Eχω δει πολύ πόνο στα σύνορα

Eχω δει πολύ πόνο στα σύνορα

Η Ιζαμπέλ Αλιέντε γράφει για τα παιδιά που περπάτησαν στον δρόμο της προσφυγιάς

6' 26" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Γράφω για μετανάστες και πρόσφυγες εδώ και αρκετά χρόνια. Είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα το οποίο μεγαλώνει ταχύτατα. Η κλιματική αλλαγή θα αναγκάσει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Ο σπόρος λοιπόν για αυτή την ιστορία υπήρχε στο μυαλό μου εδώ και πολύ καιρό», μου γράφει η Ιζαμπέλ Αλιέντε από την Καλιφόρνια όπου ζει τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Το τελευταίο της βιβλίο, «Ο άνεμος ξέρει το όνομά μου», (κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός, μτφρ. Δέσποινα Δρακάκη) είναι, όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο, «μια ιστορία για τη βία, την αγάπη, τον ξεριζωμό και την ελπίδα».

Τρεις ιστορίες

Eχω δει πολύ πόνο στα σύνορα-1Για την ακρίβεια είναι τρεις ιστορίες: Του Εβραίου Ζάμουιλ Αντλερ που στα έξι του χρόνια, μετά τα τραγικά γεγονότα της Νύχτας των Κρυστάλλων, αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη ναζιστική Αυστρία και μαζί την οικογένειά του και να βρει καταφύγιο στην Αγγλία μαζί με εκατοντάδες άλλα παιδιά. Της Λετίσια Κορδέρο από το Ελ Σαλβαδόρ, που στα επτά της διασχίζει τον ποταμό Ρίο Γκράντε δεμένη με ένα σχοινί στην κοιλιά του πατέρα της, αφότου το χωριό της ξεκληρίζεται, αναζητώντας καταφύγιο στις ΗΠΑ. Και της επτάχρονης Ανίτα Ντίαζ που εγκαταλείπει το Ελ Σαλβαδόρ με τη μητέρα της, αλλά χωρίζεται από αυτήν στα σύνορα με τις ΗΠΑ εξαιτίας της πολιτικής χωρισμού των οικογενειών της κυβέρνησης Τραμπ.

Την ιδέα για αυτό το βιβλίο ενέπνευσε η ιστορία ενός κοριτσιού που γνώρισε η Αλιέντε μέσω του ιδρύματός της, το οποίο δημιούργησε μετά τον θάνατο της κόρης της το 1996, με σκοπό τη δημιουργία προγραμμάτων που προστατεύουν τα δικαιώματα γυναικών και παιδιών. «Εμαθα για ένα τυφλό μικρό κορίτσι από το Ελ Σαλβαδόρ που είχε χωριστεί από τη μητέρα του στα σύνορα στη διάρκεια της διακυβέρνησης Τραμπ. Η τραγωδία της με άγγιξε βαθύτατα. Αυτή ενέπνευσε τον χαρακτήρα της Ανίτα», θυμάται. Μέσω του ιδρύματός της, επισημαίνει, «έχω δει πολύ πόνο στα σύνορα. Οι γονείς υποφέρουν φρικτά λόγω των αποχωρισμών, αλλά ο πόνος των παιδιών είναι χειρότερος, γιατί δεν ξέρουν τι συμβαίνει και ζουν στον φόβο».

Δεν προσπαθώ να περάσω κάποιο μήνυμα. Γράφω για όσα και όσους νοιάζομαι. Περιστοιχίζομαι από δυνατές και ανθεκτικές γυναίκες, δεν χρειάζεται να τις εφεύρω.

Εχει ζήσει και η ίδια τη ζωή της εκτοπισμένη, μου επισημαίνει. «Γεννήθηκα στο Περού αλλά έζησα τα νεανικά μου χρόνια στη Χιλή. Επειτα ακολούθησα τον πατριό μου, που ήταν διπλωμάτης, στα ταξίδια του. Είμαι πολιτική πρόσφυγας και μετανάστρια. Υποθέτω ότι οι περισσότεροι συγγραφείς αντλούν από την εμπειρία τους για να δημιουργήσουν τις ιστορίες τους. Αυτό θα εξηγούσε γιατί στα βιβλία μου υπάρχουν τόσοι χαρακτήρες που δεν βρίσκονται κάτω από την προστασία της μεγάλης ομπρέλας του κατεστημένου, είναι εκτός».

Συχνά στα βιβλία της πρωταγωνιστούν επίσης δυνατές γυναίκες, το ίδιο συμβαίνει και στο «Ο άνεμος ξέρει το όνομά μου». Τη ρωτώ αν είναι εσκεμμένο, αν προσπαθεί να ενδυναμώσει τις γυναίκες με ισχυρά πρότυπα. «Δεν προσπαθώ να περάσω κάποιο μήνυμα. Γράφω για όσα και όσους νοιάζομαι. Περιστοιχίζομαι από δυνατές και ανθεκτικές γυναίκες, δεν χρειάζεται να τις εφεύρω. Τα κορίτσια και οι γυναίκες που μπορούν να συνδεθούν με τα βιβλία μου είναι ήδη δυνατές, δεν χρειάζονται πρότυπα», απαντά. Επίσης, έχει πλήρη συνείδηση του γεγονότος ότι δεν μπορεί να αλλάξει τη ζωή κανενός, παρότι συχνά οι αναγνώστες της τής εξομολογούνται ότι τους άλλαξε τη ζωή. «Εγώ απλώς βάζω σε λέξεις τα συναισθήματα και τις σκέψεις που έχουν ήδη αλλά δεν έχουν καταφέρει να εκφράσουν».

Πάντα στις 8 Ιανουαρίου

Ξεκίνησε να γράφει το βιβλίο πριν από λίγα χρόνια, όπως πάντα στις 8 Ιανουαρίου. Είναι η μέρα που ξεκίνησε να γράφει «Το σπίτι των πνευμάτων», το βιβλίο που της έδωσε φωνή, φήμη και παγκόσμια αναγνωρισιμότητα. Είναι μια ημερομηνία που τη θεωρεί «γουρλίδικη» και επίσης, λέει, τη βοηθά να πειθαρχεί. «Χρειάζεται να οργανώνω τη ζωή και το πρόγραμμά μου ώστε να έχω αρκετή ησυχία, χρόνο και μοναξιά. Το να ξεκινώ πάντα την ίδια μέρα κάνει πιο εύκολη τη ζωή μου, γιατί όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται γύρω μου, ατζέντηδες, επιμελητές, η οικογένεια και οι φίλοι μου, ξέρουν ότι δεν είμαι διαθέσιμη τους πρώτους μήνες του χρόνου». Στα σαράντα χρόνια της συγγραφικής της καριέρας έχει γράψει είκοσι επτά βιβλία, τα οποία έχουν μεταφραστεί σε σαράντα γλώσσες και έχουν πουλήσει σχεδόν ογδόντα εκατομμύρια αντίτυπα.

Αναρωτιέμαι αν έχει αλλάξει ως συγγραφέας αυτές τις δεκαετίες. «Εχω αλλάξει ως άνθρωπος», μου απαντά. «Επίσης ο κόσμος έχει αλλάξει, το ίδιο και η λογοτεχνία. Εγραψα το πρώτο μου βιβλίο την περίοδο που άνθιζε η λατινοαμερικανική λογοτεχνία, όταν η γλώσσα και η αφήγηση ήταν σχεδόν μπαρόκ και ο μαγικός ρεαλισμός ήταν στη μόδα. Αυτό δεν ισχύει πια. Επίσης, ζω στον αγγλόφωνο κόσμο εδώ και τρεις δεκαετίες, κάτι που επίσης έχει επηρεάσει τη δουλειά μου. Νομίζω ότι τώρα το γράψιμό μου είναι πιο ευθύ, με λιγότερα στολίδια». Αυτό που δεν έχει αλλάξει είναι η συγγραφική διαδικασία, «εκτός από το γεγονός ότι πια μπορώ να αφοσιωθώ ολοκληρωτικά στο γράψιμο. Εγραψα το “Σπίτι των πνευμάτων” κλέβοντας χρόνο από τις άλλες υποχρεώσεις μου, στον πάγκο της κουζίνας στο διαμέρισμά μας στο Καράκας, σε μια φορητή γραφομηχανή. Δεν είχα καν δικό μου δωμάτιο. Τώρα γράφω με τους δικούς μου όρους. Ομως η διαδικασία παραμένει η ίδια: πλήρης αφοσίωση, έρευνα, γράψιμο με κριτική ματιά, όσες ώρες χρειαστεί πάνω από το πληκτρολόγιο. Το γράψιμο είναι η προτεραιότητά μου».

Η αμαρτία της αδιαφορίας είναι να μην κάνουμε τίποτα

Δεν γράφει για να καταγγείλει όσα συμβαίνουν, διευκρινίζει. «Απλώς θέλω να πω μια ιστορία που θεωρώ ότι είναι σημαντική. Υπάρχει πολύς πόνος στον κόσμο και πολλή βαρβαρότητα στην ιστορία μας. Αυτά είναι τα συστατικά της τραγωδίας και του δράματος. Γράφω όμως επίσης για την αγάπη, τη λύτρωση, την πίστη, τη δικαιοσύνη, την οικογένεια και τη γενναιοδωρία πνεύματος». Πιστεύει ότι οι ιστορίες ενώνουν τους ανθρώπους. «Οταν ακούμε ότι υπάρχουν 119 εκατ. πρόσφυγες δεν μπορούμε να συνδεθούμε με αυτόν τον αριθμό. Οταν όμως ακούμε την ιστορία ενός ανθρώπου, που έχει όνομα, πρόσωπο, φωνή, μπορούμε να τον συναισθανθούμε. Αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσα να είμαι εγώ. Αυτό το παιδί, το δικό μου παιδί. Οι ιστορίες μπορούν να ανοίξουν την καρδιά και το μυαλό μας». Πολλοί άμαχοι, γυναίκες και παιδιά, υποφέρουν αυτή τη στιγμή στην Παλαιστίνη, στην Ουκρανία και αλλού στον κόσμο, μου γράφει. «Υπάρχουν φρικτοί πόλεμοι, τρομοκρατικές επιθέσεις, γενοκτονίες στην Αφρική και αλλού. Σε κάθε σύγκρουση τα περισσότερα θύματα είναι γυναίκες και παιδιά. Οι πολίτες που σκοτώνονται ή τραυματίζονται είναι περισσότεροι από τους στρατιώτες, αλλά κανείς δεν τους υπολογίζει».

Η δημοκρατία είναι όπως η υγεία, τη θεωρούμε δεδομένη μέχρι να τη χάσουμε. Μετά είναι πολύ αργά.

Στο βιβλίο αναφέρεται με έμφαση στην «αμαρτία της αδιαφορίας». «Ζούμε σε έναν κόσμο απίστευτου όγκου πληροφοριών. Οτιδήποτε συμβαίνει στον κόσμο το μαθαίνουμε αμέσως. Το μυαλό μας δεν μπορεί να επεξεργαστεί όλα όσα συμβαίνουν και τείνει να “κλείνει”. Η αμαρτία της αδιαφορίας», διευκρινίζει, «είναι να μην κάνουμε τίποτα, επειδή πιστεύουμε ότι είμαστε εντελώς ανίκανοι, ότι δεν μπορούμε να αλλάξουμε τίποτα. Πιστεύω ότι μπορούμε όλοι να συμβάλουμε στη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου, ακόμη και αν η συνεισφορά μας είναι μικρή». Ομολογεί πάντως ότι την τρομάζει «ο φασισμός, οι δικτατορίες, η λογική του όχλου και όλες οι μορφές καταπιεστικής εξουσίας που έχουν απεριόριστη δύναμη και μένουν ατιμώρητες. Ολα αυτά είναι σήμερα σε άνοδο. Προσεύχομαι και ελπίζω ότι η ανθρωπότητα θα αντιδράσει πριν να είναι πολύ αργά. Η δημοκρατία είναι όπως η υγεία, τη θεωρούμε δεδομένη μέχρι να τη χάσουμε. Μετά είναι πολύ αργά».

Ιστορικό μυθιστόρημα

Αυτή την περίοδο γράφει ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Την ενδιαφέρει η ιστορία, εξηγεί, επειδή της επιτρέπει να καταλάβει το παρόν και να οραματιστεί το μέλλον. Δεν έχει την αγωνία της επιτυχίας κάθε βιβλίου της, μου λέει: «Είμαι υπεύθυνη για κάθε βιβλίο που γράφω. Προσπαθώ να το κάνω όσο καλύτερο μπορώ. Ομως δεν μπορώ να ελέγξω τι θα συμβεί στο βιβλίο μόλις εκδοθεί. Κάθε βιβλίο έχει το δικό του πεπρωμένο και μόλις βγει στον κόσμο δεν μου ανήκει πια. Δεν με νοιάζουν ούτε οι κριτικές ούτε οι πωλήσεις, αυτά είναι δουλειά των επιμελητών και των ατζέντηδων».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή