Ο Νίκος Πετρουλάκης παίζει τα κείμενα της ζωής του σε «PlayBack»

Ο Νίκος Πετρουλάκης παίζει τα κείμενα της ζωής του σε «PlayBack»

Γι’ αυτόν, το γράψιμο είναι μια πολύωρη τελετουργία. Όπως ήταν και το να συγκεντρώσει κείμενά του σε ένα βιβλίο-ανθολογία. Άλλη μία «συνεδρία» στην ψυχανάλυση που είναι για εκείνον η μουσική, όπως λέει

12' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Παρά τα όποια κλισέ της φράσης, ο Νίκος Πετρουλάκης αναπνέει μουσική. Μέσα από τις ραδιοφωνικές του εκπομπές, τα δισκάδικα που έτρεξε ανά τα χρόνια, τις δισκογραφικές εταιρείες που υπηρέτησε, μα και τα περιοδικά και ύστερα τα sites στα οποία έχει συνεισφέρει από διάφορα πόστα και κυρίως, με κείμενα. 

Είναι τα τελευταία στα οποία αποφάσισε να ανατρέξει εντατικά στον «νεκρό» χρόνο της καραντίνας, να τα ομαδοποιήσει και να τα συγκεντρώσει σε ένα βιβλίο, δομημένο σαν αυτό που αγαπάει όσο τίποτα, δηλαδή σαν δίσκο. Στο «PlayBack – 33 και 1/3 Χρόνια Κείμενα» βρίσκονται κείμενα διαφορετικών εποχών, από μουσικά περιοδικά όπως το ΖΟΟ, στο οποίο υπήρξε και διευθυντής, και το Ποπ + Ροκ, μέχρι εφημερίδες όπως Το Βήμα αλλά και διαδικτυακά, στο Flix.gr. Τα κείμενα που συγκεντρώνονται σε αυτή την έκδοση εκπέμπουν απόλυτα την ιδιοσυγκρασία του υπογράφοντά τους: μια ρομαντική, σχεδόν μυθοπλαστική προσέγγιση στην γραφή μαζί με μια φροντιστική προσοχή στην λεπτομέρεια και την πληροφορία.

Έτσι είναι άλλωστε και ο Νίκος Πετρουλάκης κάθε φορά που τον συναντάς. Τρέχει να βρει τους δίσκους ή τα περιοδικά για τα οποία σου μιλάει -όχι ότι δεν ήξερε ήδη απ’ έξω την πληροφορία που έψαχνε- μιλάει με πάθος για την μουσική κι έχει πάντα «παρασκηνιακές» ιστορίες να αφηγηθεί. Όλα αυτά, με πολλά από τα χαρακτηριστικά γάργαρα γέλια του στο ενδιάμεσο. 

Ο Νίκος Πετρουλάκης παίζει τα κείμενα της ζωής του σε «PlayBack»-1
«Είχα στον νου μου ότι κάποιοι θα έχουν διαβάσει κάποια κείμενα απ’ αυτά. Δίνοντάς τα με μια άλλη λογική, θα μπορούσα να κάνω κάποιον άνθρωπο να τα ξαναδιαβάσει». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

– Να το πιάσουμε αρχικά από τον τίτλο του βιβλίου: «PlayBack», που ήταν και δισκάδικο που είχες. 

– Τον έχω χρησιμοποιήσει κι άλλη φορά για μία στήλη που είχα στο Ποπ + Ροκ, που είχε παλιούς δίσκους. Πιστεύω ότι ταιριάζει, επειδή πολλά από τα κείμενα έχουν και τραγούδια μέσα κι όποιος θέλει να τα ξανακούσει, είναι λίγο αυτό το «Παίξτο ξανά». Και φυσικά, η νουβέλα του Ρέιμοντ Τσάντλερ.

– Και από όλα τα κείμενα που έχεις γράψει, πώς διάλεξες τι θα βάλεις μέσα και τι θα αφήσεις απ’ έξω;

– Εκεί ήταν που χρειάστηκα τον περισσότερο χρόνο. Μέσα στην καραντίνα κατάφερα να το κάνω. Ήθελα να τα κάνω με ενότητες, δεν ήθελα να πάρω 50-100 κείμενα και να τα ρίξω μέσα, με ενδιέφερε να είναι κάπως ομαδοποιημένα. Είχα στον νου μου ότι κάποιοι θα έχουν διαβάσει κάποια απ’ αυτά. Δίνοντάς τα με μια άλλη λογική, θα μπορούσα να κάνω κάποιον άνθρωπο να τα ξαναδιαβάσει. Κι από την άλλη, θα ήταν κάπως πιο εύκολο για κάποιον που δεν είναι αμιγώς μουσικόφιλος. Θυμόμουν κάποια κείμενα που μου άρεσαν κι έπειτα, έπρεπε να διαλέξω κι έναν αριθμό από αυτά. Είπα λοιπόν πως θα βάλω περίπου 100. 

– Φαντάζομαι πως όταν μπεις σε μια διαδικασία να σταχυολογήσεις πάλι κείμενα κάποιων δεκαετιών, είναι κάπως και σαν μια προσωπική αναμέτρηση με τον εαυτό σου; Με την έννοια ότι ανασύρεις πού ήσουν και τι έκανες σε κάθε περίοδο.

– Αυτό είναι αλήθεια. Είναι άλλες φάσεις της ζωής μου, είτε συναισθηματικά είτε επαγγελματικά κι ένα κομμάτι της συγκεκριμένης καθημερινότητας κάθε φορά. Γι΄αυτό και κάθε κείμενο έχει από κάτω ημερομηνία. Όπως λέω και στην εισαγωγή, κάποια πράγματα ίσως ηχούν περίεργα σήμερα, γιατί οι καιροί αλλάζουν, γι’ αυτό χρειάζεται κι αυτή η χρονοσφραγίδα, τρόπον τινά.  

Προσπάθησα να βάλω κείμενα που δεν ήταν τόσο βασισμένα στην πληροφορία, γιατί πλέον είναι ξεπερασμένο, ίσως πριν 20 χρόνια είχε νόημα. Σήμερα το θέμα είναι το πώς θα μεταδώσεις μια πληροφορία. Ακόμα και να μην δίνεις τίποτα καινούργιο, μπορείς να το δώσεις με έναν τρόπο που ο άλλος μπορεί να γελάσει, ή οτιδήποτε. Τέλος πάντων, να του κεντρίσεις την περιέργεια είτε απ’ την καλή είτε απ’ την άσχημη πλευρά. 

– Μπορείς να θυμηθείς ποιο από τα κείμενα του βιβλίου σε είχε δυσκολέψει πιο πολύ να το γράψεις;

– Όλα! Γράφω πολύ αργά, χρειάζομαι περίπου ένα 8ωρο για 600 λέξεις. Θαυμάζω τους ανθρώπους που δουλεύουν σε μέσα που χρειάζεται να γράφεις γρήγορα, δεν θα μπορούσα να το κάνω ποτέ. 

– Έχεις γράψει βέβαια και για σινεμά. Πώς και δεν το έκανες περισσότερο αυτό;

– Κατά την γνώμη μου, η κριτική των ταινιών και των δίσκων είναι πολύ μακριά. Στις πρώτες ίσως και να απαιτείται να έχεις μια τεχνική γνώση του σινεμά, ενώ στην μουσική δεν χρειάζεται να ξέρεις ένα μουσικό όργανο για να κάνεις κριτική σε έναν δίσκο. Προσπαθείς να γράψεις μια κριτική για να πεις τι νιώθεις, τι σου αρέσει, τι δεν σου αρέσει και να βοηθήσεις και κάποιον άλλο. Γιατί κακά τα ψέματα, η κριτική γεννήθηκε σε μια εποχή που δεν μπορούσε να ακούσει ο καθένας αυτό που διάβαζε. Κριτική δεν είναι να πεις αν παίζει καλά κάποιος κάτι. Και κυρίως για το σινεμά έγραψα για την σχέση του με την μουσική.

– Είχες έτσι κάποιον μουσικογραφιά που θαύμαζες πολύ; 

– Θαύμαζα πολύ τον Γιάννη Μαλαθρώνα, τον Αιμίλιο Κατσούρη, αλλά η αδυναμία μου ήταν ο Κώστας Λυμπερόπουλος που έγραφε στον Ήχο. Και μου άρεσαν πολλοί ξένοι που διάβαζα στο ΝΜΕ.

Ο Νίκος Πετρουλάκης παίζει τα κείμενα της ζωής του σε «PlayBack»-2
« Φαντάζομαι, πέρα από τις ταινίες, τα βιβλία, τις γυναίκες και τους δίσκους, φυσικά, δεν πιστεύω ότι με εμπνέουν πολλά άλλα πράγματα». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

– Αν σου έλεγαν ότι θα εξαφανιστούν όλα τα κείμενα που έχεις γράψει, αλλά μπορείς να κρατήσεις ένα μόνο, ποιο θα ήταν αυτό;

– Τι να σου πω. Κοίτα, μου αρέσει πολύ αυτό που έχω γράψει για τον Έλβις Πρίσλεϊ που έχω βάλει και πρώτο στο βιβλίο, το «Long Live The King». Είναι ένα κείμενο που το μισό είναι αλήθειες και το μισό εικασίες. Πάντα είχα την περιέργεια για το τι μπορεί να συνέβαινε πέρα από αυτό που εμείς ξέρουμε ως γεγονός. 

– Με τα κείμενά σου θες να μεταδώσεις περισσότερο ιδέες, συναίσθημα ή πληροφορία;

– Τα θέλω όλα μαζί και η πληροφορία θέλω να είναι σωστή. Μερικά κείμενα από αυτά έχουν γραφτεί για έντυπα και sites που δεν είναι αμιγώς μουσικά, οπότε εκεί πρέπει να είσαι πιο περιεκτικός στην πληροφορία, να μην κουράζεις με πολλές λεπτομέρειες. Είμαι φανατικός με την πληροφορία, προσπαθώ να βάλω ό,τι χρειάζεται. Θυμάμαι, όταν ήμουν μικρός υπήρχαν οι μεν που ήθελαν την πληροφορία και οι δε που ήθελαν πολύ ωραίο κείμενο, χωρίς να τους νοιάζει η πληροφορία. Εμένα με ένοιαζε πάντα να τα συνδυάσω. 

– Από που νιώθεις ότι έμαθες περισσότερα, από τα περιοδικά ή από το ραδιόφωνο;

– Από τα περιοδικά, σίγουρα. Όσον αφορά την πληροφορία. Μουσική, από το ραδιόφωνο. Απέκτησα πολύ αργά κιόλας στερεοφωνικό -δίσκους αγόραζα, αλλά δεν είχα πολλούς πριν αποκτήσω στερεοφωνικό. Άκουγα τον αμερικάνικο σταθμό, τον Πετρίδη, που ό,τι είχε αρχίσει τότε και τους ερασιτέχνες. Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι για ένα μεγάλο διάστημα ήξερα ονόματα χωρίς να ξέρω τι παίζουν. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι τους Barclay James Harvest, τους ήξερα χωρίς να ξέρω τι παίζουν καν, από τα συμφραζόμενα καταλάβαινα ότι παίζουν ένα progressive rock. 

– Όταν γράφεις για μουσική, ποια είναι εκείνα τα εξωμουσικά στοιχεία που υπάρχουν ως ερεθίσματα;

– Κάποια από αυτά δεν με απασχολούν σήμερα, όπως τα κορίτσια. Αλλά πιστεύω ότι έπαιξε έναν μεγάλο ρόλο στα κείμενά μου το λεγόμενο θηλυκό στοιχείο. Επίσης, μου αρέσουν αντικείμενα που μπορεί να μου προξενήσουν το ενδιαφέρον. Με έναν τρόπο, είμαι μπον βιβέρ, μου αρέσει η καλοπέραση, μου αρέσουν τα βιβλία. Φαντάζομαι, πέρα από τις ταινίες, τα βιβλία, τις γυναίκες και τους δίσκους, φυσικά, δεν πιστεύω ότι με εμπνέουν πολλά άλλα πράγματα. 

– Αυτό που παρατηρώ, τόσο σε δικά σου κείμενα όσο και άλλων ανθρώπων της γενιάς σου, είναι ότι συνήθως δεν έχουν αυτή την βιασύνη και την γρηγοράδα που έχουν συχνά κείμενα των ανθρώπων της γενιάς μου, ή της εποχής του ίντερνετ γενικότερα. Πιστεύεις πως η εποχή μας δεν χρειάζεται τα κείμενα ή ότι απλά δεν ξέρει αν τα χρειάζεται; 

– Για να απαντήσω πιο γενικά, πιστεύω ότι ο κόσμος δεν ξέρει τι χρειάζεται μέχρι να το ανακαλύψει. Ο άνθρωπος διαμορφώνεται. Αν δεν ξέρει ότι υπάρχουν 10 καλά βιβλία, αν δεν τα διαβάσει ποτέ, δεν θα καταλάβει ότι υπήρχαν αυτά τα 10 βιβλία, από τα οποία το ένα ή έστω το μισό από αυτά κάτι θα τους πρόσφερε. Είναι δύσκολο να τα ανακαλύψει κι όλα μόνος του ο άλλος, κάποιος πρέπει να τον ωθήσει σε αυτό. Επίσης, αυτό που λες ήταν και μια ανασφάλεια δική μου. Δηλαδή, αν αυτό το βιβλίο έβγαινε πριν 15 χρόνια, θα ήμουν λιγότερο ανασφαλής με το τι απήχηση μπορεί να έχει. Σίγουρα οι ρυθμοί της εποχής είναι διαφορετικοί. Όμως πιστεύω ότι όσο καλός και γρήγορος και να ‘σαι στο γράψιμο, αυτό έχει απαιτήσεις. Μπορεί πάντα να γράφουμε για να νιώσουμε εμείς καλά, αλλά θα το διαβάσει κάποιος άλλος αυτό και θα πρέπει να έχεις μια ελπίδα ότι θα τον ενδιαφέρει κι αυτόν λίγο. Αν δεν το έχεις καθόλου αυτό, δεν έχει νόημα. Γι’ αυτό κι εγώ είμαι αργός και το παιδεύω πολύ για το πού θα καταλήξει μια πρόταση. Ούτε να παιδεύω τον άλλο, αλλά ούτε κι εγώ να προσπαθήσω να το πω εντελώς εύκολα.

– Πάντως για το μουσικό γράψιμο υπάρχει η όλη κουβέντα ότι «δεν πληρώνει», γίνεται συνήθως και σε μία ημι-επαγγελματική συνθήκη. Σε παλαιότερες δεκαετίες, ήταν όντως πιο ρόδινα τα πράγματα; 

– Σε σχέση με την ξένη μουσική πάντα, τα πράγματα ήταν λίγο καλύτερα. Ξέρω ότι τα μουσικά περιοδικά που ασχολούνταν με την ελληνική μουσική πλήρωναν καλύτερα. Πρώτον, διότι πούλαγαν πολύ περισσότερο. Στην «χρυσή εποχή» των μουσικών περιοδικών, δηλαδή τα 80s και τα 90s, τα λεφτά δεν ήταν φοβερά, αλλά δεν ήταν άσχημα. Αλλά δυστυχώς, ήταν λίγοι οι άνθρωποι οι οποίοι ζούσαν από αυτό. Ήταν και λίγο δίκοπο μαχαίρι, ότι «Δεν το κάνω τσάμπα, αλλά έχω και την δουλειά μου, αλλά κάνω κι αυτό που μου αρέσει».

Ο Νίκος Πετρουλάκης παίζει τα κείμενα της ζωής του σε «PlayBack»-3
«Κυρίως, με ενδιαφέρουν τα τραγούδια. Δεν με απασχολεί αν είναι νέα, αν είναι παλιά, αν δεν είναι ελληνικά με μπουζούκι, κλασικά και χέβι μέταλ είναι ευπρόσδεκτα». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

– Αυτό δεν πιστεύεις ότι έχει επίπτωση στο τελικό αποτέλεσμα όμως; Υπάρχουν αυτοί που όπως και να έχει, θα το γράψουν καλά, αλλά κι αυτοί που υπό αυτή την συνθήκη θα πουν «Ε, μωρέ τώρα».

– Αυτούς όμως δεν τους είχες. Τα περιοδικά δεν τους κρατούσαν. Υπήρχε πάντως μια εποχή που τα περιοδικά πλήρωναν καλά στις υψηλές θέσεις κι επίσης, πλήρωναν πολύ καλά και οι δισκογραφικές εταιρείες. Εγώ δεν έχω παράπονο, υπήρξα τυχερός -γι’ αυτό άλλωστε, και απέκτησα δίσκους. Σήμερα φαντάζομαι στις δισκογραφικές δεν θα είναι και πολύ διαφορετικά τα πράγματα, αν και είναι εντελώς διαφορετική η δομή και η λειτουργία τους, ειδικά σε αυτή την χώρα. Δεν πιστεύω ότι φταίνε οι εποχές που αλλάζουν. Στην Ελλάδα κάθε απόπειρα μουσικού περιοδικού θεωρείται καταδικασμένη. Απ’ την άλλη πλευρά υπάρχει και μια αγωνία σήμερα -κακώς κατά την γνώμη μου- για το τι πρέπει να κάνει ένα μουσικό περιοδικό για να σταθεί και να επιβιώσει. Ένας τρόπος υπάρχει για να πετύχεις σε κάτι: να κάνεις αυτό που πιστεύεις. Το πρόβλημα είναι ότι είναι σπασμένη η μουσική αλυσίδα.

– Πιστεύεις ότι οι άνθρωποι που γράφουν για μουσική γκρινιάζουν πολύ;

– Ναι, είμαστε λίγο γκρινιάρηδες. Κι εγώ γκρινιάζω τόση ώρα. 

– Όταν γράφεις και βλέπεις το όνομά σου να τυπώνεται, σε μαθαίνουν και δυο άνθρωποι, πόσο εύκολο είναι να πιστέψεις περισσότερο στον εαυτό σου παρά στο αντικείμενο με το οποίο ασχολείσαι; Έχεις πέσει ποτέ στην παγίδα;

– Όχι, δεν πιστεύω ότι έχω πέσει στην παγίδα. Υπάρχουν άλλωστε λίγες φωτογραφίες μου τριγύρω, πολλοί δεν ξέρουν πώς είμαι. Πρόσφατα, έτυχε να είμαι κάπου και απέναντι κάποιος να κρατάει το βιβλίο μου και κάτι είπαμε άσχετο μουσικό και μου κάνει «Το έχεις διαβάσει το βιβλίο αυτό, είναι καλό;». Και του λέω, «Δεν τον ξέρω τον τύπο». Βασικά, με ενδιαφέρει να είμαι αναγνωρίσιμος σε αυτούς που πρόκειται να μου αναθέσουν μια δουλειά. 

Θα σου πω ένα άλλο φοβερό που μου έχει συμβεί. Μια εποχή έκανα εκπομπή στο ραδιόφωνο του ΑΝΤ1, 6:00-8:00, Σαββατοκύριακο. Είμαι, λοιπόν, πρωί, 5μιση η ώρα στους Αμπελόκηπους με το αμάξι και περιμένω στο φανάρι να ξεκινήσω. Κι επειδή ήταν πρωί, φωνάζω μέσα στο αυτοκίνητο για να ανοίξει λίγο η φωνή, όταν βγω στο μικρόφωνο να είμαι εντάξει. Κι είναι ένας ταξιτζής και μου λέει «Α, ρε Πετρουλάκη, πας για εκπομπή, ε;». Με κατάλαβε από την φωνή. Μάλλον είναι η μόνη φορά που με αναγνώρισαν. 

– Επειδή είπαμε νωρίτερα για εποχή προ και μετά ίντερνετ, στο γράψιμο, τι είναι τελικά καλύτερο, να έχεις πολύ χρόνο και περιορισμένη πληροφορία ή να έχεις λίγο χρόνο και την άπειρη πληροφορία του διαδικτύου;

– Θα προτιμήσω το δεύτερο, γιατί το πώς θα εκμεταλλευτείς μετά την πληροφορία είναι ένα άλλο θέμα. Καλό είναι να μπορείς να την μάθεις. 

– Όταν γράφεις, ακούς μουσική;

– Όχι συνέχεια, θέλω να συγκεντρώνομαι, γιατί με την μουσική ξεχνιέμαι. Αφού ακούσω καλά αυτό για το οποίο πρέπει να γράψω, την κλείνω.

Ο Νίκος Πετρουλάκης παίζει τα κείμενα της ζωής του σε «PlayBack»-4
«Γράφουμε για εμάς, γιατί μας κάνει να νιώθουμε ωραία. […] Πιστεύω ότι όσοι είμαστε σε αυτή την δουλειά, το κάνουμε για να είμαστε πιο πλήρεις σαν άνθρωποι». Φωτ.: Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος

– Πού έχεις μεγαλύτερη πίστη, στους καλλιτέχνες που τους ακούς από μικρός και σε διαμόρφωσαν ή σε αυτά που θεωρείς ελπιδοφόρα ονόματα τώρα;

– Στα πάντα πιστεύω. Υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες που μου αρέσουν πολύ αλλά δεν έχουν τόσο υλικό. Κυρίως, με ενδιαφέρουν τα τραγούδια. Δεν με απασχολεί αν είναι νέα, αν είναι παλιά, αν δεν είναι ελληνικά με μπουζούκι, κλασικά και χέβι μέταλ είναι ευπρόσδεκτα. Αρκεί να μου αρέσουν σαν τραγούδια βέβαια.  

– Από όλα αυτά τα χρόνια της επαγγελματικής σου ενασχόλησης με την μουσική, τι είναι αυτό που κρατάς περισσότερο, σε οποιονδήποτε τομέα;

– Κρατάω αυτό που νιώθω όταν ακούω κάποια τραγούδια, γίνομαι άλλος άνθρωπος. Όπως και να είμαι, η μουσική με κάνει πάντα χαρούμενο. Μου έχουν μείνει διάφορα πράγματα γνωρίζοντας ανθρώπους -όχι τόσο καλλιτέχνες, οι καλλιτέχνες είναι ένα παράξενο πράγμα. Έχω χαρεί πολύ διάφορες συζητήσεις με ανθρώπους μεγαλύτερους από εμένα, στο εξωτερικό, με ανθρώπους των δίσκων και της μουσικής βιομηχανίας πιο πολύ. Οι καλλιτέχνες είναι πολύπλοκοι ως προσωπικότητες, τα πάντα έχουν σχέση κυρίως με αυτό που κάνουν. Για όλους εμάς που είμαστε γύρω από αυτούς, είτε γράφουμε, είτε δουλεύουμε σε εταιρείες, είτε παίζουμε τα τραγούδια στο ραδιόφωνο, είτε τους αγαπάμε ως φανς, είναι ωραίο να μπορείς να γνωρίσεις ανθρώπους που ξέρουν ιστορίες για όλα αυτά γιατί είναι πολύ πιο ωραίες. Και πολύ πιο προσιτές σε ανθρώπους σαν κι εμένα. Ποτέ δεν θα ζήσω τη ζωή ενός ροκ σταρ. Ίσως. 

– Το «PlayBack» το αφιερώνεις στον μπαμπά σου, που δεν είναι πια εδώ όπως γράφεις. Πιστεύεις τελικά ότι ό,τι γράφουμε, το γράφουμε για τους δικούς μας ανθρώπους; Από εκεί ξεκινάνε όλα με έναν τρόπο;

– Πιστεύω ότι όλα ξεκινάνε από τον εαυτό μας, βασικά. Γράφουμε για εμάς, γιατί μας κάνει να νιώθουμε ωραία. Κι είναι πολύ ωραίο να μπορείς να ζεις από αυτό, κάνοντας αυτό που σου αρέσει. Απλά αυτή η δουλειά έχει και μία ιδεολογή και πνευματική διάσταση που μπορεί να μην έχουν άλλες δουλειές. Πιστεύω ότι όσοι είμαστε σε αυτή την δουλειά, το κάνουμε για να είμαστε πιο πλήρεις σαν άνθρωποι. Μπορεί να είναι ίσως η ψυχανάλυσή μας. Γλιτώνουμε και τα έξοδα. Ή ίσως δίνουμε περισσότερα στους δίσκους. 

Το «PlayBack – 33 και 1/3 Χρόνια Κείμενα» του Νίκου Πετρουλάκη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης – Πυξίδα της Πόλης».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT