Η αναλλοίωτη «ψυχή» του Συντάγματος

Η αναλλοίωτη «ψυχή» του Συντάγματος

Πώς το κράτος δικαίου στην Ελλάδα ξεπέρασε τις δοκιμασίες της κρίσης ασφάλειας, της οικονομικής κατάρρευσης και της πανδημίας

4' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ –ΑΛΚΜΗΝΗ ΦΩΤΙΑΔΟΥ
Η συνταγματική ανθεκτικότητα στη δοκιμασία των κρίσεων.
Κρίση ασφάλειας, οικονομική κρίση, πανδημία και Σύνταγμα
εκδ. Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, 2022, σελ. 337,
e-book ελεύθερης πρόσβασης
στο www.epoliteia.gr

Τρεις αλλεπάλληλες κρίσεις χρειάστηκε να αντιμετωπίσει το ελληνικό Σύνταγμα την τελευταία εικοσαετία: κρίση ασφάλειας λόγω της διεθνούς τρομοκρατίας, οικονομική κρίση που προκλήθηκε από τη δημοσιονομική κατάρρευση της χώρας, και υγειονομική κρίση προϊόν μιας θανατηφόρας πανδημίας. Και τις τρεις τις διήλθε επιτυχώς προσαρμοζόμενο στις απαιτήσεις των καιρών χωρίς όμως να απολέσει την ταυτότητά του να είναι το σύνταγμα ενός φιλελεύθερου, κοινωνικού ανθρωποκεντρικού κράτους δικαίου. Το φαινόμενο της ανθεκτικότητας του Συντάγματος, στη διεθνή του διάσταση αλλά και εντοπισμένο στην εκδήλωσή του στην Ελλάδα, αναλύουν διεξοδικά στο νέο τους βιβλίο ο Ξενοφών Κοντιάδης, καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, και η Αλκμήνη Φωτιάδου, διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου.

Oι συγγραφείς θεμελιώνουν γιατί το ελληνικό Σύνταγμα, ως οιονεί ζωντανός οργανισμός, προσαρμόστηκε αποτελεσματικά στις προκλήσεις του περιβάλλοντός του.

Η ανθεκτικότητα ενός Συντάγματος δεν ταυτίζεται με την αντοχή του. Η αντοχή του Συντάγματος σημαίνει ότι αυτό παραμένει διαχρονικά αναλλοίωτο τυπικά. Η ανθεκτικότητά του σημαίνει ότι διατηρείται διαχρονικά σταθερό στα βασικά του χαρακτηριστικά, στην αξιακή του ταυτότητα, προσαρμοζόμενο σε κάθε είδους πρόκληση που μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπίσει. Η ανθεκτικότητα καταδεικνύει το όριο της συνταγματικής αλλαγής –τυπικής, ως προϊόν αναθεώρησης, ή άτυπης, ως αποτέλεσμα αλλαγής στη νοηματική αντίληψη του κειμένου του– την οποία ένα Σύνταγμα μπορεί να υποστεί χωρίς να αλλοιωθεί στον πυρήνα του.

Πέρα από ένα στείρο νομικισμό, αυτό ακριβώς είναι το καίριο ερώτημα στο οποίο καλούμαστε να απαντήσουμε ύστερα από τις τρεις βαθιές κρίσεις που περάσαμε. Εχουμε το ίδιο δημοκρατικό Σύνταγμα, θεμέλιο του φιλελεύθερου, κοινωνικού, ανθρωποκεντρικού κράτους δικαίου που προέκυψε από τη γένεσή του το 1974-1975 ή μήπως, χωρίς να το αντιληφθούμε, οι αλλαγές, τυπικές και άτυπες, που υπέστη την τελευταία 20ετία αλλοίωσαν την ουσία του ώστε «να χάσει την ψυχή του»;

Oι συγγραφείς θεμελιώνουν, διατυπώνοντας πάντως και κάποιες ανησυχίες για το μέλλον, γιατί το ελληνικό Σύνταγμα, ως οιονεί ζωντανός οργανισμός, προσαρμόστηκε αποτελεσματικά στις προκλήσεις του περιβάλλοντός του παραμένοντας σταθερό στα δομικά του χαρακτηριστικά και στις λειτουργικές του επιδιώξεις.

Η συνταγματική αναθεώρηση του 2001 όπλισε το Σύνταγμα με τα αναγκαία εργαλεία για να αντιμετωπίσει την κρίση ασφαλείας. Με την αναθεώρηση ουσιαστικά ερμηνεύτηκαν οι ρυθμίσεις περί των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων όπως ίσχυαν πριν από αυτήν ώστε να εξειδικευτεί το νόημά τους σε ό,τι απαιτούνταν ενόψει των νέων συνθηκών, της εξέλιξης της τεχνολογίας ιδίως, που διαφαίνονταν. Η αξία του ανθρώπου εξειδικεύτηκε στην προστασία της γενετικής ταυτότητας, η πρόσβαση στην πληροφόρηση συμπληρώθηκε με το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας, ο σεβασμός του ιδιωτικού βίου επεκτάθηκε στον πληροφοριακό αυτοκαθορισμό. Και, μέσω της τριτενέργειας των ατομικών δικαιωμάτων που θεσπίστηκε, το κράτος δικαίου δεν μπορεί πλέον να υποκρίνεται ότι δεν προσβάλλει και αυτό τις θεμελιώδεις ελευθερίες όταν αυτές προσβάλλονται ευθέως από ιδιώτες.

Η αναλλοίωτη «ψυχή» του Συντάγματος-1

Η αντίσταση των κοινωνικών δικαιωμάτων στη σαρωτική δημοσιονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας στοιχειοθετεί τη δεύτερη εκδήλωση της ανθεκτικότητας του Συντάγματος. Εδώ τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον έπαιξαν οι δικαστές. Δεν επέτρεψαν τα κοινωνικά δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται στο πνεύμα του Συντάγματος, να καταστούν γράμμα κενό περιεχομένου. Και δεν υποτάχθηκαν όπως φάνηκε αρχικά να πράττουν στο μοιραίο της κατάρρευσης. Επεξεργάστηκαν εργαλεία, όπως ο έλεγχος της επάρκειας της αιτιολογίας των νομοθετικών μειώσεων στους μισθούς και στις συντάξεις. Και όπλισαν τη συνταγματική μας αντίληψη για τα κοινωνικά δικαιώματα με την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, μέσω της οποίας οι δικαστές μας εξειδικεύτηκαν πλέον να κρίνουν τις υποθέσεις προσβολής θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Με αυτήν την ίδια αρχή αντιμετωπίστηκε επίσης και η πρόκληση στις ατομικές ελευθερίες που προέκυψε από την ανάγκη λήψης μέτρων κατά της πανδημίας. Η υγειονομική κρίση, που έφερε αντιμέτωπες την προστασία της ζωής και της υγείας με τη θρησκευτική ελευθερία, την ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας και την ελευθερία έκφρασης, μας έδειξε ότι, στην εκδήλωσή τους, τα θεμελιώδη δικαιώματα διαδρούν μεταξύ τους ώστε μπορεί και να συγκρούονται εντονότατα, όπως διαπιστώσαμε κατά την περίοδο του εγκλεισμού. Η αρχή της αναλογικότητας δίνει τις λύσεις όταν αυτή, πρωτίστως από τους πολιτικούς βραχίονες της κρατικής εξουσίας, χρησιμοποιείται σωστά.

Τι απέμεινε τώρα που φαίνεται ότι ξεπεράστηκαν οι τρεις κρίσεις με επιτυχία και το Σύνταγμά μας αποδείχτηκε ανθεκτικό;

Οι συγγραφείς δίνουν μία μάλλον αισιόδοξη απάντηση. Μας βοηθούν να δούμε κάτι που δεν ήταν όντως αισθητό, ότι περάσαμε από το παραδοσιακό κράτος δικαίου στο κράτος πρόληψης, ένα κράτος δημοκρατικό πάντα, που οφείλει όμως να προλαμβάνει τις τρομοκρατικές επιθέσεις, τη δημοσιονομική κατάρρευση, τις υγειονομικές κρίσεις –και τώρα πλέον την οικολογική καταστροφή και την ανέλεγκτη μετανάστευση– χωρίς όμως να χάνει τη φιλελεύθερη, κοινωνική, ανθρωποκεντρική ταυτότητά του. Για αυτό και κάθε μέτρο πρόληψης απαιτείται να συνοδεύεται από τις αναλογικά αντίστοιχες εγγυήσεις κράτους δικαίου.

Υπήρξε πάντως και μία ουσιώδης αλλαγή στο Σύνταγμα, σιωπηρή, που την τονίζουν οι συγγραφείς και την παρουσιάζουν με ανησυχία. Το σύνταγμα ως Σύνταγμα δικαιωμάτων επέδειξε πράγματι ανθεκτικότητα. Συνέβη όμως το ίδιο με το Σύνταγμα ως Σύνταγμα εξουσιών; Μήπως οι δικαστές, με εργαλείο τους την αρχή της αναλογικότητας, ανέτρεψαν, χωρίς να γίνει αισθητό, τη θεσμική ισορροπία στις τρεις κρατικές λειτουργίες περιορίζοντας υπερβολικά την ανεξαρτησία του νομοθέτη;

Ερώτημα που μας οδηγεί να αναζητήσουμε σε μεγαλύτερο βάθος αυτό που σημαίνει όντως συνταγματική ανθεκτικότητα: σημαίνει την επάνοδο στην αρχική ισορροπία μετά τον κλονισμό από την κρίση και την προσαρμογή σε αυτήν, ή μήπως σημαίνει μια νέα ισορροπία ύστερα από την ενσωμάτωση στο συνταγματικό πλαίσιο των θεσμών που προέκυψαν κατά την περίοδο προσαρμογής; Η απάντηση που δίνουν οι συγγραφείς είναι πρόδηλη, αρκεί να διαβάσει κανείς το εξαίρετο βιβλίο τους.

* Ο κ. Ιωάννης Σαρμάς είναι πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή