Γιατί δεν έγινε δίκη για τον «Αττίλα»;

Γιατί δεν έγινε δίκη για τον «Αττίλα»;

Η αιτία της αναβολής και ο «φάκελος της Κύπρου»

3' 59" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο «Μεταπολίτευση, 1974-1975. Πενήντα ερωτήματα και απαντήσεις», οι Αγγελος Συρίγος και Ευάνθης Χατζηβασιλείου βάζουν στο μικροσκόπιο και αναλύουν ένα προς ένα βασικά ζητήματα της ταραγμένης, κρίσιμης και μεταβατικής εκείνης διετίας. Το βιβλίο κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις Πατάκη και η «Κ» προδημοσιεύει ένα απόσπασμα στο οποίο οι συγγραφείς απαντούν στο ερώτημα: γιατί δεν έγινε η δίκη για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο;
Η. Μ.

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

«Το καλοκαίρι του 1974 η χούντα του Ιωαννίδη προκάλεσε και έχασε έναν πόλεμο στην Κύπρο, με απίθανα καταστροφικές συνέπειες: κατοχή του 37% του κυπριακού εδάφους, εθνοκάθαρση και 200.000 περίπου πρόσφυγες και 1.500 περίπου αγνοούμενους. Το 1922 η ήττα είχε οδηγήσει στη Δίκη (παρωδία) των Εξ και στην εκτέλεσή τους. Το προηγούμενο του 1922 καθιστούσε φυσικό το να αναμένεται μια δίκη και για την τραγωδία του 1974 – που έμεινε γνωστή ως η «προδοσία της Κύπρου».

Γιατί δεν έγινε δίκη για τον «Αττίλα»;-1Τέτοια δίκη δεν έγινε ποτέ. Στις 7 Μαρτίου 1975 αναβλήθηκε, με απόφαση που ελήφθη σε έκτακτη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η διεξαγωγή μιας δίκης για την Κύπρο. Η κυβερνητική ανακοίνωση σημείωνε ότι η απόφαση ελήφθη για να αποφευχθεί «διατάραξις των διεθνών σχέσεων της χώρας». Η διατύπωση αυτή θεωρήθηκε ως επιβεβαίωση ότι τούτο έγινε για να μη συζητηθούν ευθύνες των δυτικών δυνάμεων. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στα σχετικά πρακτικά του Υπουργικού Συμβουλίου, η διατύπωση χρησιμοποιήθηκε επειδή ήταν η μόνη διαθέσιμη βάσει του Ποινικού Κώδικα για να γίνει η αναβολή. Το κίνητρο της αποφάσεως ήταν το ότι η πολύ απειλητική ελληνική κυπριακή Ακροδεξιά έθετε σε κίνδυνο τη θέση του Μακαρίου και ήγειρε τον κίνδυνο να γίνουν δυναμικές ενέργειες στη μεγαλόνησο. Για τον ίδιο λόγο ο Μακάριος είχε αποφασίσει να αναβάλει παρόμοιες δικαστικές διαδικασίες στην Κύπρο. Μάλιστα, κατά τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Γκίκας, άνθρωπος που σε καμία περίπτωση δεν ενέδιδε στον πανικό, τόνισε ότι η απόφαση έπρεπε να ανακοινωθεί άμεσα επειδή επέκειτο μια ενέργεια των Ελλήνων Κυπρίων ακροδεξιών εναντίον του Μακαρίου. Γι’ αυτό, άλλωστε, και η απόφαση ελήφθη σε έκτακτη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Σε μια χώρα με μακρά λαϊκιστική παράδοση ήταν ίσως αναμενόμενο ότι η ανακοίνωση της αποφάσεως, με τη συγκεκριμένη διατύπωση, θα θεωρείτο από πολλούς ως «απόδειξη» πως οι σκοτεινοί ξένοι (προσοχή: οι σκοτεινοί ξένοι είναι πάντοτε και μόνον οι Δυτικοί) είχαν παίξει έναν ανίερο ρόλο στην τουρκική εισβολή. Αλλά άλλο οι πολίτες και άλλο τα πολιτικά κόμματα, που είναι μέρος της πολιτικής ηγεσίας. Η στάση των τελευταίων, ειδικά κάποιων από αυτά, ήταν απογοητευτική, καθώς ξεπέρασε και σε αυτή την περίπτωση τα όρια.

Ο ρόλος της κυπριακής Ακροδεξιάς, το νομικό πλαίσιο και μια συμφωνία κυρίων που ξεχάστηκε γρήγορα.

Στα επόμενα χρόνια έγινε πολύ της μόδας να ασκείται και από πολιτικά κόμματα κριτική στην απόφαση της κυβερνήσεως και να ζητείται η εμφάνιση ενός «φακέλου της Κύπρου» για «να αποκαλυφθεί η αλήθεια στον ελληνικό λαό». Το πρόβλημα είναι ότι της αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου στις 7 Μαρτίου 1975 είχε προηγηθεί ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών (Γ. Μαύρου, Α. Παπανδρέου και Η. Ηλιού), οι οποίοι είχαν συμφωνήσει με την αναβολή, και μάλιστα είχαν κάνει σχετικές δηλώσεις. Αλλά στα επόμενα χρόνια εξακολούθησε να «σέρνεται» η κατηγορία προς τον Καραμανλή ότι με δική του ευθύνη δεν έγινε η δίκη για την τραγωδία της Κύπρου.

Στην όλη υπόθεση ανακύπτει και ένα πρόσθετο ερώτημα, το οποίο πάντως δεν μπορεί να απαντηθεί με ασφάλεια, καθώς δεν έχουν εντοπιστεί ακόμη σχετικά τεκμήρια. Μια δίκη για εσχάτη προδοσία στην Κύπρο μοιραία θα ήγειρε πρόσθετες προκλήσεις. Η εσχάτη προδοσία είναι έγκλημα δόλου, και έτσι στη διαδικασία αυτή θα έπρεπε να αποδειχθεί ότι ο Ιωαννίδης και οι συνεργάτες του επιδίωκαν συνειδητά να χάσουν τον πόλεμο και η Τουρκία να εισβάλει στην Κύπρο. Στην περίπτωση της ανατροπής της δημοκρατίας το 1967, που απετέλεσε το αντικείμενο της δίκης των «πρωταιτίων», ήταν απολύτως εφικτό να αποδειχθεί ο δόλος και η τέλεση εσχάτης προδοσίας: ήταν σαφές ότι οι δικτάτορες επιδίωξαν (και κατάφεραν) να καταλύσουν το νόμιμο πολίτευμα. Δηλαδή ήταν δυνατόν να επέλθει μια έντιμη καταδίκη.

Δεν είναι όμως αυτονόητο ότι θα μπορούσε να αποδειχθεί νομικά (όχι να διατυπωθεί μια παρόμοια πολιτική άποψη) ότι ο Ιωαννίδης και οι άνθρωποί του είχαν επιδιώξει να γίνει η τουρκική εισβολή στην Κύπρο και να χαθεί ο πόλεμος· γιατί αυτό –ο δόλος τους– θα έπρεπε να αποδειχθεί για να πραγματοποιηθεί μια καταδίκη για εσχάτη προδοσία. Επιπλέον, μια τέτοια δίκη θα έμοιαζε πολύ με τη Δίκη των Εξ, με παρόμοια κατηγορία.

Οπως επανειλημμένα αναφέρθηκε, ο Καραμανλής και οι συνεργάτες του αποσκοπούσαν με κάθε τρόπο να αποφύγουν τα λάθη του παρελθόντος, και επομένως μια δίκη που θα έμοιαζε με τη Δίκη των Εξ και θα κινδύνευε να επιφέρει τις δικές της συνέπειες. Ηταν και αυτό ένα κίνητρο για τη λήψη της αποφάσεως; Δεν έχουν έως τώρα εντοπιστεί σχετικά αδιαμφισβήτητα τεκμήρια. Πάντως, σημειώνεται ότι ούτε και οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ προκάλεσαν τέτοια δίκη, παρά το γεγονός ότι η παραγραφή του εγκλήματος της εσχάτης προδοσίας δεν επήλθε παρά πολύ αργότερα.»

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή