Ποιος νοιάζεται για δύο βράχια της θάλασσας;

Ποιος νοιάζεται για δύο βράχια της θάλασσας;

Χειμερινή εξόρμηση σε Νάτα, Ασπρονήσι και στους φάρους τους την εποχή του GPS

6' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το καΐκι σάλπαρε στις δύο το μεσημέρι. Eκανε «καλοσύνη» ύστερα από πολλές μέρες κακοκαιρίας και βάλαμε προορισμό το Ασπρονήσι και τη Νάτα, βραχονησίδες στ’ ανοιχτά της Σύρου που είχαμε δει μόνο από μακριά. Το Ασπρονήσι, με τα 110 στρέμματά του, φαίνεται καλά από τη Σύρο και τη γειτονική Τήνο, αλλά η Νάτα (ή Λανάτα), βράχος έκτασης μονάχα 17 στρεμμάτων, στέκεται μοναχή κάπου μεταξύ Σύρου και Ρήνειας, και ίσα ίσα που τη διακρίνει κανείς. Οι παρατηρητές της θάλασσας που στέκονται στα ορεινά χωριά της νότιας Τήνου, βλέπουν το Ασπρονήσι καθημερινά στο τοπίο, και σε μέρες με εξαιρετική καθαρότητα μπορεί να δουν να ξεπροβάλλει πίσω του, στον μακρινό ορίζοντα, ο όγκος της αινιγματικής, ηφαιστειογενούς και πολύ μακρινής, Αντιμήλου.

Περνώντας δίπλα από το Γαϊδουρονήσι, έδρα του περίφημου ιστορικού φάρου της Ερμούπολης –του «Φαναριού» όπως λένε οι ντόπιοι– γλιστρήσαμε δίπλα στο υπεροπτικό του βλέμμα και κάτω από τον πύργο του, που στέκεται 29 μέτρα πάνω από το έδαφος και 68 πάνω από τη θάλασσα. Ξέραμε για την παλιά του αίγλη, ότι θεμελιώθηκε εκεί το 1834 και πως παραμένει ακόμα και σήμερα ο ψηλότερος του φαρικού μας δικτύου. Τώρα, όμως, μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον μας οι αφανείς, μικροί φανοί των δύο νησίδων του προορισμού μας. Γι’ αυτούς, σχεδόν κανείς, σχεδόν ποτέ, δεν είχε γράψει ή πει τίποτα.

Ξανοιχτήκαμε πέρα από το Φανάρι, και το δεξαμενόπλοιο που είχε ρίξει άγκυρα έξω από την Ερμούπολη εμφανίστηκε στην κορυφή του ορίζοντα σαν «φάτα μοργκάνα». Σε μισή ώρα πλησιάσαμε στο Ασπρονήσι και εντοπίσαμε αμέσως την πε-ριβόητη και επικίνδυνη ξέρα του: τη μαρτυρούσε ο αφρός ενός ελαφρού κυματισμού. Δέσαμε σ’ ένα βράχο στη μικροσκοπική βορινή παραλία του νησιού, και σε λίγα λεπτά πατούσαμε πάνω σε αυτή τη μοναχική αποικία για θαλασσοπούλια που είχαν στήσει ολόκληρο πανηγύρι για τον ερχομό μας. Αραγε οι στριγγλιές τους, οι τόσο αλλόκοτα ανθρώπινες, μίλαγαν για κίνδυνο, για παρέα, ή απλά για πιθανό φαγητό;

Πάνω από την παραλία στεκόταν ένα παλιό λατομείο που είχε ρημάξει τον βράχο, και η ανάβαση προς την κορυφή του νησιού αποκάλυψε απότομους γκρεμούς που υψώνονταν προς τα ανατολικά, κατακόρυφα και κοφτερά, πενήντα μέτρα πάνω από τα βαθιά, μπλε νερά, εξηγώντας το σφηνοειδές σχήμα που εμφανίζει το νησί κοιτώντας το από την Τήνο. Στην κορωνίδα του λόφου στεκόταν ένας μεταλλικός φανός, ένα λιθόκτιστο, γκρεμισμένο κελί και ένα κολονάκι της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού με τη χρονιά «1955» χαραγμένη πάνω του. Ανθρώπινα σύμβολα σ’ έναν τόπο που αναπόφευκτα ανήκει στη θάλασσα και τους καιρούς, έμοιαζαν κι αυτά να ανήκουν στα θαλασσοπούλια, που εν τω μεταξύ είχαν στήσει ένα χορό στον ουρανό που θύμιζε αερομαχία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Πριν από την αναχώρησή μας για τη Νάτα, καθαρίσαμε τη μικρή παραλία από έναν όγκο από σκουπίδια. Δεν υπάρχει τόπος, φαίνεται, αρκετά κρυφός στον κόσμο αυτό, για να μην τον βρουν τα πλαστικά.

Ποιος νοιάζεται για δύο βράχια της θάλασσας;-1
Η πλεύση για το «Εξαμίλι» (όπως αποκαλούν στη Σύρο τη Νάτα) έγινε την ώρα που το Αιγαίο μας πρόσφερε ένα ηλιοβασίλεμα γεμάτο κόκκινα χρώματα. Η Νάτα έμοιαζε σαν μυστικός τόπος συνάντησης πειρατών. Φωτογραφία: Δημήτρης Καραϊσκος

Η πλεύση για το «Εξαμίλι» (όπως αποκαλούν στη Σύρο τη Νάτα) έγινε την ώρα που το Αιγαίο μας πρόσφερε ένα ηλιοβασίλεμα γεμάτο κόκκινα χρώματα. Ηταν, πράγματι, λες και η μέρα αυτή έκανε τα πάντα για να μας παραπλανήσει πως είναι καλοκαιρινή. Ο πορτοκαλής φωτεινός δίσκος βυθίστηκε στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Σερίφου και Σεριφοπούλας και το φως άρχισε να φεύγει βιαστικά. Οσο η Νάτα πλησίαζε στην πλώρη μας, όλο και πιο πολύ έμοιαζε σαν μυστικός τόπος συνάντησης πειρατών. Μέσα στο τελευταίο φως, πλεύσαμε προς τη νότια πλευρά της και βρήκαμε έναν μικρό όρμο ανάμεσα στα βράχια. Εκεί η φύση είχε σμιλεύσει ένα κρησφύγετο για μικρά σκάφη.

Λίγα μέτρα πάνω από τη θάλασσα φαινόταν ο μικρός μεταλλικός φάρος. Μπροστά μας, στα βράχια πάνω από το νερό, ένα σημείο που έμοιαζε… χιονισμένο. Αραγε ο χιονιάς των προηγούμενων ημερών είχε καλύψει τη βραχονησίδα, και εκείνο το σημείο ήταν αρκετά κρύο και ανήλιο ώστε να διατηρήσει ένα κομμάτι χιονιού; Στην πλεύση της επιστροφής, το Ασπρονήσι και το Φανάρι μας χαιρέτησαν με τις λάμψεις τους, και η Ερμούπολη εμφανίστηκε μητρική και γεμάτη ζωή, μέσα στους δύο λόφους και τα αναρίθμητα φώτα της.

Το ρωσικό ατμόπλοιο «Czaritza», που είχε σαλπάρει από την Οδησσό με προορισμό την Αλεξάνδρεια, έπεσε στη Νάτα τον Φεβρουάριο του 1887. Μετέφερε προσκυνητές στους Αγίους Τόπους.

Η μετέπειτα έρευνά μας, ξεκινώντας από το αρχείο του ιστορικού-ερευνητή Γιώργου Μ. Φουστάνου, μας αποκάλυψε πως το ρωσικό ατμόπλοιο «Czaritza» έπεσε πάνω στη Νάτα ακριβώς 135 χρόνια πριν, τον Φεβρουάριο του 1887. Είχε σαλπάρει από την Οδησσό με προορισμό την Αλεξάνδρεια. «Μετέφερε προσκυνητές προς τους Αγίους Τόπους», μας πληροφορεί ο ιστορικός-συγγραφέας Κώστας Δανούσης, συνεχίζοντας: «Πιο επικίνδυνη ακόμα αποδείχθηκε η ξέρα του Ασπρονησίου, γεγονός που οδήγησε πολύ νωρίς στη σήμανσή της, αρχικά με σημαδούρα, αργότερα με ηχητική σημαντήρα τοποθετημένη πάνω σε πλωτήρα, ο οποίος στη διάρκεια κακοκαιρίας αποκολλήθηκε και κατέληξε στη Σίφνο». Ο Κώστας Δανούσης, στη συνέχεια, μας παραπέμπει στον «Νέο Λιμενοδείκτη» του 1899, έργο του Νικολάου Κοτσοβίλλη, δασκάλου στη Ναυτική Σχολή της Σύρου, και τα εκεί λόγια του: «Επί της υφάλου του Ασπρονησιού, εχούσης 10-15 πόδας βάθος, κατά την τελευταίαν δεκαετίαν προσέκρουσαν δύο μεγάλα ατμόπλοια. Το “Γαλάτσι” της γαλλικής εταιρείας Φραισινέ και το “Αραράτ” της εταιρείας Παπαγιάννη. Τα κτυπήματα των ατμοπλοίων τούτων ήταν λίαν επικίνδυνα, καθ’ ότι, αφού υπέστησαν ανυπολογίστους ζημίας, διέτρεξαν τον έσχατον των κινδύνων και διεσώθησαν ως εκ θαύματος. Τα ύφαλα αυτών εσχίσθησαν και αι λάμαι κατεστράφησαν». Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα καταγράφηκαν δύο ακόμη ατυχήματα πρόσκρουσης στο Ασπρονήσι, μας πληροφορεί ο Κώστας Δανούσης, επισημαίνοντας: «Ευτυχώς χωρίς ανθρώπινα θύματα, πλην όμως στη δεύτερη περίπτωση το πλοίο χάθηκε. Το πρώτο ατύχημα ήταν αυτό του ατμοπλοίου “Μήλος” της Ελληνικής Ατμοπλοΐας Α.Ε. στις 19 Ιανουαρίου του 1937 και το δεύτερο του ατμοπλοίου “Ερμούπολις” των Αδελφών Φουστάνου στις 20 Νοεμβρίου 1954».

Ποιος νοιάζεται για δύο βράχια της θάλασσας;-2

Το Γαϊδουρονήσι είναι έδρα του ιστορικού φάρου της Ερμούπολης. Θεμελιώθηκε το 1834 και παραμένει ο ψηλότερος του φαρικού μας δικτύου. Φωτογραφία: Δημήτρης Καραϊσκος

Ο ναύαρχος Λυκούδης

Τέτοιοι ναυτικοί κίνδυνοι οδήγησαν τον Συριανό ναύαρχο Στυλιανό Λυκούδη να αιτηθεί τοποθέτηση φανού στη Νάτα. Σε έγγραφό του προς το «Υπουργείο επί των Ναυτικών», το καλοκαίρι του 1912 (ένα από τα διάφορα έγγραφα που έφερε στο φως η επίσκεψή μας στα αρχεία της Υπηρεσίας Φάρων), ο «πατέρας» του σύγχρονου φαρικού μας δικτύου, με την καλλιγραφική γραφή της πένας του, ανάβει μόνος του ένα φάρο πάνω στο πολυκαιρισμένο χαρτί: «Η ανάγκη τοποθέτησης φάρου αυτόματου επί της χαμηλοτάτης τούτης νησίδας ευρισκομένης ακριβώς επί της πορείας Μαλέας – Σπαθί – Αρμενιστή, νομίζομεν ότι είναι επιτακτική».

Σε άλλο έγγραφο, βρίσκουμε δελτίο αποστολής από τη σουηδική εταιρεία AGA που αναφέρει «23 κούτες» περιέχουσες πύργο φάρου μαζί με αλεξικέραυνο, λάμπα και τρεις μπαταρίες, και που εστάλησαν πάνω σε ένα ατμόπλοιο που έφυγε από το Γκέτεμποργκ με προορισμό τον Πειραιά, τον Αύγουστο του 1913. Την επόμενη χρονιά, μαθαίνουμε από την καρτέλα της «Νάτας» στα αρχεία της Υπηρεσίας Φάρων, έγινε η αρχική τοποθέτηση της «σιδηρόπλεκτου κατασκευής επί τετραγώνου θυλακίου», ενώ στην αντίστοιχη καρτέλα για το Ασπρονήσι, βλέπουμε πως η πρώτη τοποθέτηση «μεταλλικής στήλης επί κυκλικού θυλακίου» έγινε το 1955, πενήντα μέτρα πάνω από τη θάλασσα.

Στα ίδια αρχεία βρίσκουμε και έγγραφο του 1982, όπου η Υπηρεσία Φάρων φέρνει την εταιρεία που έκανε την εξόρυξη στο Ασπρονήσι, την Α.Ε. Αρμός, προ των ευθυνών της, σε περίπτωση που συμβεί κάποια καταστροφή στον εκεί φάρο: «…ως ανάδοχος των έργων θα πρέπει να μεριμνάτε για τη διάθεση μέσων, εργατών ως και κάθε άλλης τυχόν βοήθειας στο εκάστοτε συνεργείο της Υ.Φ. το οποίο θα έρχεται για αποκατάσταση της βλάβης». Η εξόρυξη των λίθων στο Ασπρονήσι, μαθαίνουμε, ξεκίνησε εκείνη την εποχή για τις ανάγκες έργων επιχωματώσεων του λιμανιού της Ερμούπολης.

Τι μας έμαθε η μικρή χειμερινή εξόρμηση προς τη Νάτα και το Ασπρονήσι, και τι φως έριξε η μετέπειτα έρευνα πάνω στους μικρούς αυτούς φάρους; Ποιος νοιάζεται για δύο από τα τόσα ακατοίκητα βραχονήσια μας και τους μικρούς τους πυρσούς; Τα σημερινά πλοία, την εποχή του GPS, δεν τους έχουν και τόση ανάγκη. Κι όμως, η αναλαμπή τους μέσα στη νύχτα, είτε την παρατηρούμε από μακριά, από τον Τριαντάρο της Τήνου, είτε πλέοντας δίπλα τους με ένα ξύλινο καΐκι, εκπέμπουν μια ζεστασιά μέσα στη σκληρή απεραντοσύνη της θάλασσας, συμβολίζουν την ανθρώπινη παρουσία, προειδοποιούν για τον κίνδυνο και δηλώνουν ότι θυμόμαστε τις απώλειες που έχουν συμβεί εκεί. Οσο για τις μικρές, καθημερινές, φαινομενικά ασήμαντες ιστορίες τους, άγνωστες και χαμένες για πάντα σε κάποια παλιά έγγραφα, αυτές φωτίζουν αθόρυβα και σιωπηλά μερικές από τις τόσες ανεξερεύνητες ακόμα γωνιές του μεγάλου χάρτη της ναυτικής μας ιστορίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή