Συναυλία ΛΕΞ στη Νέα Σμύρνη: Όλοι μιλούν για τον «άγνωστο» ράπερ

Συναυλία ΛΕΞ στη Νέα Σμύρνη: Όλοι μιλούν για τον «άγνωστο» ράπερ

Ο ΛΕΞ γέμισε το γήπεδο του Πανιωνίου στην Νέα Σμύρνη με 20.000 ανθρώπους που ήθελαν να ακούσουν την αλήθεια τους μέσα από την ρεαλιστική αμεσότητα αλλά και την παλλόμενη δραματικότητα των στίχων του καλύτερου, ή έστω του ουσιαστικότερου και με μεγαλύτερο εκτόπισμα, ράπερ που έχουμε αυτή την στιγμή

4' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μια γύρα το τελευταίο διάστημα στα social media αρκεί για να καταλάβει κανείς, μέσα από τον (υπερβολικό συχνά) συναυλιακό και φεστιβαλικό ενθουσιασμό που επικρατεί, πόσο μας έλειψαν οι συναυλίες, το μαζί, ή πολύ απλά, η ζωή. 

Ο κόσμος που συρρέει στα κυριολεκτικά καθημερινά live, πολύς. Οι σοσιαλμιντιακές δάφνες επιπέδου «από τα καλύτερα live που είδαμε ποτέ στα μέρη μας», επίσης πολλές με τον τίτλο να αλλάζει σκυτάλη μέρα παρά μέρα. Μέσα σε αυτό το γενικότερο κλίμα συναυλιακής έκστασης, ανάμεσα σε βαρέων βαρών διεθνή ονόματα, «next big things» του εναλλακτικού Τύπου και «στανταράκια» του ελληνικού κοινού, κανείς δεν κατάφερε αυτό που κατάφερε ένας Σαλονικιός που «ζυγίζει μονάχα 60 κιλά, μα όσο κι αν φάει», προφανώς, «δεν χορταίνει». 

Ο ΛΕΞ χθες το βράδυ, μετά από ένα πρώτο ακαριαίο sold out που ήρθε με την αρχική ανακοίνωση της συναυλίας του στο Κατράκειο Θέατρο Νίκαιας και μια μεταφορά χώρου και μέρας με απανωτό πάλι sold out, γέμισε το γήπεδο του Πανιωνίου στην Νέα Σμύρνη με 20.000 ανθρώπους που ήθελαν να ακούσουν την αλήθεια τους μέσα από την ρεαλιστική αμεσότητα αλλά και την παλλόμενη δραματικότητα των στίχων του καλύτερου, ή έστω του ουσιαστικότερου και με μεγαλύτερο εκτόπισμα, ράπερ που έχουμε αυτή την στιγμή. 

Η απάντηση του κοινού στις πύρινες ρίμες του ΛΕΞ ήταν να μετατρέψει το γήπεδο σε μια φλεγόμενη αρένα. Το μόνο που είδαμε στις τόσες και τόσες φωτογραφίες και βίντεο που ακόμη κατακλύζουν τα timelines, ήταν κόκκινοι καπνοί. Ίσως γιατί, ό,τι είχε να φανεί αυτή την βραδιά, απλά ακούστηκε. 

Για όσους μαστιγώνουν σε στάτους-σεντόνια την «κακή τραπ που διαφθείρει την νεολαία» και αναρωτιούνται «μα τι ακούνε τα παιδιά μας», η μουσική και η δημοφιλία του ΛΕΞ αποτελεί την πιο αποστομωτική απάντηση και την απόδειξη πως οι πιτσιρικάδες δεν ακούνε μόνο «τους κάγκουρες με τα όπλα, τα ναρκωτικά και τις γυναίκες». Και η χθεσινή βραδιά λειτούργησε ως η απόδειξη του παραπάνω και η κορύφωση μιας σχεδόν δεκαετούς καταγραφής την ελληνικής πραγματικότητας εν είδει κραυγής.

Αυτό κάνει ο ΛΕΞ από το 2014 και την πρώτη του σόλο δουλειά μετά τα Βόρεια Αστέρια, το «Ταπεινοί και Πεινασμένοι». Είναι τότε που ξεκίνησε να γράφει το όνομά του με μπολντ και να γίνεται μια πραγματικά υπολογίσιμη δύναμη στο εγχώριο χιπ χοπ. 

Κι ύστερα, ήρθε το «2ΧΧΧ» (2018). Και τα πήρε όλα στο διάβα του. Η συνταγή απλή αλλά τόσο δυνατή όσο μια γροθιά στο στομάχι. Ο ΛΕΞ ούτε χρησιμοποίησε εξεζητημένα beats ούτε ράπαρε θεαματικά κι όμως, κατάφερε να φτιάξει τον μάλλον καλύτερο ελληνικό δίσκο που ακούσαμε την δεκαετία του 2010. Αρκεί που κατέγραψε με τους στίχους του όλη την ζοφερή πραγματικότητα της Ελλάδας της «δεκαετίας της κρίσης». 

Κι έπειτα, δεν ξέχασε κι εδώ τα trademarks του που τον ακολουθούν παντού: συνεχείς αναφορές στον τόπο του με έναν τρόπο που γίνονται μία αντι-τουριστική βρεγμένη καρτ ποστάλ της Θεσσαλονίκης. Όσο για τους σινεφίλ, η δισκογραφία του ΛΕΞ είναι ένα τεράστιο easter egg κινηματογραφικών αναφορών: από την «ούλτρα βία, μετά την γαλατερεία», όπως θα έκανε τον Κιούμπρικ να χαμογελάσει, τις «ταινίες Ταραντίνο και ταξίδια Βερολίνο» μα και την στιγμή που ο ράπερ «κάνει το σωστό σαν τον Σπάικ Λι». 

Το σωστό με ολίγη από τραπ κάνει λοιπόν και στην φετινή του δουλειά, «Μετρό», στο οποία ο ΛΕΞ γίνεται πιο ενδόμυχος και αυτοαναφορικός χωρίς να χάσει την στόφα του. Και μάλιστα, «έφερε τον υπόγειο» στον Βορρά την ίδια μέρα που ο Κέντρικ Λαμάρ κυκλοφόρησε το «Mr. Morale & the Big Steppers» με το οποίο, ο πουλιτζερικός ράπερ με την σειρά του, στράφηκε εντός μέσω του Θεού και της ψυχανάλυσης, στρώνοντας ακόμα πιο εύφορο έδαφος για παραλληλισμούς με τον ράπερ που ο ΛΕΞ έχει εμφανώς κορώνα στο κεφάλι του γιατί, άλλωστε, «του αρέσει να ‘ναι στην Γη την εποχή του Κέντρικ και του Μέσι». 

Παράλληλα με την καλλιτεχνική του αμεσότητα, ο ΛΕΞ καταφέρνει να χτίζει και μια εικόνα που όσο είναι εργατική και «σαν εμάς» άλλο τόσο είναι ψαρωτική, ενός τύπου που δεν θέλει πολλά-πολλά με την δημοσιότητα κι ούτε έχει να πει πολλά πέρα από τις κοφτές και στιβαρές ρίμες του. Λίγες επίσημες εικόνες του στο διαδίκτυο, λακωνική παρουσία στα social media και μια έντονη «αλλεργία» στις συνεντεύξεις που εντείνουν το μυστήριο. Μόνο δύο φορές «λύγισε», κι αυτές πάντως, για να μιλήσει με άλλους καλλιτέχνες: την μία φορά μπροστά στην κάμερα με τον Γιάννη Οικονομίδη και την άλλη στο χαρτί, με τον Παύλο Παυλίδη. 

Είναι όλα αυτά, πάντως, που κάνουν τον ΛΕΞ όχι απλά μοναδικό, αλλά και πολύτιμο για όλα αυτά που λέει για λογαριασμό μας. Είτε μπροστά σε καπνογόνα και ένα γεμάτο γήπεδο του Πανιωνίου, είτε σε κάθε ζευγάρι ακουστικά που έστω για μια στιγμή έκαναν κάποιον να μην νιώθει πως πνίγεται μόνος. Όσο για τον ίδιο, έχει την αυτογνωσία να λέει πως «αν σταματήσει να παίζει το σπορ, θα κάτσει στον πάγκο να κάνει τον Κλοπ». 

Το πραγματικό στοίχημα, άλλωστε, κερδίζεται κάπως έτσι: όταν, ακόμα και όσοι δεν έχουν πατήσει το πόδι τους στην Θεσσαλονίκη και δεν φόρεσαν ποτέ ζακέτα Lotto και παπούτσια Nike, ακούνε τον ΛΕΞ, κι έτσι ακούνε την ζωή τους. 

Ή την ζωή όλων μας, αν κρίνουμε από τους «Στίχους του Λέξαρου σε Ράντομ Φωτογραφίες». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή