«Η πληθώρα της πληροφορίας με την οποία ερχόμαστε σε επαφή καθημερινά συνεισφέρει στη βία και στη δυστυχία. Πώς μπορεί κανείς να ανακαλύψει την ευτυχία όταν υπάρχει τόσος πόνος και δυστυχία γύρω μας;» αναρωτιόταν σε μία πρόσφατη συνέντευξή του στην El Pais ο συγγραφέας Τζόρτζ Σόντερς. Συνέχιζε λέγοντας πως «η δυστυχία και η σκληρότητα και ο πόνος υπήρχαν πάντοτε, όμως το περιβάλλον μας μάς προφύλασσε από αυτά. Τώρα δεν υπάρχει καμιά προστασία. Τα social media μας μετατρέπουν σε κάποιου είδους ζώο που έχει άποψη ακόμη και για πράγματα για τα οποία δεν γνωρίζει τίποτα».
Τα τελευταία 4-5 χρόνια κάνουμε όλοι μια προσπάθεια να κατανοήσουμε τι έχει συμβεί σε εμάς και στον κόσμο ώστε η καθημερινότητά μας να κυριαρχείται από τη βία και τη σκληρότητα, και η απαισιοδοξία και η δυστυχία να μη μας αφήνουν να μοιραστούμε και να χαρούμε οτιδήποτε καλό συμβαίνει σε εμάς αλλά και στους γύρω μας. Αλλωστε, ψυχολογικά φαίνεται πως έχουμε μεγάλη δυσκολία να διαχειριστούμε τόσο μεγάλη πίεση και για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Σε όλο τον κόσμο που γνωρίζουμε ότι έχουν γίνει έρευνες, όλες συντείνουν στο ίδιο συμπέρασμα: η τεχνολογία κάθε μέρα πραγματοποιεί άλματα, οι επιστήμες υπόσχονται θαύματα, οι οικονομίες αποδεικνύονται ισχυρές και ανθεκτικές, οι άνθρωποι αποκτούν όλο και περισσότερα δικαιώματα, αλλά οι άνθρωποι δηλώνουμε απαισιόδοξοι για τις χώρες μας και για το μέλλον.
Ο Τζόρτζ Σόντερς εδώ μας λέει ότι και παλιότερα, πριν την εποχή των social media αλλά και του Ιντερνετ, η ανθρωπότητα ήταν εκτεθειμένη στη δυστυχία, στον πόνο και στη βαρβαρότητα, ίσως και πολύ πιο έντονα. Υπήρχε όμως ένα περιβάλλον, το κοντινό, κάτι που μας προστάτευε σαν μια φούσκα, είτε αυτό ήταν η ιδιωτική μας ζωή είτε η οικογένεια και οι αγαπημένοι μας. Σήμερα, αυτές οι άμυνες φαίνεται να έχουν καταπέσει και να έχουν χαθεί. Εκεί, πρέπει να αναζητήσουμε την ισορροπία μας. Και αν κάποιος πιστεύει ότι αυτό δεν μας αφορά όλους, ας διαβάσει αυτά που είπε πρόσφατα ο Γιάννης Αντετοκούνμπο ύστερα από ένα νικηφόρο αγώνα:
«Τα social media με κάνουν να νιώθω σκουπίδι» τονίζοντας μάλιστα ότι αυτά δεν είναι ο πραγματικός κόσμος. «Οταν πηγαίνω τα παιδιά μου στο σχολείο, κανείς δεν μου λέει ότι έχασα 7-8 βολές […] Εχω καταλήξει ότι όταν κάποιοι λένε καλά πράγματα για σένα δεν είσαι τόσο καλός. Οταν λένε άσχημα πράγματα για σένα δεν είσαι τόσο κακός. Απλώς πρέπει να συνεχίζεις να κάνεις αυτό που κάνεις».
ΥΓ.: Το πρόσφατο βιβλίο του Τζόρτζ Σόντερς λέγεται «Mέρα Απελευθέρωσης» και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ικαρος σε μετάφραση Γ.Ι. Μπαμπασάκη.
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΤΕΛΕΙΑ ΗΜΕΡΑ
Λίγα πράγματα αγαπάμε όσο τα τραγούδια και τη μουσική της εφηβείας μας, λίγα πράγματα μας ακολουθούν στη ζωή μας και μας σημαδεύουν όσο αυτά. Οι άνθρωποι είμαστε ευγνώμονες και χαρούμενοι για τα τραγούδια και τις μουσικές. Μου έχει τύχει να κρυφακούσω συζητήσεις ανάμεσα σε νεότερους ή και σε μεγαλύτερους να μιλάνε παθιασμένα για τραγούδια και μουσικές-ορόσημα στη ζωή τους. Εχω κάνει και εγώ τέτοιες συζητήσεις, πολλές και μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες. Ολοι μας θυμόμαστε το τραγούδι που συνδέσαμε με το πρώτο μας ραντεβού, την πρώτη μας σχέση. Θυμόμαστε τη μουσική της αποφοίτησής μας ή του τέλους μιας δύσκολης και σημαντικής χρονιάς, ενώ επαναφέρουμε στη μνήμη μας τη μουσική και τα τραγούδια που ακούγαμε τα καλοκαίρια στα ταξίδια και στα νησιά. Και αυτά που μας ξυπνούν ευχάριστα συναισθήματα αλλά και αυτά που θα μας θυμίζουν τις φορές που έχουμε πονέσει. Αλλωστε είμαστε φτιαγμένοι και από τα δύο υλικά.
«Η μουσική είναι η μοναδική τέχνη που έχει τη δύναμη να σε κουνήσει συναισθηματικά και σωματικά» είχε πει παλιότερα σε μία συνέντευξή της η Πι Τζέι Χάρβεϊ. Από την πλευρά του ο Τσάρλι Γκίλετ, συγγραφέας και ραδιοφωνικός παραγωγός του BBC, στο περίφημο βιβλίο του «The Sound Of The City: The Rise Of Rock and Roll» που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 1970 (εκδίδεται και στα ελληνικά ως «Ο Ηχος Της Πόλης»), είχε γράψει ότι αυτό που μας ακολουθεί για μια ζωή είναι οι μουσικές της εφηβείας μας.
Μια σειρά, το One Day, με μουσικές από τους The The, Blur, Radiohead, Portishead, Suede, The Verve, Belle and Sebastian, Kinks και Magnetic Fields, και μια ταινία, το Perfect Days, η τελευταία ταινία του σπουδαίου Γερμανού σκηνοθέτη Βιμ Βέντερς όπου ακούγονται οι Patti Smith, Lou Reed, Van Morrison, The Animals, Nina Simone, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα του πόσο έντονο μπορεί να είναι το αποτύπωμα της μουσικής στην αφήγηση μιας ιστορίας. Είναι γεγονός ότι η μουσική όχι μόνο προσδίδει ένταση και βάθος στους χαρακτήρες και στην πλοκή αλλά και μας βοηθά να ταυτιστούμε συναισθηματικά με αυτό που βλέπουμε.
Στην περίπτωση της ταινίας του Βέντερς, ο ήρωάς του είναι ένας άνθρωπος που αγαπάει και ακολουθεί την καθημερινή ρουτίνα του και τη συνοδεύει μέσα από τραγούδια της δεκαετίας του ’60 που ακούει από κασέτες μέσα στο αυτοκίνητό του. Θα έλεγα ότι είναι οι ίδιες μουσικές που άκουγε μικρός ο ίδιος ο Βέντερς.
Στη σειρά One Day, τα τραγούδια, κυρίως της δεκαετίας του ’90, χρησιμοποιούνται στα πιο κατάλληλα και απαραίτητα σημεία για να περιγράψουν τις στιγμές της ζωής ενός ζευγαριού και αφήνουν ένα έντονο συναισθηματικό αποτύπωμα τόσο στην ιστορία όσο και στους ίδιους τους πρωταγωνιστές. Ωρες ή και μέρες μετά το κλείσιμο, μετά το φινάλε, πιάνεις τον εαυτό σου να σιγοψιθυρίζει μελωδίες και αυτών των τραγουδιών.
Είναι ξεκάθαρο ότι όσο η τεχνολογία και η επιστήμη τρέχουν, τόσο οι άνθρωποι ψάχνουμε ένα κόσμο γνώριμο και «ζεστό» για να κρατηθούμε και να ζήσουμε.
Blender #18
ΣΦΥΡΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟ SPOTIFY
Νομίζω πως το χρειάζονται και οι μέρες, μουσικές που να σφύζουν από αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, δηλαδή μουσικές και τραγούδια που ξεκινάνε με ένα σφύριγμα. Γιατί αν κάτι θέλει να δηλώσει το σφύριγμα στη ζωή μας είναι ότι όλα είναι καλά και θα πάνε καλύτερα. Η επόμενη μία ώρα στο Spotify μου θυμίζει ότι πολλά από τα πιο πετυχημένα τραγούδια όλων των εποχών ξεκίνησαν με ένα σφύριγμα!