Κάνοντας μια ζωγραφική που «αναπνέει» φως

Κάνοντας μια ζωγραφική που «αναπνέει» φως

Ο ζωγράφος Στέφανος Δασκαλάκης ξανακοιτάζει το έργο του Κωνσταντίνου Παρθένη και εμπιστεύεται στην «Κ» τις σκέψεις του

4' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν έπειτα από κάποιο ταξίδι επιστρέφω στην Αθήνα από την εθνική οδό, και έχω αρχίσει να κινούμαι παράλληλα προς την πόλη, βλέπω στ’ αριστερά τον Λυκαβηττό και τον Bράχο της Ακρόπολης να προβάλλονται στον Υμηττό. Αμέσως έρχεται στον νου μου η μικρή σπουδή του Κωνσταντίνου Παρθένη, «Η Αθήνα από Δυτικά». Είναι ένα από αυτά τα μικρά έργα του, που μου αρέσουν ιδιαίτερα. Νιώθω τη χαρά που φέρνει πάντα η σκέψη της καλής ζωγραφικής.

Ομως αμέσως μετά κάνω την πικρή διαπίστωση ότι η Αθήνα δεν είναι πια όπως τον καιρό που έκανε τα έργα του ο μεγάλος ζωγράφος. Ανάμεσα στους δύο διάσημους λόφους και τον παρατηρητή, στο πρώτο πλάνο, βλέπει κανείς μάντρες με παλιά σιδηρικά, μπετόν, ξεχαρβαλωμένες κατασκευές. «Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα». Ενα αίσθημα παρόμοιο με καταλαμβάνει, μαζί και η σκέψη: μπορεί τώρα το αττικό τοπίο να εμπνεύσει τις ίδιες μεταφυσικές εξάρσεις στον σύγχρονο άνθρωπο όπως τότε στον Παρθένη;

Κάνοντας μια ζωγραφική που «αναπνέει» φως-1
«Πεύκα στην Κέρκυρα», 1914-1917. Λάδι σε μουσαμά. Δωρεά Σοφίας Παρθένη. Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου.

«Φως τα ρόδινα μάρμαρα»

Σε κάποιο σημείο στην αναδρομική του έκθεση στην Πινακοθήκη διάβασα το εξής κείμενο του ιδίου: «Σκέψεις του ζωγράφου. Ω! Χαρά! Να αποδράσει κανείς από τη μοντέρνα ζωή πνιγμένη στη (συνεχή) αναστάτωση, να μεθύσει σε μια ατμόσφαιρα αρχαιότητας μπροστά από τις τέσσερις Καρυάτιδες… Φως τα ρόδινα μάρμαρα στο χρώμα της σάρκας…» Ξαφνικά, ο Παρθένης γίνεται σύγχρονός μας και διακατέχεται από την ίδια ανάγκη επιστροφής σε μία «καθαρότητα». Μια «καθαρότητα» που ίσως να μην είναι τίποτε άλλο παρά η προβολή της επιθυμίας μας για κάτι άλλο, που πρόχειρα ονομάζουμε «ιδανικό» ή «πνευματικότητα».

Ο Παρθένης μπόρεσε να δώσει μορφή σε αυτό το ιδανικό μέσα από την επικοινωνία του με την ελληνική φύση και ιδιαίτερα με το φως της Αττικής όπου η μεταφυσική γίνεται κάτι το χειροπιαστό και αυτονόητο. Τα έργα του υποβάλλουν ένα αίσθημα αιωνιότητας, απαρασάλευτης τάξης και ένα αίσθημα παραδείσου έτσι όπως θα τον φαντάζονταν οι αρχαίοι. Ισως γι’ αυτό όταν πρωτοείδα το έργο «Η πλαγιά» ήμουν σίγουρος ότι επρόκειτο για ένα τοπίο των Δελφών και συγκεκριμένα το σημείο όπου στρίβει ο δρόμος μπροστά από την πηγή της Κασταλίας. Με τον καιρό κατάλαβα ότι κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο αφού στην Κασταλία υπάρχουν βράχοι και καθόλου χώμα με ρόδινες αποχρώσεις.

Εκείνο που έθρεψε τη βεβαιότητά μου, τελικά, δεν ήταν η εικόνα, αλλά το αίσθημα, όπως συμβαίνει σε κάθε καλή ζωγραφική. Ηταν ένα εξαιρετικά διδακτικό λάθος γιατί με βοήθησε να συνειδητοποιήσω ότι η ιδέα μιας ιδανικής αρχαιότητας δεν υποβάλλεται από τις δύο φιγούρες στο κάτω μέρος του πίνακα –τον άντρα με τον χιτώνα και τον ιππέα με το σαν αρχαίο άγαλμα άλογο–, αλλά από τις αποχρώσεις του πράσινου των πεύκων και τον τρόπο που αυτό διαχέεται μέσα στην ατμόσφαιρα, καθώς και στον τρόπο που συνομιλεί με τις ρόδινες αποχρώσεις της γης.

Σαν γεωμετρικό θεώρημα

«Τα έργα του υποβάλλουν ένα αίσθημα αιωνιότητας, απαρασάλευτης τάξης και ένα αίσθημα παραδείσου έτσι όπως θα τον φαντάζονταν οι αρχαίοι».

Θα μπορούσα μάλιστα να ισχυριστώ, ελπίζοντας ότι δεν θα κατηγορηθώ για αναίδεια, ότι οι φιγούρες που λειτουργούν συμβολικά, έχουν να κάνουν με κάποια «μόδα» εκείνων των χρόνων και που κρατά το έργο δεμένο στην εποχή του, ενώ, αντίθετα, η ουσιαστική αίσθηση των χρωμάτων και της φύσης είναι αυτά που το κάνουν να μπορεί να αντέξει στο πέρασμα του χρόνου. Είναι ένα έργο εξαιρετικά ατμοσφαιρικό, αλλά συγχρόνως δομημένο σαν γεωμετρικό θεώρημα, όπως όλα τα έργα του Παρθένη. Αν το δεις από μακριά νομίζεις πως έχει γίνει με το τίποτα. Είναι ένα έργο που αποκρύπτει τον μόχθο, μια όμως προσεκτική παρατήρηση αποκαλύπτει την εξαιρετική του πολυπλοκότητα.

Αξίζει να πλησιάσει κανείς και να το παρατηρήσει από κοντά, να δει όλες τις διαβαθμίσεις στα πράσινα, το τι συμβαίνει στα όρια των χρωμάτων. Εκεί που το κάθε ένα συναντά το διπλανό του και τον τρόπο που επηρεάζεται από αυτό, την απειρία των τόνων στο έδαφος. Εκείνο, επίσης, που έχει σημασία στον τρόπο που ζωγραφίζει ο Παρθένης είναι τα κενά που αφήνει ανάμεσα στα χρώματα, έτσι ώστε να φαίνεται άλλοτε ο ίδιος ο μουσαμάς και άλλοτε το χρώμα του λινού υφάσματος που κάνει τη ζωγραφική να «αναπνέει» και το χρώμα υπαινικτικό.

Κάνοντας μια ζωγραφική που «αναπνέει» φως-2
«Τα αγαθά της συγκοινωνίας», περ. 1925. Λάδι σε μουσαμά. Συλλογή Μαριάννας Λάτση. Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου.

Μαθήματα πειθαρχίας

Είναι προφανής η αγάπη του Παρθένη για την αρχαιότητα. Σκέπτεται και εμπνέεται από το Βυζάντιο, αλλά δεν νοσταλγεί. Δεν θέλει να επιστρέψει. Αναζητά εντελώς δικούς του τρόπους και μέσα για να εκφράσει το αίσθημα του χώρου που είναι ο ίδιος που γέννησε την αρχαία τέχνη και τη βυζαντινή. Στο έργο του είναι φανερή η ουσιαστική σχέση του με πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα από τον φωβισμό μέχρι τη ρωσική πρωτοπορία. Οτιδήποτε όμως πήρε από αυτά που συνέβαιναν γύρω του το έκανε δικό του μέσα από μια αληθινή σχέση με τον ελληνικό χώρο. Το αίσθημα του αττικού φωτός του έδωσε τη δυνατότητα να αφομοιώσει, μεταστοιχειώνοντάς τα, πράγματα που γεννήθηκαν αλλού και να τα προσαρμόσει σε ένα αυθεντικό αίσθημα ζωής.

Αρχαιότητα και Βυζάντιο

Ο Παρθένης γεννήθηκε στην Αίγυπτο, πήγε στην Ιταλία, στην Αυστρία, στο Παρίσι, πέρασε από την Κέρκυρα και τελικά έχτισε το εργαστήριό του απέναντι από την Ακρόπολη. Αντίστοιχη ήταν και η πνευματική του διαδρομή: με τον Κλιμτ συμβαδίζει, με τον Κόλομαν Μόζερ έχει συγγένειες ορατές σε πολλά έργα της ωριμότητάς του. Κάνει φωβισμό την ίδια εποχή με τον Ντερέν, τον Ματίς και τον Βλαμένκ. Ενδιαφέρεται για τον κυβισμό και τον συμβολισμό. Τελικά κάνει μια κατεξοχήν ελληνική ζωγραφική, αλλά βέβαια με τρόπο ουσιαστικό χωρίς γραφικότητες και συναισθηματισμούς. Κάνει μια ζωγραφική σύγχρονη αλλά γεμάτη από τη θύμηση της αρχαιότητας και του Βυζαντίου. Ο Παρθένης μάς μαθαίνει την ομορφιά που έχει η αυστηρότητα στην τέχνη. Αφαιρώντας κρατάει το ουσιαστικό. Τα έργα του είναι ένα μάθημα ακρίβειας και πειθαρχίας.

Η μεγάλη αναδρομική έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου «Κωνσταντίνος Παρθένης, Η ιδανική Ελλάδα της ζωγραφικής του» θα διαρκέσει έως το τέλος Νοεμβρίου. Συνοδεύεται από έναν εξαιρετικό κατάλογο με τεκμηριωμένα, πρωτογενή κριτικά κείμενα, αρχειακό υλικό και βεβαίως το πλούσιο έργο του ζωγράφου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή