Επρεπε να το διαβάσω για να σιγουρευτώ ότι είναι αλήθεια: τα τελευταία χρόνια η Τέιλορ Σουίφτ έχει ηχογραφήσει τέσσερα καινούργια στούντιο άλμπουμ, έχει εκ νέου ηχογραφήσει τα πρώτα τέσσερα άλμπουμ της και έχει κάνει μια περιοδεία, το περίφημο The Eras Tour, που άφησε εποχή και ταρακούνησε τις οικονομίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, κυκλοφόρησε μια ταινία της περιοδείας διαρκείας τρεισήμισι ωρών και μόλις την περασμένη Παρασκευή εξέδωσε το ολοκαίνουργιο album της με 31 τραγούδια και διάρκεια 2 ωρών και τον φιλόδοξο τίτλο The Tortured Poets Department: The Anthology.
Δεν είμαι 16 χρονών, ελπίζω να το έχετε καταλάβει μέχρι τώρα, και μάλλον δεν ανήκω στον πυρήνα των οπαδών που απευθύνεται η Σουίφτ, όμως αγαπάω πάρα πολύ και την ποπ μουσική και την ποπ κουλτούρα. Κάθε Τετάρτη διαβάζω το καινούργιο newsletter που έχει καθιερώσει ο Guardian, το Swift notes, που είναι και το πρώτο στο είδος του με θέμα έναν και μόνον καλλιτέχνη. Στην ιστορία της ποπ μουσικής δεν θυμάμαι κάτι αντίστοιχο.
Στην πραγματικότητα άκουσα προσεκτικά και εκτίμησα την Τέιλορ Σουίφτ μόλις το 2020 κατά τη διάρκεια της καραντίνας όταν κατά τη γνώμη μου –και την αισθητική μου– κυκλοφόρησε τα δύο πιο ενδιαφέροντα άλμπουμ της καριέρας της, το Folklore και το Evermore. Αποτελούν μια περιήγηση στη φολκ πλευρά της αισθητικής της με συνεργάτες υπέροχους μουσικούς όπως ο Ααρον Ντέσνερ, οι Bon Iver, οι National και ο Τζακ Αντόνοφ. Ο Ντέσνερ και ο Αντόνοφ είναι υπεύθυνοι και γι’ αυτό το καινούργιο album.
Την ταινία, διάρκειας τρεισήμισι ωρών, δεν μπόρεσα να τη δω ολόκληρη μια φορά αλλά χρειάστηκα τρεις μέρες. Το δε άλμπουμ της, διάρκειας 2 ωρών, μου πήρε ένα Σαββατοκύριακο να το ακούσω. Ο λόγος; Κάποιες φορές απλά με έπιανε κούραση και αδιαφορία. Η εποχή μας, με την τόση πολλή πληροφορία καθημερινά και από πολλά επίπεδα, για κάποιο ακατανόητο λόγο παράγει ταινίες, θεατρικές παραστάσεις, βιβλία και μουσικές πολύ μεγάλης διάρκειας σαν να θέλει να μονοπωλήσει την προσοχή μας.
Επειδή πολλοί αναρωτιόμαστε αν μας έχει κουράσει το φαινόμενο Σουίφτ ή αν έχουμε εξαντληθεί από τη συνεχή της παρουσία –πράγμα που σύμφωνα με τους κανόνες του marketing δεν είναι και ό,τι πιο έξυπνο– τα στοιχεία μας δείχνουν ότι κάνουμε λάθος: το άλμπουμ της καταρρίπτει το ένα ρεκόρ πίσω από το άλλο σε όλες τις πλατφόρμες και τις μορφές. Η πολιτιστική κυριαρχία της Σουίφτ είναι αδιαμφισβήτητη και αν ήταν υποψήφια για πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών οι Δημοκρατικοί δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα.
Ο μόνος τρόπος για να καταλάβεις και να συνδεθείς με όλο αυτό που γίνεται, είναι να το δεις με τα μάτια του φανατικού κοινού της, με το οποίο συνομιλεί γνήσια και αυθεντικά χωρίς καμιά διαμεσολάβηση όλα αυτά τα χρόνια μέσα από τα τραγούδια, τους δίσκους, τις περιοδείες και τις ταινίες. Η δύναμή της και η επιτυχία της δεν είναι τίποτα άλλο από τα τραγούδια της που μοιάζουν να μιλούν στον καθένα ξεχωριστά και τον κάνουν να νιώθει ότι η ιστορία που ζει μέσα στο τραγούδι είναι η δική του ιστορία, είναι οι δικές του σχέσεις, είναι οι δικές του λέξεις και τα δικά του συναισθήματα.
Νομίζω ότι καλύτερα από όλους το έχει πει η ηθοποιός και σκηνοθέτης Γκρέτα Γκέργουικ, μεγάλη φαν της Σουίφτ και αυτή: «Η Τέιλορ Σουίφτ ξέρει να αφηγείται ιστορίες μέσα από τα τραγούδια της και είναι τόσο γενναιόδωρη που μας επιτρέπει να είναι ιστορίες όλων μας».
Φυσικά δεν κάνει λάθος και το περιοδικό Time που την αποκαλεί «η δαφνοστεφανωμένη ποιήτρια της ποπ κουλτούρας».
Ο τίτλος «Το παράρτημα των βασανισμένων ποιητών», όπως αποδίδεται στα ελληνικά ο τίτλος του καινούργιου 11ου άλμπουμ της, είναι ευφυής για το σημείο στο οποίο βρίσκεται η ίδια αυτή τη χρονική περίοδο.
Θα μπορούσε, με τη δύναμη που έχει, να κάνει ένα κοινωνικό ή πολιτικό σχόλιο. Ισως θα μπορούσε να προβεί σε μια δήλωση που να αντίκειται σε κάποιες κατεστημένες αντιλήψεις, όπως έκανε πρόσφατα η Beyoncé με το δικό της άλμπουμ. Απεναντίας, μοιάζει σαν να θέλει να βαφτιστεί ξανά στην πηγή από την οποία προέρχεται, να απευθυνθεί για άλλη μια φορά προσωπικά στον πυρήνα του κοινού της. Εχοντας μόλις κατακτήσει τον κόσμο ολόκληρο με όλους τους δυνατούς τρόπους, επιστρέφει εκεί απ’ όπου ξεκίνησε. Μπορεί να είναι ανάγκη δική της, μπορεί να είναι σεμνότητα, μπορεί να είναι και ένα καλά υπολογισμένο κόλπο του μάρκετινγκ. Δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Γιατί όπως είχε γράψει και ο Μπρους Σπρίνγκστιν στο τραγούδι του Badlands του 1978: «Ο φτωχός θέλει να γίνει πλούσιος/ ο πλούσιος θέλει να γίνει βασιλιάς/ και ο βασιλιάς δεν είναι ποτέ ευχαριστημένος παρά μόνον όταν εξουσιάζει τα πάντα».
Αν ο άνθρωπος δεν νιώθει ποτέ ευχαριστημένος με αυτό που έχει και με το πού βρίσκεται, τι πιο έξυπνο από το να πιάσει το νήμα απ’ την αρχή.
Τριάντα ένα τραγούδια είναι σίγουρα πολλά, ειδικά αν δεν είσαι swiftie. Ξεχώρισα και μου άρεσαν και θα μου αρκούσαν σε αυτό τον δίσκο πέντε με έξι τραγούδια: τα Florida!!!, Fortnight, The Tortured Poets Department, The Smallest Man Who Ever Lived και So Long, London. Προσωπικά θα μου αρκούσαν αυτά αλλά και πάλι τι ξέρω εγώ; Αν είχα ζήσει την επιτυχία της Σουίφτ τα τελευταία χρόνια, ίσως αυτή τη στιγμή δεν θα κυκλοφορούσα καινούργιο δίσκο αλλά θα ήμουνα στον Υπερσιβηρικό για να κάνω ένα από τα ταξίδια της ζωής μου. Ή θα έμενα στο σπίτι για να τελειώσω το «Αναζητώντας το χαμένο χρόνο» του Προυστ.
Blender #26 Spotify List
Και μια λίστα με τραγούδια όχι μόνο από το άλμπουμ αυτό αλλά και με ό,τι καλό κυκλοφόρησε και ξεχώρισα την τελευταία περίοδο.