Περπατώντας με τον Σαίξπηρ

Τα κωμικά πάθη από το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» κάτω από μια ελιά

3' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η λέξη “φάρσα”», εξηγεί ο Εκτορας Λυγίζος, «προέρχεται από το ρήμα “farcire” που σημαίνει “γεμίζω”. Συνεπώς οι φάρσες ήταν αυτά τα μικρά θεατρικά “γεμίσματα” που παίζονταν ανάμεσα στα δραματικά έργα για να χαλαρώνει το κοινό».

«Είναι τέτοιο έργο το «Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας» του Σαίξπηρ;», τον ρωτάμε. «Από όσα έχω μελετήσει, ναι», απαντά. «Είναι ένα μεγάλο, υπέροχο ποίημα γραμμένο από έναν θεατράνθρωπο, έναν σπουδαίο τεχνίτη που έγραφε λαϊκά έργα. Το συγκεκριμένο υπήρξε παραγγελία για τους γαμήλιους εορτασμούς ενός κόμη, και μάλιστα παίχτηκε στο πάρκο της έπαυλής του».

Γι’ αυτόν τον λόγο, λοιπόν, σηκωθήκαμε οι θεατές από τις καρέκλες μας στον Θόλο του ΚΠΙΣΝ, και ακολουθήσαμε τους ηθοποιούς στα μονοπάτια του Πάρκου; «Ηθελα πολύ να περπατήσουμε όλοι μαζί τη νύχτα μέσα στη φύση, να καταλήξουμε κάτω από μια μεγάλη ελιά όπου παίζεται αυτή η σύντομη σκηνή. Σαν ένα απενοχοποιημένο παιχνίδι για κάθε ηλικία, σαν ένα κύμα που ελεύθερα μας παρασέρνει όλους», λέει ο σκηνοθέτης.

Ακριβώς αυτό συνέβη στην παράσταση που έκανε προχθές πρεμιέρα στον Θόλο στο πλαίσιο των θεατρικών «Παραβάσεων». Αφήσαμε –κάποιοι πιο εύκολα, κάποιοι πιο διστακτικά– τα καθίσματά μας που βρίσκονταν τοποθετημένα στην περιφέρεια της κυκλικής εγκατάστασης, και φτάσαμε στο μικρό ξέφωτο όπου γελάσαμε με τα κωμικά πάθη του έρωτα που ταλανίζουν δύο από τα πολλά πρόσωπα του έργου.

Αλλωστε όλα όσα περιγράφει ο Σαίξπηρ διαμείβονται μια νύχτα του μεσοκαλόκαιρου, όταν δύο νεαρά ζευγάρια και ένα μπουλούκι από ερασιτέχνες ηθοποιούς καταφεύγουν σ’ ένα δάσος. Εκεί πέφτουν θύματα δαιμόνιων, άτακτων ξωτικών. Το άλλο πρωί, καμιά τους και κανείς δεν γνωρίζει αν οι νυχτερινές περιπέτειες συνέβησαν στ’ αλήθεια ή στα όνειρά τους. Η μετάφραση του Διονύση Καψάλη –εμπνευσμένη, κεφάτη, τολμηρή– ακολουθεί το πνεύμα του ποιητή σε έμμετρο και πεζό λόγο, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα το βάθος μιας σχεδόν σύγχρονης μελέτης για τον έρωτα, το όνειρο και τη φαντασίωση.

«Θέλω το έργο να γίνεται μια σωματική διαδικασία που δονεί τους συντελεστές και το κοινό», λέει ο σκηνοθέτης Εκτορας Λυγίζος.

Οπως πάντα εκλεκτικός και διαβασμένος, ο 47χρονος Εκτορας Λυγίζος που εκτός της σκηνοθεσίας έχει σπουδάσει φιλολογία και γλωσσολογία, ξέρει ακριβώς τι πρέπει να κάνει ώστε να μεταφέρει αυτή την ελαφρότητα στη σκηνή. Μελετάει πολύ πριν ξεκινήσει μια νέα δουλειά, στη συνέχεια δουλεύει με τους ηθοποιούς εντατικά και απαιτητικά, κι αφού «κουρδίσει» τον λόγο με τη μουσική, η παράσταση αρχίζει να ρέει. Το χαρακτηριστικό των σκηνοθεσιών του είναι πως όλα συμβαίνουν τόσο απλά σαν να ήταν αυτονόητα, εκφράζονται με λιτά μέσα αλλά διαθέτουν μεγάλη πυκνότητα.

«Επιδιώκω την καθαρότητα στην πρόσληψη κι αν η εμβάθυνση προκύψει, ακόμη καλύτερα», λέει. «Δεν θέλω να βγαίνει κάτι εγκεφαλικό. Θέλω το έργο να γίνεται μια σωματική διαδικασία που δονεί τους συντελεστές και το κοινό». Αυτά είναι εδώ και χρόνια τα στοιχεία της θεατρικής του γλώσσας, και τώρα, με το έργο του Σαίξπηρ μετατρέπει την παράσταση σε ένα ευφρόσυνο θέαμα που παρασύρει το ετερογενές κοινό των θεατών – μικρούς και μεγάλους, θεατρικά μυημένους και αμύητους.

Περπατώντας με τον Σαίξπηρ-1
Στιγμιότυπο από την παράσταση στον Θόλο, εκμεταλλευόμενη τον άπλετο χώρο και την επικοινωνία με το Πάρκο. [Γιάννης Κουσκούτης]

Εχοντας δουλέψει σχολαστικά την παρτιτούρα του έργου –«οι λέξεις έχουν μουσικότητα, ενέργεια, ρυθμό, και έτσι δημιουργείται μια παρτιτούρα που στηρίζεται στον λόγο»– αξιοποιεί όλο το εμβαδόν του Θόλου ώστε να δώσει στην παράσταση άπλετο χώρο. Τα μουσικά όργανα, μεγάλα και μικρά κρουστά, «μπαίνουν» σε συγκεκριμένα σημεία και λειτουργούν σε αντίστιξη με τον λόγο. Ταυτόχρονα το σώμα των ηθοποιών μετατρέπεται σε ένα ακόμη πνευστό όργανο, που με τα βασικά εκφραστικά εργαλεία παράγει πλούτο και διαφορετικές ποιότητες – με διαφορετικές τονικότητες και ταχύτητες.

Τα φορητά αναλόγια που βοηθούν τους ηθοποιούς για το κείμενο κατασκευάστηκαν έπειτα από ειδική παραγγελία ώστε να φοριούνται σαν ρούχα, ενώ τα φαινομενικά απλά κοστούμια –μακό μπλουζάκια και τζιν παντελόνια για όλα τα πρόσωπα, ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα– έχουν επιλεγεί σε σχέση με τη χρωματική παλέτα και τον πολύ επεξεργασμένο φωτισμό.

«Ονειρο καλοκαιρινής νύχτας», παραστάσεις 30 Ιουνίου, 3-4 Ιουλίου, Θόλος, ΚΠΙΣΝ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT