Μια οικογένεια στη βάρκα της ελπίδας

Μια οικογένεια στη βάρκα της ελπίδας

Ενα μυθιστόρημα για μετανάστες που ξεχειλίζει από σκληρές αλήθειες

3' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

CECILΕ PIN
Περιπλανώμενες ψυχές
μτφρ. Μαρία-Ρόζα Τραϊκόγλου 
εκδ. Διόπτρα, 2023, σελ. 277

1978, Βιετνάμ, μετά τον πόλεμο, που όμως δεν έχει τελειώσει, συνεχίζεται υπόκωφα, διαλυτικά, ορίζει ζωές, μοίρες, το μέλλον. Η οικογένεια οργανώνει σχέδιο φυγής, δεν μπορεί να συνεχίσει να μένει στη χώρα. Ο πατέρας είναι πεπεισμένος ότι το αμερικανικό όνειρο τους περιμένει, θα τους αγκαλιάσει στα σίγουρα. Μόνο που είναι εννιά, γονείς κι επτά παιδιά και δεν μπορούν να ταξιδέψουν όλοι ταυτόχρονα, πρέπει να χωριστούν, κάποιοι να προηγηθούν, κάποιοι ν’ ακολουθήσουν. Οι βάρκες της ελπίδας, της ανάγκης, της εμπορίας, της εκμετάλλευσης, οι βάρκες που άλλους τους οδηγούν σε μια καινούργια ζωή κι άλλους στον Αχέροντα. 

Δεν θα ζήσουν όλοι, άψυχοι στην ακτή θα βρεθούν έξι. Τρεις από την οικογένεια, τρία παιδιά θα πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς, της εξαθλίωσης, της ντροπής. Σε αποθήκες συγκέντρωσης, πραγματικές αποθήκες ψυχών, σε κέντρα φιλοξενίας, μέσα στο αεροπλάνο για πρώτη φορά, με φόβο, αγωνία, θλίψη, απογοήτευση, σε οργανωμένη δομή στην Αγγλία εν τέλει. Δικαιούνται βοήθεια από τον Ερυθρό Σταυρό, από την υπηρεσία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, από κάθε φιλάνθρωπη πηγή μαζεύουν το λίγο, το ελάχιστο από τρόφιμα, πράγματα, ρούχα. Μαζεύουν κι άλλα ελάχιστα, συναισθήματα, βιασμένα χαμόγελα, μικρές αγκαλιές, μορφασμούς λύπης, συμπόνιας, μα και απαξίωσης, εξοστρακισμού. 

Αντιγράφοντας συνήθειες

Είναι οι ξένοι. Που διεκδικούν δουλειές, αυτές που δεν τις θέλουν οι γηγενείς, που θέλουν να πάνε σχολείο και να σπουδάσουν, που προσπαθούν να ενσωματωθούν αντιγράφοντας συνήθειες και τρόπους. Είναι οι ξένοι που μαθαίνουν να πίνουν τσάι. Είναι οι ξένοι που μπροστά στον μικρό βωμό που φτιάχνουν όπου πάνε, ταΐζουν τους νεκρούς τους, λιβανίζουν για να τους προσκαλέσουν, προσεύχονται για να τους ησυχάσουν, να μην περιφέρονται ανήσυχα φαντάσματα που δεν τάφηκαν στη γενέθλια γη. 

Μια οικογένεια στη βάρκα της ελπίδας-1Θα προχωρήσουν οι τρεις τους με μεγάλη δυσκολία, ξεστρατίζοντας από το όνειρο του πατέρα τους να γίνουν επιστήμονες, κοινωνικά ανώτεροι με πλούσιες κι ευτυχισμένες ζωές. Κρατούν φυλαχτό και δέσμευση, παρά τη διχόνοια και τη διάλυση που παραμονεύει, την εντολή του πατέρα τους όταν ξεκινούσε ο ξεριζωμός, να μείνουν ενωμένοι, ό,τι κι αν γίνει να μη χωρίσουν, να κρατηθούν.

Αφορμές για αντιπαλότητα, θυμό, απαξίωση θα τους δίνει ο ξένος τόπος πολλές. Η ανέχεια, οι λάθος παρέες, τα ναρκωτικά, η έλλειψη νοήματος ζωής πέρα από την εντατική προσπάθεια επιβίωσης παραμονεύουν απειλητικά κάθε μέρα. Κι όμως. Η Αν, ο Ταν κι ο Μιν –καθένας με τον τρόπο του, με τις δυνάμεις του, με τις αντοχές του– θα προσπαθήσουν να φτιάξουν μια ζωή από το μηδέν, βουτηγμένη στις απώλειες, στην ορφάνια, στον συνεχή, άνισο, εξαντλητικό αγώνα της κάθε μέρας, της κάθε στιγμής. Να περνούν απαρατήρητοι μα και να υπάρχουν, να μην προκαλούν μα και να διεκδικούν, να μην καταχρώνται μα και να αξιώνουν. 

Η Αν, ο Ταν κι ο Μιν –καθένας με τον τρόπο του, με τις δυνάμεις του, με τις αντοχές του– θα προσπαθήσουν να φτιάξουν μια ζωή από το μηδέν, βουτηγμένη στις απώλειες, στην ορφάνια.

Η ιστορία της Σεσίλ Πιν ξεχειλίζει σκληρή αλήθεια κι αταλάντευτη ελπίδα. Ανάμεσα στην ιστορία των προσώπων ξεπροβάλλουν πολιτικές αποφάσεις, σταθμίσεις και ισορροπίες, συμφωνίες κρατών που δεν μπορούν να επιτευχθούν, επιλογές πολιτικών που καταδικάζουν την πορεία της ζωής ανθρώπων που δεν είναι πρόσωπα, μα απλοί αριθμοί. Διανέμονται με ποσοστά, εθνικότητες, κοινωνικές αντοχές και μια δόση φιλανθρωπίας, έξωθεν καλής μαρτυρίας. Η γραφή της απλή, βαθιά, εσωτερική, επιβάλλει να πλησιάσουμε τους ήρωες με σεβασμό και συμπόνια. Να θαυμάσουμε τη δύναμη, την αντοχή, την επινοητικότητα, αυτή την υποταγή τους στην ανάγκη να προσαρμοστούν, να συνυπάρξουν, να γίνουν αποδεκτοί, κάποτε και ισότιμοι. 

Είναι αδύνατον, ακόμη κι εκείνος που από επιλογή απέχει από όλο αυτό που ονομάζουμε μεταναστευτικό και το ξέρουμε πολύ καλά, το ζούμε καθημερινά κι ασταμάτητα –την παράνομη είσοδο στη χώρα, τον κίνδυνο, την απειλή του θανάτου, την εκμετάλλευση, τον φόβο, τα χαμερπή κίνητρα που ορίζει το χρήμα, μα και τη διαφυγή, την προσμονή, την ελπίδα– να μην ταραχτεί διαβάζοντας αυτή την ιστορία που βγαίνει ατόφια από την ανάγκη της μνήμης, του σεβασμού, της τιμής. Τιμή που αξιώνονται τα τρία αδέρφια, όταν ταξιδεύουν για να ενταφιάσουν στον τόπο τους πια, το Βιετνάμ, τους έξι της οικογένειάς τους που δεν τα κατάφεραν, κι έτσι να ηρεμήσουν όλοι, ζωντανοί και νεκροί, να μη στοιχειώνει κανείς.  

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή