Οταν η βία γράφει την Ιστορία

Οταν η βία γράφει την Ιστορία

Ο Αλμπέρτο Γκαρλίνι βουτάει στα «μολυβένια χρόνια», στα ταραγμένα νερά της σύγχρονης ιταλικής Ιστορίας

6' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο «Νόμος του μίσους» (μτφρ.: Βασιλική Πέτσα, εκδ. Πόλις) είναι κάτι περισσότερο από ένα μυθιστόρημα με έγκυρα ιστορικά στοιχεία – όχι μόνο γιατί είναι ένα πρωτότυπο, προκλητικό και γενναίο βιβλίο, αλλά γιατί θέτει αξιακά ερωτήματα που απευθύνονται στο δικό μας παρόν. 

Ο Αλμπέρτο Γκαρλίνι βουτάει στα βαθιά και ταραγμένα νερά της σύγχρονης ιταλικής Ιστορίας, στα «μολυβένια χρόνια» της, και αναδύεται στο μυαλό και στη ζωή ενός νεοφασίστα φοιτητή της δεκαετίας του ’70, που η στράτευση και η δράση του σε φασιστικές ομάδες και οργανώσεις προδιαγράφουν τα όρια της ζωής του. 

Το εκπληκτικό με αυτό το βιβλίο είναι πως ο συγγραφέας καταφέρνει να στέκεται πάντα έντιμα και κριτικά τόσο απέναντι στον ήρωα που δημιούργησε όσο και σε μια ολόκληρη εποχή όπου η βία ήταν η κινητήριος δύναμη της Ιστορίας, μια εποχή της οποίας ο απόηχος φτάνει έως σήμερα όχι μόνο στην Ιταλία, αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη. 

Εύκολα θα έλεγε κανείς πως ο Γκαρλίνι αναμετρήθηκε θαρραλέα με την Ιστορία της χώρας του ως ενεργό ιστορικό υποκείμενο, τόσο ώστε καταφέρνει να βάζει και τον αναγνώστη στην ίδια θέση ή τουλάχιστον να τον κάνει να αναρωτιέται πού είναι η δική του θέση στις «πλευρές» της Ιστορίας. 
 
Οταν η βία γράφει την Ιστορία-1– Πώς ξεκίνησε αυτό το βιβλίο; Τι συνέβη και έχουμε στα χέρια μας τον «Νόμο του μίσους»; 
– Μόλις είχα τελειώσει ένα μυθιστόρημα, το «Ολοι θέλουν να χορεύουν», που έχει να κάνει με τη χαρά, τα πάρτι αλλά και την απόγνωση της δεκαετίας του ’80. Οι νεαροί χαρακτήρες του βιβλίου περιφέρονταν σαν νομάδες από τόπο σε τόπο προσπαθώντας να καταλάβουν πώς θέλουν να ζήσουν, πώς να χτίσουν τις δικές τους ταυτότητες. Γράφοντας, λοιπόν, αυτό το βιβλίο, η λέξη «νομαδισμός» άρχισε να στριφογυρίζει στο μυαλό μου. Ξεκίνησα τότε να γράφω ένα βιβλίο σχετικά με τον νομαδισμό που είχε ως ήρωα και οδηγό τον Αγγλο μυθιστοριογράφο και ταξιδιωτικό συγγραφέα Μπρους Τσάτουιν. Οταν είχα ήδη προχωρήσει αρκετά, σκέφτηκα: και γιατί να μη συναντήσει ο Τσάτουιν έναν φασίστα, που αντιπροσωπεύει την ακριβώς αντίθετη νοοτροπία, δηλαδή μια στατική ψυχοσύνθεση, φτιαγμένη από χώμα και αίμα, τέτοια που δημιουργεί έναν άρρηκτο δεσμό με τη γη των προγόνων, το έθνος, και ούτω καθεξής; Σκέφτηκα να τους συγκεντρώσω όλους στη Ρώμη τη δεκαετία του ’70. Αμέσως, όμως, αναρωτήθηκα: και τι ξέρω εγώ για τον ιταλικό νεοφασισμό; Πολύ λίγα έως τίποτα. Ετσι ξεκίνησα να μελετώ αυτή τη μαύρη, κρυφή πτυχή της σύγχρονης ιταλικής Ιστορίας, μια επιμελώς απομακρυσμένη σκιά. Εν συντομία, από ένα βιβλίο για τον Μπρους Τσάτουιν με μια cameo εμφάνιση ενός φασίστα, κατέληξα να γράφω ένα βιβλίο για έναν φασίστα με μια cameo εμφάνιση του Τσάτουιν. 
 
– Πώς ήταν όλα αυτά τα πέντε χρόνια, αν δεν κάνω λάθος, που γράφατε αυτό το βιβλίο, να ζείτε καθημερινά με έναν νεοφασίστα δολοφόνο; Πώς καταφέρατε να πάρετε την απαραίτητη απόσταση; 
– Πάντα λέω ότι ήταν σαν να έχεις στο σπίτι σου έναν φιλοξενούμενο που απεχθάνεσαι. Αλλά τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα από αυτό. Με κάποιον τρόπο, για να κάνω τον χαρακτήρα πιο πιστευτό, έπρεπε να αναγκάσω τον εαυτό μου να κάνει χώρο στον φασίστα μέσα μου (πιστεύω πως όλοι έχουμε έναν μικρό φασίστα μέσα μας). Αυτή είναι μια αφύσικη πράξη, τουλάχιστον για μένα, η οποία με έκανε να υποφέρω πολύ, σε ψυχολογικό επίπεδο. Ισως γι’ αυτό προσπάθησα να φτιάξω έναν «καλό» φασίστα από τον Στέφανο και να δημιουργήσω έναν πυρήνα σωτηρίας γι’ αυτόν, που θα ήταν απρόσβλητος από την ιδεολογία του: την αγάπη του για την Αντονέλα, την έλξη του για τη Νοτιοαμερικάνα ποιήτρια, την τελευταία του απόπειρα εξιλέωσης. Αυτό το έκανα για να σώσω και μένα τον ίδιο. Ισως και γι’ αυτό τον έκανα να υποφέρει τόσο πολύ, γιατί ήθελα να υποφέρω κι εγώ, να τιμωρήσω τον εαυτό μου με έναν τρόπο που έδωσα χώρο στη φωνή του. Ωστόσο, αυτές οι τακτικές δεν νομίζω να λειτούργησαν πραγματικά, γιατί όταν τελικά βγήκα από όλο αυτό είχα συνθλιβεί. Δεν μπορούσα να γράψω για πολύ καιρό. Για να γιατρευτώ έγραψα μια αστυνομική ιστορία, τις αγαπούσα τις αστυνομικές ιστορίες όταν ήμουν παιδί και το να γράψω μία ήταν μια προσπάθεια να επανασυνδεθώ με την απίστευτη γοητεία του να διαβάζεις τη νύχτα, κάτω από τις κουβέρτες, με το φως ενός φακού. Η τελική κρίση φυσικά είναι του αναγνώστη, αλλά ως συγγραφέας δεν ξέρω αν αξίζει να υποφέρεις τόσο πολύ. Σίγουρα θα το σκεφτώ διπλά πριν ξεκινήσω ξανά ένα τόσο συνταρακτικό ταξίδι. 
 
– Σε ένα συγκλονιστικό σημείο γράφετε «η πραότητά της θα γινόταν το κρύο σίδερο του μαχαιριού που κρατούσε φυλαγμένο στην τσέπη του ο γιος της». Αναδεικνύετε το τραύμα ως καθοριστικό σημείο στη ζωή ενός νεοφασίστα δολοφόνου στη συγκεκριμένη περίπτωση. Μπορέσατε να αποκωδικοποιήσετε τη διαδρομή αυτού του ανθρώπου που φαίνεται να τρέφεται συναισθηματικά με την ηδονή της οδύνης; 
– Σε πολλές βιογραφίες φασιστών μπορείς να διαβάσεις πως ένα από τα βασικά σημεία της ριζοσπαστικής επιλογής τους ήταν η ταπείνωση. Ο ίδιος ο Χίτλερ ήταν ταπεινωμένος (ζούσε σε ένα φτωχόσπιτο πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και βίωσε την ήττα ως προσωπική ατίμωση). Από το όνειδος στην πικρία η απόσταση είναι μικρή, όπως μικρό είναι το βήμα προς τη μετατόπιση της ταπείνωσης: αν έχεις ταπεινωθεί, είναι εξαιτίας κάποιου εξωτερικού σχεδίου, ενός «εχθρού». Στη φασιστική φαντασία ο «ήρωας» είναι ηττημένος από ένα ύπουλο φίδι. Ολος ο ιταλικός νεοφασισμός χαρακτηρίζεται από την ντροπιαστική ήττα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ηταν οι «ηττημένοι». Είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς τον πολιτικό ριζοσπαστισμό χωρίς να λάβει υπ’ όψιν τον βίαιο εξευτελισμό. Σαφώς και το οικογενειακό πλαίσιο είχε σημασία (οι φασίστες συχνά προέρχονται από φασιστικές οικογένειες, ενώ οι κομμουνιστές όχι, πολλοί ήταν αριστοκράτες) και άλλες πολλές πτυχές, οικονομικές, κοινωνικές…

Στη φασιστική φαντασία ο «ήρωας» είναι ηττημένος από ένα ύπουλο φίδι. Είναι δύσκολο να εξηγήσει κανείς τον πολιτικό ριζοσπαστισμό χωρίς να λάβει υπ’ όψιν τον βίαιο εξευτελισμό.

– Αν και «Ο νόμος του μίσους» δεν θεωρείται ιστορικό μυθιστόρημα, εντούτοις πολύ επιδέξια έχετε επιλέξει υπαρκτά πρόσωπα και ακριβή γεγονότα που πλαισιώνουν τον πρωταγωνιστή σας, σε μια εποχή που στο πολιτικό λεξικό της Ιταλίας έχει καταγραφεί ως «Τα μολυβένια χρόνια». Συνήθως όταν θέλουμε να ερμηνεύσουμε το παρελθόν ίσως ασυνείδητα αναρωτιόμαστε τι είναι αυτό που διεκδικείται σήμερα. Ισχύει στη δική σας περίπτωση; 
– Το μυθιστόρημα γεννήθηκε από μια λογική ανησυχία. Το θέμα για μένα ήταν να ερευνήσω τους λόγους της βίας στην πολιτική ζωή. Νομίζω ότι η πολιτική, στα καλύτερά της, πρέπει να βοηθάει να μετατραπεί η αντιμετώπιση της κοινωνικής βίας σε μακροπρόθεσμο έργο. Αλλωστε, ο θυμός και το αίσθημα της αδικίας μπορεί να είναι θετικά για την κοινωνία γιατί πιέζουν για αλλαγές, αλλά είναι επίσης και επικίνδυνα γιατί μπορεί να οδηγήσουν στη βία. Ο φασισμός, αντίθετα, αναζητά την οργή, θέλει τη βία ως συγκεκριμένη πολιτική στάση. Πρώτα χτυπάς και μετά σκέφτεσαι. Είναι μια ανθρωπολογική, αρχέγονη μορφή πολιτικής, που βασίζεται στην ισορροπία δυνάμεων και στην κυνική χρήση βίας. Υπάρχουν όμως και πιο ενδόμυχοι λόγοι. Ημουν παιδί στην Ιταλία τη δεκαετία του ’70 εν μέσω τρομοκρατικών βομβών, ναρκωτικών, της απαγωγής του Αλντο Μόρο, της σφαγής της Μπολόνια. Για μένα αυτή ήταν η εποχή των προγονικών τεράτων, του μπαμπούλα. Ισως αυτός ήταν ο δικός μου τρόπος να αντιμετωπίσω τα φαντάσματά μου, ο τρόπος μου να παλέψω ενάντια στα τέρατα που κατοικούσαν στη φαντασία μου. 
 
– «Αυτό ήταν το πεπρωμένο της Ευρώπης. Να αναλογίζεται τον εαυτό της σαν φάντασμα του παρελθόντος, να προσποιείται ότι δεν βλέπει. Να αποστρέφει το βλέμμα». Είμαστε ακόμη εκεί; Τι δεν βλέπει η Ευρώπη να έρχεται; 
– Δεν ξέρω γι’ αυτό. Είμαστε στα χέρια πολύ περίπλοκων, απρόβλεπτων, ιστορικών, κοινωνικών και οικονομικών κινημάτων. Ισως μια πεταλούδα σήμερα με τη μορφή μιας επαναστατικής σκέψης να χτυπάει τα φτερά της στην Ινδία ή την Αφρική και να μην έχουμε καμία πιθανότητα να το προσέξουμε. Κάποτε ένας τύπος που κανείς δεν παρατηρούσε, ο Απόστολος Παύλος, που κήρυττε στα απομακρυσμένα χωριά της Μικράς Ασίας, άλλαξε δύο χιλιετηρίδες Ιστορίας επινοώντας τον Χριστιανισμό. Κανένας δεν το είχε φανταστεί αυτό. Ο στόχος μου ως συγγραφέα είναι να γράφω ιστορίες που αφηγούνται τον κόσμο γύρω μου όσο πιο έντιμα γίνεται και ενθαρρύνουν την προσαρμογή της συλλογικής φαντασίας, υπό μορφήν αφήγησης, στην πραγματικότητα. Ενας τρόπος, όπως κάθε άλλος, για να γιατρευτούν οι πληγές της ύπαρξης, που η ζωή εναποθέτει καθημερινά μπροστά στα μάτια μας. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή