Η ξεχωριστή Κάθριν Χάντερ

Η ελληνικής καταγωγής ηθοποιός Κάθριν Χάντερ μιλάει στην «Κ» για τη συμμετοχή της στον «Μάκβεθ» του Τζόελ Κοέν

5' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την Κάθριν Χάντερ τη συναντήσαμε τηλεφωνικά σε ένα διάλειμμα από τις θεατρικές πρόβες της στις «Καρέκλες» του Ιονέσκο, που ετοιμάζεται αυτές τις ημέρες να ανέβει στη σκηνή του Λονδίνου. «Γεια σας, τι κάνετε;», με αιφνιδιάζει στα ελληνικά. Οταν τη ρωτάω σε ποια γλώσσα προτιμάει να συνεχίσουμε, μου λέει: «Στα αγγλικά μάλλον, αλλά λίγο κι από τα δύο, θα δούμε». Πράγματι μιλάει αγγλικά, προσθέτοντας συχνά-πυκνά ελληνικές «σφήνες», κατά κανόνα σωστές και ακριβείς. Περίπου το αντίστροφο από τον τρόπο που μιλούν οι Ελληνες του εξωτερικού.

Σε αυτούς, πάντως, ανήκει με έναν τρόπο και η Κάθριν Χάντερ, γεννημένη στη Νέα Υόρκη ως Κατερίνα Χατζηπατέρα, από Ελληνες γονείς, οι οποίοι λίγο καιρό αργότερα μετακόμισαν στο Λονδίνο. Η ίδια διατηρεί πολύ καλή σχέση με την Ελλάδα, την οποία επισκέπτεται συχνά, ενώ θεωρεί από τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας της το πέρασμα από την Επίδαυρο το 2019, όπου ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο στον «Προμηθέα Δεσμώτη» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία του Σταύρου Τσακίρη. Αυτόν τον καιρό η ίδια έχει βρεθεί στο προσκήνιο για άλλον έναν ρόλο του κλασικού ρεπερτορίου, αυτή τη φορά του Ουίλιαμ Σαίξπηρ· στην κινηματογραφική «Τραγωδία του Μάκβεθ» του Τζόελ Κοέν, που κυκλοφόρησε πρόσφατα την πλατφόρμα της Apple TV, υποδύεται (και) τις τρεις Μάγισσες, κερδίζοντας διθυραμβικά σχόλια από την κριτική.

Η ξεχωριστή Κάθριν Χάντερ-1
Ο Ντένζελ Ουάσιγκτον και η Φράνσις Μακ Ντόρμαντ πρωταγωνιστούν ως Μάκβεθ και Λαίδη Μάκβεθ στα λιτά, σχεδόν σχηματικά σκηνικά της νέας ταινίας του Τζόελ Κοέν, η οποία μεταφέρει στην οθόνη της Apple TV το κλασικό έργο του Σαίξπηρ.

«Δέχτηκα τον ρόλο απλώς διότι θαυμάζω πολύ τη δουλειά του Τζόελ Κοέν αλλά και της συζύγου του, της Φράνσις Μακ Ντόρμαντ (σ.σ. στην ταινία παίζει τη Λαίδη Μάκβεθ). Τους γνωρίζω και τους δύο εδώ και 30 χρόνια, έχουν παρακολουθήσει αρκετές παραστάσεις μου. Θυμάμαι πως έκανα πρόβες για τον “Προμηθέα” όταν ήρθε ένα email από τον Τζόελ που μου πρότεινε τον ρόλο και δέχτηκα αμέσως», μας λέει η Χάντερ, η οποία σχετικά σπάνια επιλέγει να παίξει στο σινεμά. Την πρώτη φορά που τη βλέπουμε να εμφανίζεται στο συγκεκριμένο φιλμ, η φιγούρα της μοιάζει με εκείνη του Θανάτου από την «Εβδομη Σφραγίδα» του Μπέργκμαν.

Η εικόνα του κορακιού

«Σίγουρα υπάρχουν οπτικά επιρροές από τον Μπέργκμαν ή τον Ορσον Ουέλς. Οταν συζητήσαμε με τον Τζοέλ για τον χαρακτήρα, τον ρώτησα αν πιστεύει πως οι Μάγισσες είναι αληθινές ή υπάρχουν μόνο στο μυαλό του Μάκβεθ. Μου είπε “και τα δύο” και μου έδωσε την εικόνα ενός κορακιού. Πιστεύω πως είναι κάτι ανάμεσα σε κοράκι και τους λίθους του Στόουνχετζ», σημειώνει για τον ρόλο της, ο οποίος είναι καθοριστικός αφού οι Μάγισσες είναι εκείνες που πυροδοτούν την αρρωστημένη λαχτάρα του Μάκβεθ για εξουσία.

Στη μητέρα και στον πατέρα μου, ειδικά στην πρώτη, άρεσε πάρα πολύ το θέατρο. Δεν ξέρω αν έπαιξαν ρόλο οι ρίζες, πάντως εγώ σε αυτόν τον χώρο βρήκα τον κόσμο που ήθελα να ζήσω.

«Ο Σαίξπηρ έγραψε το έργο σε μια εποχή όπου οι μάγισσες δεν ήταν απλώς ένας μύθος· γίνονταν πραγματικά κυνήγια και o βασιλιάς Ιάκωβος της Αγγλίας είχε γράψει βιβλίο πάνω στη δαιμονολογία και τις μάγισσες. Σε βαθύτερο επίπεδο πιστεύω πως αναφέρεται επίσης στην ελληνική μυθολογία με τις τρεις Μοίρες, οι οποίες εδώ “μεταφράζονται” στη γλώσσα της βρετανικής κουλτούρας. Το πραγματικά ενδιαφέρον ερώτημα πάντως δεν είναι αν εκείνες ή ο Μάκβεθ είναι σατανικοί. Ο λόγος τους μοιάζει περισσότερο με γρίφο, σου δίνουν επιλογές και ενδεχόμενα, δεν είσαι καταδικασμένος εξαρχής».

Ενα άλλο πολύ ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας του Κοέν έχει να κάνει με τα λιτά, σχεδόν σχηματικά σκηνικά της και τη γενικότερη προσέγγιση που φαίνεται να ταλαντεύεται ανάμεσα στο σανίδι του θεάτρου και τη μαγεία της κάμερας. «Πιστεύω πως ο Τζόελ πάντα ήθελε να μεταφέρει στο φιλμ κάτι από τις θεατρικές καταβολές του έργου, τελικά όμως το αποτέλεσμα είναι απόλυτα δικό του. Θαυμάζω το γεγονός, για παράδειγμα, πως δεν είναι τοποθετημένο στη Σκωτία, αλλά κάπου απροσδιόριστα. Του δίνει ένα μυθικό στοιχείο και ταυτόχρονα καθολική αξία. Επίσης θεωρώ αυτή την προσέγγιση σωστή, διότι το συγκεκριμένο έργο έχει να κάνει με την αρχιτεκτονική του μυαλού και της ψυχής. Ολες αυτές οι γυμνές δομές, οι διάδρομοι, το φως και το σκοτάδι δημιουργούν μια φανταστική ατμόσφαιρα».

Η επιλογή του Ουάσιγκτον

Δεν μπορούμε βέβαια να μην αναφερθούμε και στον πρωταγωνιστή της ταινίας, Ντένζελ Ουάσιγκτον. «Είναι πολύ σημαντικό που για τον ρόλο του Μάκβεθ επιλέχθηκε ο Ντένζελ. Οχι τόσο διότι πρόκειται για μαύρο ηθοποιό – κατά τη γνώμη μου είναι γελοίο το 2022 να θεωρούμε παράξενο ή πρωτότυπο έναν μαύρο Μάκβεθ. Το ίδιο πιστεύουν και ο Τζόελ με τη Φράνσις, που είχαν κάνει το κάστινγκ πριν από την άνοδο του κινήματος Βlack Lives Matter. Είναι σημαντικό επειδή ο Ντένζελ είναι ένας μεγάλος σταρ του σινεμά και αυτό από μόνο του μπορεί να τραβήξει αρκετό κόσμο να δει ένα κλασικό έργο που δεν θα το προτιμούσε διαφορετικά. Φαντάζομαι πως και στην Ελλάδα ισχύει το ίδιο με έργα της αρχαίας τραγωδίας ή κωμωδίας».

Η ξεχωριστή Κάθριν Χάντερ-2
Η Κάθριν Χάντερ ερμηνεύει μοναδικά και αλλάζοντας μορφές τις τρεις Μάγισσες, χαρακτήρες σημαντικούς για την εξέλιξη του έργου.

Φυσικά η Κάθριν Χάντερ έχει ξεκάθαρη άποψη και πάνω στα κινήματα ισότητας, όπως αυτά εκφράζονται στον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου τα τελευταία χρόνια. «Σίγουρα έχουν γίνει σημαντικές αλλαγές, αλλά μπορούμε να πάμε πολύ μακρύτερα. Οι γυναίκες έχουν ακόμα χαμηλή εκπροσώπηση, ειδικά ως σκηνοθέτιδες, ενώ και η φυλετική συμπερίληψη μπορεί και πρέπει να ενισχυθεί περισσότερο».

Για το τέλος τη ρωτάμε αν η τέχνη του θεάτρου τη βοήθησε να έρθει περισσότερο σε επαφή με την ελληνική ταυτότητα και τις ρίζες της. «Στη μητέρα και στον πατέρα μου, ειδικά στην πρώτη, άρεσε πάρα πολύ το θέατρο. Δεν ξέρω αν έπαιξαν ρόλο οι ρίζες, πάντως εγώ σε αυτόν τον χώρο βρήκα τον κόσμο που ήθελα να ζήσω, ήταν μια δεύτερη οικογένεια για εμένα. Μέχρι που έπαιξα τον Προμηθέα στην Επίδαυρο και ήταν μια εκπληκτική εμπειρία. Το πιο δύσκολο πράγμα που έχω κάνει ποτέ, όμως στο τέλος ένιωσα πραγματικά σαν να επιστρέφω σπίτι, ήταν υπέροχο. Μου είχαν προτείνει και άλλες φορές να παίξω στην Ελλάδα, αλλά οι ημερομηνίες δεν ταίριαζαν με το πρόγραμμά μου. Αυτή τη φορά όμως είπα μέσα μου: “Αν δεν το κάνω τώρα, οι γονείς μου, έστω και από τον ουρανό, δεν πρόκειται να με συγχωρήσουν ποτέ”», καταλήγει γελώντας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή