε αυτή την περίπτωση) ανάληψη του Μουντιάλ του 2010.
Ο Κάιζερ, ο οποίος εργαζόταν δωρεάν στην οργανωτική επιτροπή της γερμανικής ομοσπονδίας για το Μουντιάλ του 2006, φέρεται να έλαβε 5,5 εκατ. ευρώ από τη στοιχηματική εταιρεία Oddset, στο πλαίσιο συμφωνίας που είχε συνάψει με την ομοσπονδία η συγκεκριμένη εταιρεία το 2004.
Για χρόνια και ύστερα από την άκρως επιτυχημένη διοργάνωση του Μουντιάλ του 2006, στην οποία ο ίδιος συνέβαλε και με το παραπάνω, ο Μπεκενμπάουερ ήταν συνεχώς είδηση για τους λάθος λόγους, αφού υπήρξαν και διώξεις για φοροδιαφυγή και πρόστιμα που προέκυψαν από αυτήν. Εν τέλει, το 2021, η FIFA έβαλε στο αρχείο την έρευνα για τον Μπεκενμπάουερ εξαιτίας παραγραφής και έλλειψης στοιχείων.
Το κακό, όμως, είχε γίνει και η ζημιά από τα «χαστούκια» ήταν πλέον μη αναστρέψιμη για τον πιτσιρικά που έγινε αυτοκράτορας από το χαστούκι που του έδωσε ένας βασιλιάς.