Το φεστιβάλ «Γιατί είναι μαύρα τα βουνά», που διοργανώθηκε για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στην περιοχή της Κόνιτσας από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον βραβευμένο με Grammy παραγωγό και συγγραφέα Κρίστοφερ Κινγκ, απέδειξε ότι μπορεί να θέσει πολλά υπαρκτά, πολιτικά και κοινωνικά, ερωτήματα.
Αλλωστε το πιο κατάλληλο σημείο στον παγκόσμιο χάρτη και φυσικά και στη δική μας γειτονιά για να βρεις απαντήσεις σε θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς, κουλτούρας αλλά και ηθών, εθίμων και γλώσσας είναι το σημείο εκείνο όπου τα σύνορα υπάρχουν στα χαρτιά και ταυτόχρονα καταργούνται από την πραγματικότητα. Πόσες φορές κατά τη διάρκεια του τριημέρου οι περισσότεροι από μας που βρεθήκαμε εκεί δεν κοιτάξαμε προς τα βουνά και δεν αναρωτηθήκαμε για το πού είναι τα σύνορα, ποια χώρα είναι που γειτονεύει, ποια γλώσσα μιλιέται και ποια μουσική ακούγεται.
Το φεστιβάλ «Γιατί είναι Μαύρα τα Βουνά» από την πρώτη του χρονιά έκανε κάποιες νύξεις και έριξε μερικές βολές γύρω από το ποια είναι η ατζέντα πίσω από όλη αυτή τη διοργάνωση: σε ένα πρώτο επίπεδο ξεκάθαρα η μουσική, όμως ποτέ δεν μπορεί να μείνει κανείς εκεί. Καθίσταται σαφές πως η επαφή με τους άλλους, η γνωριμία που οδηγεί στην κατανόηση είναι το φάρμακο που μπορεί να θεραπεύσει πολλούς -ισμούς, με πρώτον και καλύτερο αυτόν του ρατσισμού. Οποιος ψάχνει για ανώτερο πολιτισμό και για επιβεβαίωση της παρθενογένεσης βρίσκεται σε λάθος φεστιβάλ.
Τη δεύτερη χρονιά η διοργάνωση ξεδίπλωσε μπροστά στα μάτια μας όλη την ατζέντα του φεστιβάλ. Μια ατζέντα που είναι ταιριαστή σαν γάντι στη φιλοσοφία της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση σε σχέση με την πολιτική της καθημερινότητας, της συμπεριφοράς, της συμπερίληψης, των ευρύτερων ιδεών της αποδοχής του διαφορετικού. Είναι ένα φεστιβάλ δηλαδή «100% Στέγη», κόντρα σε στερεότυπα που λειτουργούν διχαστικά είτε μέσα στην ίδια την κοινωνία είτε σε μια ευρύτερη περιοχή, και μόνο δυστυχία προκαλούν.
Η πρώτη χρονιά λειτούργησε τροχιοδεικτικά: ο Κρίστοφερ Κινγκ έφτιαξε ένα πρόγραμμα απολαυστικό, συμπεριληπτικό, παραδοσιακό, διδακτικό και ταυτόχρονα σύγχρονο αφού τα ονόματα που συμμετείχαν στο τριήμερο αυτό ανήκαν σε όλο το φάσμα της παράδοσης και φυσικά προέρχονταν από όλες τις χώρες της περιοχής. Μια καλή πρώτη γνωριμία. Είχε και παλιά κλασικά παραδοσιακά με φυσικά όργανα, είχε και παντρέματα ή φιούζιον αν προτιμάτε τον όρο.
Ηταν μια εμπειρία που, αν είσαι παιδί των πόλεων, την απολαμβάνεις με ενθουσιασμό, την καταπίνεις ολόκληρη. Ανεβαίνοντας και φέτος για την Κόνιτσα είχα μια απορία: πώς αυτή η ενδιαφέρουσα προσωπικότητα που λέγεται Κρίστοφερ Κινγκ και ένας οργανισμός με μια ματιά στα πράγματα ολιστική θα προσεγγίσουν το πρόγραμμα της δεύτερης χρονιάς. Ποια θα ήταν η στόχευση, ποιο το curation;
Η παραδοσιακή μουσική δεν είναι στατική αλλά αποτελεί δυναμική, εξελικτική διαδικασία, μας είπε ο Κρίστοφερ Κινγκ με φωνή που έμενα πάντα μου θυμίζει τον Wolfman Jack από το αμερικανικό ραδιόφωνο. Συνεχίζοντας περιέγραψε πώς οι παραδοσιακές μουσικές βρίσκονται σε μία συνεχή κίνηση. Ξεκινούν μεν από το παραδοσιακό, αλλά καταλήγουν σε αυτό που κάποιες φορές δεν μπορεί να συλλάβει ο νους, το άγνωστο.
Στο φετινό φεστιβάλ έγινε κατανοητό πόσο πολύ η μουσική των νοτίων Βαλκανίων εξαρτάται από τους Ρομά, και εξαιτίας των Ρομά εξελίσσεται, μεταλλάσσεται και αποκτάει και υπερτοπικά και υπερεθνικά στοιχεία.
Το φετινό πρόγραμμα –αν και αμιγώς μουσικά ήταν λίγο πιο αδύναμο σε σχέση με το περσινό– έδειξε με τρόπο μουσικό αυτό που ξέρουμε όλοι όσοι έχουμε διαβάσει θεωρία και ιστορία των παραδοσιακών μουσικών: οι Ρομά, οι τσιγγάνοι, λαός που μετακινείται συνεχώς, έχουν επηρεάσει με τις μουσικές τους όλη τη νότια Ευρώπη.
Και οι δύο καινούργιοι όροι
Ο Κρίστοφερ Κινγκ, αυτός ο άοκνος Αμερικανός που όλη τη μέρα γυρνάει τα σοκάκια της Κόνιτσας και ανταλλάσσει καλημέρες και τσίπουρα με τους ντόπιους, συνέλαβε και δύο νέους όρους που έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Ο ένας είναι η ιστορική αμνησία. Ο όρος χρησιμοποιείται για να περιγράψει το γεγονός ότι η άμεση μνήμη μας φτάνει πίσω μόνο μέχρι τη γενιά των παππούδων μας. Συνεπώς, η κατανόησή μας γύρω από το μουσικό μας παρελθόν δεν καθρεφτίζει το βάθος του μονοπατιού που ακολουθεί η μουσική. Γι’ αυτό και είναι πολύτιμα τα ηχητικά και οπτικά ντοκουμέντα που μας ταξιδεύουν πέραν αυτών των 75 χρονών. Ο δεύτερος όρος που χρησιμοποίησε είναι η πολιτιστική μυωπία, δηλαδή η στενή εγγύτητα με την οποία προσλαμβάνουμε τον πολιτισμό. Ως αποτέλεσμα έχουμε μια θολή εικόνα στα πράγματα γιατί τα βλέπουμε από πολύ κοντά. Αρα η παράδοση, οι παλιότερες μουσικές μάς επιτρέπουν να βλέπουμε τα πράγματα σε βάθος και να τα βλέπουμε πιο καθαρά.
Η μουσική δεν σέβεται και δεν επαναχαράσσει σύνορα
Εκτιμώ πάρα πολύ, μας είπε ο Κινγκ, τον Ηλία Πετρόπουλο, γι’ αυτό και θα κλείσω με μία δική του παράγραφο: «Ο ρατσισμός είναι ένα φυσιολογικό κοινωνικό φαινόμενο που είναι αδύνατον να τον εξαλείψεις. Και ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο απαιτείται ένας συνεχής και έντονος αγώνας ενάντια στον ρατσισμό, ο οποίος όπως ξέρουμε έχει πολλές μορφές. Ο σύγχρονος ελληνικός ρατσισμός οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παιδεία μας. Εκπαιδευόμαστε στην Ελλάδα να έχουμε μία στρεβλή αντίληψη και για την πραγματικότητα των Βαλκανίων».
Θα μπορούσε να γίνεται στην Αθήνα;
Οχι με κανέναν τρόπο. Η μαγεία του φεστιβάλ αυτού γεννήθηκε γύρω από τα μαύρα τα βουνά και εκεί πρέπει να παραμείνει. Εκεί, οι πληθυσμοί που άλλοτε μιλάνε αλβανικά, άλλοτε κροατικά, άλλοτε ελληνικά και άλλοτε βουλγαρικά, συναντιούνται και παίζουν τη μουσική που έχουν γνωρίσει και αγαπήσει από τους προγόνους τους. Είναι αδύνατον να αντιληφθεί κάποιος τη δύναμη του φεστιβάλ αν δεν το ζήσει εκεί, στον τόπο του, στην Κόνιτσα που είναι και το σπίτι του καλλιτεχνικού διευθυντή του εδώ και χρόνια. Ο Κρίστοφερ Κινγκ όχι μόνο αποφάσισε να μείνει στην Ελλάδα αλλά και να προσφέρει, όσο μπορεί, με τις γνώσεις του και την αγάπη του για τις μουσικές της περιοχής μας, της χώρας μας και των γύρω περιοχών. Κυρίως, όμως, απέδειξε ότι ο μύθος του «ανάδελφου έθνους» δεν είναι παρά ένας… μύθος.
Αν θέλετε να διαβάστε περισσότερα για το φετινό πρόγραμμα εδώ
Αν θέλετε να βρείτε το βιβλίο του Κρίστοφερ Κινγκ εδώ
Κι αν θέλετε να βρείτε περισσότερες μουσικές από τον Κρίστοφερ Κινγκ σε συνεργασία με την εταιρεία του Jack White εδώ