Οι περισσότερες ταινίες στην Αμερική προσπαθούν σήμερα να αποφύγουν τον χαρακτηρισμό «Rated-R», ο οποίος σημαίνει πρακτικά πως οι ανήλικοι μπορούν τις παρακολουθήσουν μόνο με την παρουσία ενήλικου συνοδού.
Το πραγματικά εφιαλτικό βέβαια είναι το σενάριο του «NC-17», κατάλληλο μόνο για ενηλίκους δηλαδή, το οποίο «εξασφαλίζει» στο όποιο φιλμ περιθωριακή μόνο διανομή, εξορισμένη στις ώρες που βγαίνουν οι… βρικόλακες. Αυτή ήταν πρόσφατα η μοίρα του «Passages» του τελευταίου έργου του Αμερικανού δημιουργού Αϊρα Σακς, το οποίο εντυπωσίασε στο Φεστιβάλ Βερολίνου αλλά θεωρήθηκε υπερβολικά τολμηρό για την MPA, την επιτροπή που κρίνει τους χαρακτηρισμούς των ταινιών στις ΗΠΑ. Η MUBI, παγκόσμια πλατφόρμα για το ανεξάρτητο σινεμά –κάτι σαν το δικό μας Cinobo– η οποία είναι και διανομέας της ταινίας, αντέδρασε δυναμικά, υποσχόμενη να κυκλοφορήσει την ταινία τόσο στα σινεμά όσο και διαδικτυακά δίχως χαρακτηρισμό ή οποιαδήποτε αλλαγή στο μοντάζ.
Το «Passages» αφηγείται την ιστορία ενός παντρεμένου γκέι ζευγαριού (Μπεν Γουίνσο, Φραντς Ρογκόφσκι), του οποίου η ευτυχία θα διαταραχθεί όταν ο ένας τους γνωρίζει και ερωτεύεται μια νεαρή κοπέλα (Αντέλ Εξαρχόπουλος). Στην ταινία υπάρχουν αρκετές ερωτικές σκηνές με τους πρωταγωνιστές γυμνούς, ωστόσο τίποτα που να μπορεί να χαρακτηριστεί πραγματικά πορνογραφικό. «Το να κάνεις μια ενδιαφέρουσα ερωτική σκηνή δεν είναι εύκολο […] αυτό που προσπάθησα να πετύχω εδώ δεν ήταν η παρακολούθηση του σεξ αλλά η παρακολούθηση της εγγύτητας, αυτής μάλιστα που δεν κατασκευάζεται μέσω του μοντάζ και της απόκρυψης. Διψάμε για ταινίες που πλησιάζουν τις δικές μας εμπειρίες και αν, όταν τις βρούμε, τις αποκλείουμε, αυτό μου φαίνεται καταθλιπτικό και αντιδραστικό», δήλωσε ο Αϊρα Σακς.
Πότε όμως έγινε η αμερικανική αγορά του θεάματος τόσο πουριτανική; Η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί κάπου στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, όταν όροι όπως το «ανδρικό βλέμμα» (του σκηνοθέτη) και «κανόνες εγγύτητας» άρχισαν να εμφανίζονται όλο και περισσότερο στη δημόσια κινηματογραφική σφαίρα. Ταυτόχρονα οι ερωτικές σκηνές στις αμερικανικές ταινίες, ιδιαίτερα τις χολιγουντιανές, έγιναν σταδιακά όλο και πιο σύντομες, όλο και πιο «καθαρές», ενώ σε κάποια είδη σινεμά εξαφανίστηκαν τελείως. Ακόμα και προγράμματα διάσημα για την τολμηρή τους εικονογραφία, όπως π.χ. το «Game of Thrones», διαφοροποιούνται σημαντικά ανάμεσα στο 2011 και το 2017.
Παράλληλα το κίνημα #MeToo, μαζί με τις προφανώς δίκαιες διεκδικήσεις του, βάζει στεγανά αυτολογοκρισίας σε αρκετούς δημιουργούς που φοβούνται ότι οι προθέσεις τους μπορούν εύκολα να παρεξηγηθούν. Ο όρος «σέξι», αναφερόμενος σε κάποια σκηνή ή πρόσωπο, αποκτά πλέον συχνά αρνητική χροιά, καθώς θεωρείται ότι αντικειμενοποιεί. Πραγματικές ερωτικές σκηνές γυρίζονται πρακτικά μόνο στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού, σε ταινίες όπως η απολαυστικά βλάσφημη «Μπενεντέτα» του Πολ Βερχόφεν ή το τρυφερό «Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου» του Λούκα Γκουαντανίνο. Ειρωνικά το τελευταίο αποσπά ακόμα και βραβείο Οσκαρ, απογειώνοντας ταυτόχρονα την (χολιγουντιανή) καριέρα του πρωταγωνιστή, Τιμοτέ Σαλαμέ.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Πριν από ένα δίμηνο περίπου έκανε πρεμιέρα στο ΗΒΟ το «The Idol», η νέα σειρά του Σαμ Λέβινσον («Euphoria») με πρωταγωνιστές τη Λίλι-Ρόουζ Ντεπ και τον The Weeknd. Η κριτική την ισοπέδωσε, ενώ ένα από τα βασικά επιχειρήματα είχε να κάνει με την «αχρείαστα σεξουαλική» εικονογραφία, το άφθονο γυμνό κ.ο.κ. Τουλάχιστον αυτοί γλίτωσαν τη λογοκρισία της αίθουσας· αλλά όχι του… Twitter.