Ο συγγραφέας που φτιάχνει κόσμους

Ο συγγραφέας που φτιάχνει κόσμους

6' 33" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια από την πρώτη δημοσίευση της «Μεταμόρφωσης», του διασημότερου, μαζί με τη «Δίκη», έργου του Φραντς Κάφκα. Τον Απρίλιο είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών το μουσικό έργο του György Kurtag, βασισμένο στις επιστολές και στα ημερολόγιά του. Το γεγονός ήταν ενδεικτικό της διαρκούς αλλά και ποικίλης καλλιτεχνικής προσέγγισης που ο ιδιοφυής συγγραφέας εξακολουθεί, έναν αιώνα μετά, να υποβάλλει με το έργο του σε καλλιτέχνες ανά τον κόσμο. Πριν από λίγους μήνες, το κοινό της ιαπωνικής Γιοκοχάμα και, αργότερα, της γαλλικής Ρουέν ήρθαν αντιμέτωπα με μια «τεχνολογική» εκδοχή της «Μεταμόρφωσης», αφού τον ρόλο του Γκρέγκορ Σάμσα αναλαμβάνει επί σκηνής ένα ανδροειδές, δηλαδή ένα ρομπότ με ανθρώπινη μορφή. Νωρίτερα είχε κυκλοφορήσει στις ΗΠΑ μια εκδοχή καφκικών αφηγήσεων για παιδιά από όπου δεν θα μπορούσε, φυσικά, να απουσιάσει το σκαθάρι της «Μεταμόρφωσης». Η κριτική επιδοκίμασε το «My first Kafka» αφού «η οπτική του Κάφκα έχει πάντοτε κάτι παιδικό».

Για όλα αυτά, καθώς και για διάσημες καφκικές φράσεις που προκαλούν μεταφραστικές διχογνωμίες στο διηνεκές, συζητήσαμε με τη Μαργαρίτα Ζαχαριάδου. Η βραβευμένη μεταφράστρια (την παρουσίασε η Λίνα Γιάνναρου πρόσφατα στην «Κ» με αφορμή την κυκλοφορία του πρώτου «δικού της» βιβλίου) καταπιάστηκε με το έργο στα πρώτα κιόλας βήματα της μεταφραστικής της καριέρας. Πρωτοκυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη το 1996, επανεκδόθηκε το 2008, με πρόλογο Κατερίνας Σχινά, και πραγματοποίησε ήδη, στη δεύτερη αυτή εκδοχή, εννιά ανατυπώσεις.

– Πασίγνωστη η πρώτη φράση της «Μεταμόρφωσης» και σε όσους δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο.

– Είναι από τις πιο διάσημες «πρώτες φράσεις» του κόσμου, μαζί με το «άνδρα μοι έννεπε, Μούσα, πολύτροπον…» Γιατί σου λέει εξαρχής τι συμβαίνει: «Ξυπνώντας κάποιο πρωί ο Γκρέγκορ Σάμσα από ταραγμένο ύπνο, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ’ ένα τεράστιο έντομο».

– Η «Μεταμόρφωση» είναι παγκόσμια και διαχρονική «επιτυχία».

– Εχει περάσει στη συλλογική συνείδηση της δυτικής κουλτούρας. Παρόλο που στη λογοτεχνία οι άνθρωποι μεταμορφώνονται από… καταβολής λογοτεχνίας, αυτή η «Μεταμόρφωση» έπιασε περισσότερο, ίσως μετά τη μεταμόρφωση της «Οδύσσειας», όπου η Κίρκη μεταμορφώνει τους συντρόφους του Οδυσσέα σε γουρούνια.

– Γιατί συμβαίνει αυτό;

– Οι πάμπολλες μεταμορφώσεις στη λογοτεχνία, ακόμα και στην παραλογοτεχνία, όλες έχουν ένα ποιητικό αίτιο. Στη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα δεν υπάρχει κανένα: απλώς συμβαίνει!

– Λέγεται ότι ο μοντερνιστής Κάφκα αφήνει μεγάλη πρωτοβουλία στον αναγνώστη…

– Θα έλεγα ακριβώς το αντίθετο: τον δένει χειροπόδαρα. Ρίχνει τον αναγνώστη με το κεφάλι μέσα στον μύθο του. Η συγκλονιστικότερη φράση του κειμένου αυτού βρίσκεται λίγες αράδες παρακάτω: es war kein Traum – δεν ήταν όνειρο. Εκεί πραγματικά διαλύει το σύμπαν σου.

– Ποιο θα έλεγες ότι είναι το ποιητικό αίτιο που υπόκειται – θεωρώντας ότι είναι μάλλον το ίδιο και στη «Δίκη» και στα άλλα βιβλία του Κάφκα;

– Είναι αυτό που λέει ο ίδιος ο Κάφκα: το παράλογο δεν μπορείς να το εξηγήσεις.

– Ο Μπροντ αφηγείται, νομίζω, ότι όταν τους διάβαζε ο Κάφκα το χειρόγραφο της «Δίκης», έσκαγαν στα γέλια.

– Ο ίδιος ο Κάφκα σταμάταγε κάθε τόσο διαβάζοντας φωναχτά τη «Μεταμόρφωση», γιατί δεν μπορούσε να συγκρατηθεί (από τα γέλια).

– Το «καφκικός» όμως έχει ταυτιστεί με κάτι βαρύ, ζοφερό…

– Είναι, νομίζω, φριχτή υπεραπλούστευση του Κάφκα κάτι τέτοιο. Ο Κάφκα σαφώς έχει χιούμορ. Αυτό μπορεί να μη φαίνεται πολύ στις μεταφράσεις, γιατί ξεκινάς έχοντας την προκατάληψη πως ο Κάφκα είναι «ο καλλιτέχνης του άγχους». Ομως, για παράδειγμα, περιγράφοντας τον τρόμο του Επιστάτη όταν βλέπει τον Γκρέγκορ μεταμορφωμένο, γίνεται σχεδόν Μόντι Πάιθον. Αυτό, αν το πάρεις εντελώς σοβαρά, τον έχεις προδώσει.

– Αρα  στο  ερώτημα  ποια ιδιότητα πρέπει να επιστρατεύσει κανείς για  να  διαβάσει τον Κάφκα, απαντάς…

– Ευελιξία. Πνευματική ευελιξία.

– Πώς μεταφράζεται το «ungeziefer», μιας και ο Γκρέγκορ Σάμσα ξυπνάει μεταμορφωμένος σε ένα τέτοιο; Είναι διάσημη η σχετική διχογνωμία και καλά κρατεί. Εντομο; Παράσιτο; Σκαθάρι;

– Εντομο. Και το επίθετο «ungeheuer» το μεταφράζω ως τεράστιο. Επέλεξα το «τεράστιο» έναντι π.χ. του «πελώριο», γιατί το τεράστιο παραπέμπει έστω και υποσυνείδητα στο «τέρας» (όπως ακριβώς και η λέξη «ungeheuer»). Το γεγονός ότι «ungeziefer» σημαίνει κάτι βρωμερό και ακατάλληλο για βρώση και θυσία – ε, εκεί, ο μεταφραστής λέει ότι δεν υπάρχει τίποτε παραπλήσιο. Είναι βασικό να ξέρεις πότε πρέπει να σηκώνεις τα χέρια στη μετάφραση, να λες «έχω ηττηθεί». Εχει ηττηθεί η γλώσσα σου και δεν προσφέρει τίποτα στο κείμενο να το παλεύεις κι άλλο.

– Ας περάσουμε στο γεγονός ότι η «Μεταμόρφωση» εξακολουθεί να απασχολεί, γίνεται θεατρική παράσταση στην Ιαπωνία με το ανδροειδές, στα πάμπολλα αφιερώματα, στις ταινίες, στα κόμικς…

– Προσφέρεται τρομερά, βέβαια. Εχει έντονα θεατρική δομή, πολλή δράση. Υπάρχει ένα πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο στις μεταφράσεις που σου λέει αν ένα παλιό κείμενο εξακολουθεί να είναι σύγχρονο: κατά πόσον χρειάζεται υποσημειώσεις. Στη «Μεταμόρφωση» δεν χρειάστηκε να κάνω ούτε μία υποσημείωση. Και, βέβαια, δεν άλλαξε τα τελευταία 100 χρόνια η ανθρώπινη συνθήκη. Κάθε άλλο.

– Ποια είναι όμως η κρίσιμη ανθρώπινη συνθήκη στη «Μεταμόρφωση»;

– Κεντρικό σημείο παραμένει το παράλογο. Ο άνθρωπος δεν θα πάψει ποτέ να αισθάνεται ότι δεν ελέγχει τίποτε στη ζωή του όσο και να προσπαθεί και ότι η αλλαγή, η καταστροφή, μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή και να έχει οποιαδήποτε μορφή. Προσπαθούμε με νύχια και με δόντια να ελέγξουμε τη ζωή μας. Κάθε μέρα, όλες μας οι πράξεις έχουν σκοπό να ελέγξουν το μέλλον, ακόμα και το παρελθόν μας. Αυτή η προσπάθεια αποβαίνει εν πολλοίς μάταιη.

– Είναι πολύ σημαντικό το πότε συμβαίνει αυτή η μεταμόρφωση.

– Συμβαίνει ακριβώς τη στιγμή που όλοι φοβόμαστε, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, αυτό το limbo της ύπαρξης.

– Αν ήταν κόμικ ή γκράφικ νόβελ, θα ήταν ασπρόμαυρο;

– Σαφέστατα ασπρόμαυρο. Είναι και η παλέτα που έχει μέσα, το γκρίζο, το καφετί, άντε σέπια. Δεν περιγράφονται χρώματα, πουθενά.

– Είναι μικρό κείμενο, πολύ τακτοποιημένο. Δεν υπάρχει καμία λέξη που να μπορεί να μείνει απέξω. Γιατί οι λέξεις είναι πληροφορίες.

– Θέλει τρομερό σεβασμό αυτό το κείμενο. Μεταξύ μας, την εποχή που το προσέγγισα είχα άγνοια κινδύνου. Τώρα θα ήμουν σίγουρα αλλιώς. Πάντως, δεν σου επιτρέπει καθόλου να αμβλύνεις πράγματα, να λειάνεις από δω, να τραβήξεις λίγο από κει. Απαιτεί πίστη και «ορθόδοξη» αντιμετώπιση – αλλά βέβαια σε καθοδηγεί το ίδιο το κείμενο, απολύτως. Σου κάνει τη χάρη και σου λέει «αυτό, θα το πεις τώρα, δεν μπορείς να μην το πεις».

Η κάθε λέξη είναι μία πληροφορία

– Ο Κάφκα μού θυμίζει μια μηχανή: σε αυτήν κάτι κάνει η κάθε λέξη…

– Ετσι όμως λειτουργούν τα μεγάλα κείμενα. Αυτό μου θυμίζει τον Μπαχ. Η κλασικότερη ατάκα του προς τους μαθητές του ήταν «τι δουλειά έχει αυτό εδώ; Ξου! Εφυγε!». Αυτή είναι η αίσθηση του γερμανικού πνεύματος που εγώ εκτιμώ πολύ, ότι τα πράγματα έχουν τον ρόλο τους, τη λειτουργικότητά τους και είναι εκεί για κάποιο λόγο, δεν είναι στο περίπου. Η κάθε λέξη είναι μια πληροφορία, αν δεν χρειαζόταν δεν θα ήταν εκεί…

– Και όμως ο Κάφκα έχει αρνητές της λογοτεχνικότητάς του – και λάτρεις, όπως ο Μπόρχες, που δεν είναι καθόλου τυχαία…

– …φανατικός καφκικός. Μου είναι δύσκολο να φανταστώ πώς μπορεί κανείς να μην αναγνωρίζει τη μεγαλοφυΐα του. Είναι ένας συγγραφέας που φτιάχνει κόσμους. Μετριούνται στα δάχτυλα τέτοιοι συγγραφείς: Κάφκα, Μπόρχες, Ομηρος… Γι’ αυτό καθόλου τυχαία υπάρχουν τα επίθετα: καφκικός, μπορχεσιανός, ομηρικός.

– Θα έπρεπε να διδάσκεται στο σχολείο, στη Μέση Εκπαίδευση, αν και νομίζω ότι ο Κάφκα μπορεί να διαβαστεί και από μικρότερα παιδιά…

– …χαλαρά…

– …υπάρχει όμως η τάση –ίσως όχι μόνο ελληνική– να μαθαίνουμε στο σχολείο μόνο κείμενα της δικής μας γλώσσας.

– Εστω ότι εγώ ευλογώ τα γένια μου ως μεταφράστρια, αλλά μου φαίνεται αδιανόητο το πώς αφήνουμε όλο αυτό το κομμάτι που είναι καταρχήν ευρωπαϊκό, είναι η ευρωπαϊκή ταυτότητα, και εμμένουμε σε κάτι που είναι συνήθως ελληνικό και μάλιστα στην πιο περιορισμένη μορφή του, όταν κάνουμε ελληνική λογοτεχνία.

– Για να παραμείνουμε ελληνοκεντρικοί: οι μεγάλοι Ελληνες συγγραφείς έχουν οπωσδήποτε διαβάσει τον Κάφκα, άρα είναι λογικό να διαβάσουν και τα παιδιά αυτά που διάβασαν εκείνοι.

– Αν ισχύει αυτό που είπε ο Ντοστογιέφσκι, ότι «όλοι βγήκαμε από Το Παλτό» (του Γκόγκολ), γιατί να μη διαβάσουμε το «Παλτό»;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή