Stephanie Economou: Από τα Grammys στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τη μουσική της Κρήτης

Stephanie Economou: Από τα Grammys στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τη μουσική της Κρήτης

Μετά το βραβείο καλύτερης μουσικής για βίντεο γκέιμ, η Ελληνοαμερικανή συνθέτρια μιλάει στην «Κ» για τις προκλήσεις της σύνθεσης και τα νέα πρότζεκτ που την φέρνουν πιο κοντά στις ρίζες της

8' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανάμεσα στα εκατοντάδες ονόματα του, ως είθισται, μακρύ καταλόγου των υποψηφιοτήτων των βραβείων Grammy, φέτος ξεχώριζε και ένα ελληνικό: Stephanie Economou (χωρίς να είναι το μόνο, μιας και ο Βασίλης Κώστας διεκδικούσε το βραβείο Καλύτερου Λάτιν Τζαζ Άλμπουμ ως μέλος των Global Messengers). 

Η νεαρή συνθέτρια ήταν υποψήφια στη νεοσύστατη κατηγορία Καλύτερου Score για Βίντεο Γκέιμ και Άλλα Διαδραστικά Μέσα για τη μουσική που έγραψε για το παιχνίδι «Assassin’s Creed Valhalla: Dawn of Ragnarök», κερδίζοντας μάλιστα το βραβείο. Κάτι που έκανε την Stephanie Economou την πρώτη γυναίκα υποψήφια αλλά και νικήτρια σε αυτή την κατηγορία. 

Λίγες εβδομάδες μετά τη νίκη της στα Grammys, η Stephanie Economou άνοιξε την κάμερα και το μικρόφωνο από το σπιτικό της στούντιο στο Λος Άντζελες για να συνδεθεί με Αθήνα και να μεταφέρει τις εμπειρίες της από τη μεγάλη βραδιά, να μιλήσει για τις προκλήσεις του να γράφεις μουσική για βιντεοπαιχνίδια αλλά και για την ελληνική (μα και ιταλική, όπως μας είπε) καταγωγή της. Είναι άλλωστε η πρώτη αυτή που την έχει κάνει να ενώνεται με τους ανθρώπους όχι μόνο μέσω της μουσικής αλλά και του φαγητού. 

Stephanie Economou: Από τα Grammys στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τη μουσική της Κρήτης-1
«Όταν ξεκίνησα να δουλεύω το score του «Assassin’s Creed Valhalla», ανακάλυψα το black metal, που είναι αρκετά διαφορετικό. Δεν ήμουν φοβερά καταρτισμένη στο είδος, οπότε είχα να κάνω αρκετή έρευνα, γνώρισα τους Wilderun και έγιναν οι βασικοί μου συνεργάτες για τη δημιουργία του score». Φωτ.: Press

– Ήσουν η πρώτη γυναίκα υποψήφια και νικήτρια στη νέα αυτή κατηγορία των βραβείων Grammy, σε έναν κλάδο (τα βίντεο γκέιμ) που θεωρείται ανδροκρατούμενος. Πόσο εύκολο ήταν για σένα ως γυναίκα να βρεθείς σε αυτόν τον κόσμο;

– Ναι, ήμουν η πρώτη γυναίκα σε αυτή την κατηγορία, αλλά οπωσδήποτε δεν θέλω να είμαι η τελευταία. Υπάρχουν τόσες φοβερές συνθέτριες που δουλεύουν στον χώρο των βίντεο γκέιμ. Πάντως, θα έλεγα πως γενικά ο κόσμος της σύνθεσης για τα οπτικά μέσα είναι αρκετά ανδροκρατούμενος. Αλλά αυτό που έχει ενδιαφέρον στα βίντεο γκέιμ είναι ότι αν ψάξει κανείς, θα δει πως η αναλογία των gamers είναι πολύ ισορροπημένη, είναι σχεδόν 50-50, άνδρες-γυναίκες. Και είναι πρόβλημα να υπάρχουν συγκριτικά λιγότερες γυναίκες συνθέτριες, ακριβώς γιατι είναι οι μισές καταναλώτριες αυτών των ιστοριών, είναι σημαντικό να βοηθούν στο να ειπωθούν αυτές οι ιστορίες. Επομένως, ναι, είναι ανδροκρατούμενος χώρος, αλλά σε σχέση με τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, είναι καλύτερα. Οι game developers προσπαθούν να προσλαμβάνουν νεότερους δημιουργούς και κάτι τέτοιο συνέβη και με εμένα. Η Ubisoft ήθελε να προσλάβει κάποιον συνθέτη που δεν γνώριζε, χωρίς απαραίτητα να έχει εμπειρία στον κόσμο του βίντεο γκέιμ, αλλά που είχε κάτι νέο να πει. Και νομίζω έτσι προσελκύεις και περισσότερες γυναίκες. Έχω νιώσει πολύ καλοδεχούμενη σε αυτή τη βιομηχανία και έχουν προσέξει να δημιουργήσουν χώρο για ποικίλες φωνές. 

– Επομένως, είναι ένας πιο εύκολος χώρος για σένα από ό,τι είναι ο κινηματογράφος ή η τηλεόραση;

– Δεν είναι απαραίτητα ευκολότερος, αλλά έχω νιώσει πως αυτοί που έχουν την εξουσία να προσλαμβάνουν συνθέτες στα βίντεο γκέιμ είναι ανοιχτοί στο να πάρουν περισσότερα ρίσκα. Όταν παίρνονται ρίσκα είναι που προκύπτουν διαφορετικά πράγματα. 

– Και η βραδιά των Grammys πώς ήταν; 

– Ήταν τρελή. Είδα σε κάποια φάση τη βιολονίστρια Χίλαρι Χαν να περνάει και να παίρνει ένα ποτό και είπα «Ω, θεε μου». Είχε πλάκα αν και ήταν μακρά ημέρα. Όταν βλέπεις τα βραβεία στην τηλεόραση, δείχνουν μόνο μερικές κατηγορίες και μετά είναι γύρω στις 70 ακόμα που βραβεύονται στην τελετή. Ήταν όμορφο και μόνο που βρισκόμουν στο ίδιο δωμάτιο με τόσους συναδέλφους μου. Πήγα με όλη μου την οικογένεια.

– Για να περάσουμε και στα αμιγώς μουσικά, όταν γράφεις μουσική για βιντεοπαιχνίδια, ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση;

– Η μουσική για βιντεοπαιχνίδια έχει ενδιαφέρον γιατί ο παίκτης είναι αυτός που ελέγχει την ιστορία. Περνά όσο χρόνο θέλει σε κάτι και η μουσική θα πρέπει να το αντανακλά αυτό. Άρα, η μουσικά αλληλεπιδρά με τον παίκτη. Για να δουλέψει αυτό, πρέπει εγώ να σχεδιάσω αντίστοιχα τη μουσική. Υπάρχουν τα διαφορετικά ηχητικά στρώματα που μπορούν να πυροδοτούνται, ανάλογα με αυτό που κάνει ο παίκτης. Επομένως, σκέφτεσαι με έναν άλλο τρόπο τη μουσική, πώς το εκάστοτε στρώμα μπορεί να λειτουργήσει με τα υπόλοιπα και να εξακολουθεί το σύνολο να έχει μουσικότητα και μορφή. Δεν έχει τη γραμμικότητα που έχει η μουσική για το σινεμά ή την τηλεόραση.

– Η σύνθεση για βίντεο γκέιμ προαπαιτεί ο συνθέτης να είναι gamer ώστε να αντιλαμβάνεται καλύτερα τη συνθήκη;

– Δεν είναι απαραίτητο αλλά σίγουρα είναι πιο εύκολο έτσι να καταλάβεις τι συμβαίνει. Βέβαια, είναι κάτι άλλο να δομείς ένα παιχνίδι. Προσωπικά, έχω υπάρξει gamer στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου, οπότε μπορώ να καταλάβω τη σημασία της μουσικής σε ένα παιχνίδι. Όμως όταν μπήκα σε αυτόν τον τομέα ως συνθέτρια δεν είχα αντιληφθεί όλες τις νέες παραμέτρους που έρχονται με τη δημιουργία. Μπορώ να αισθανθώ όμως πότε ο παίκτης χρειάζεται ένταση ή «αέρα» μουσικά όταν παίζει. 

– Όπως έχεις πει, άκουγες μέταλ στην εφηβεία σου. Σε βοήθησαν τα «μέταλ χρόνια» σου στη δημιουργία της μουσικής για το «Assassin’s Creed Valhalla: Dawn of Ragnarök»; 

– Άκουγα και συνεχίζω να ακούω μέταλ -οι System of a Down είναι ακόμη μία από τις αγαπημένες μου μπάντες. Όταν βέβαια ξεκίνησα να δουλεύω αυτό το score, ανακάλυψα το black metal, που είναι αρκετά διαφορετικό. Δεν ήμουν φοβερά καταρτισμένη στο είδος, οπότε είχα να κάνω αρκετή έρευνα, γνώρισα τους Wilderun και έγιναν οι βασικοί μου συνεργάτες για τη δημιουργία του score. Μου έδιναν μουσική και μετά ηχογραφούσαμε μέρη με παραμόρφωση στις κιθάρες και έτσι δόθηκε αυτή η black metal αίσθηση στη μουσική. 

– Από την έρευνά σου αυτή ποιες black metal μπάντες ξεχώρισες;

– Κάποιες από τις αγαπημένες μου ήταν οι Bathory και οι Wolves in the Throne Room, τους έχω στις playlists μου. Νομίζω πως από εδώ και πέρα το black metal θα μπει στα ακούσματά μου. Μου αρέσουν πολύ οι παραγωγές σε αυτούς τους δίσκους αλλά και ο τρόπος που κάποιες φορές η πιο σκοτεινή ατμόσφαιρα μπλέκεται με folk στοιχεία.

– Βέβαια έχεις κλασικό μουσικό υπόβαθρο. Το να έχεις σπουδάσει κλασική μουσική και να προχωράς μετά σε νέα μουσικά μονοπάτια τι σου μαθαίνει σαν διαδικασία;

– Μεγάλωσα παίζοντας βιολί σε ορχήστρες κλασικής μουσικής. Αυτό όμως που αγαπώ στο να γράφω μουσική για την τηλεόραση ή για βίντεο γκέιμ είναι ότι δεν έχει πραγματικά σημασία τι μπορώ να κάνω, αλλά τι χρειάζεται το πρότζεκτ. Και κάποιες φορές αυτό μπορεί να είναι κάτι που δεν κατέχω από πριν. Όπως με το black metal που δεν το γνώριζα και έπρεπε να το μελετήσω. Για παράδειγμα, δουλεύω τώρα ένα πρότζεκτ και με το που διάβασα το σενάριο ένιωσα πως η dream pop θα ήταν ένα ενδιαφέρον είδος για να ανακαλύψω στην προκειμένη. Ως συνθέτρια δεν θέλω απλά να πρέπει να έχω να κάνω κάτι, αν επιλέξω την dream pop για παράδειγμα, θα ακούσω όσο περισσότερη μπορώ και θα ψάξω μουσικούς που μπορούν να προσδώσουν κάτι αυθεντικό στη μουσική που κάνω. Η διαδικασία έχει πολλή ακρόαση, μελέτη, αλλά και συλλογή οργάνων ώστε να πειραματιστώ. Αυτή η διαδικασία είναι που έχει τη μεγαλύτερη πλάκα. Γιατί συνεχώς έχω μια πρόκληση που πρέπει να φέρω εις πέρας. Και όλα αυτά τελικά γίνονται εργαλεία και μου δίνουν μορφή ως συνθέτρια.

Stephanie Economou: Από τα Grammys στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο και τη μουσική της Κρήτης-2
«Γεννήθηκα στην Αστόρια στις ΗΠΑ αλλά η οικογένεια του μπαμπά μου κατάγεται από τη Σύμη. Στην Αστόρια η ελληνική κοινότητα είναι πολύ δυνατή και η κουλτούρα έχει καταλάβει μεγάλο μέρος της ζωής μου. Ευελπιστώ να μπορέσουμε κάποια στιγμή ως οικογένεια να επισκεφθούμε την Ελλάδα και συγκεκριμένα τη Σύμη, ώστε να έρθουμε σε επαφή με τις ρίζες μας». Φωτ.: Pamela Springsteen

– Η μεγαλύτερη πρόκληση, λοιπόν, ως τώρα στη μουσική σου καριέρα ποια ήταν;

– Θα έλεγα το «Dawn of Ragnarök». Πήρε κάποιον χρόνο να εγκλιματιστώ στο black metal. Ο λόγος που ήταν δύσκολο score ήταν γιατί πίεσα πολύ τον εαυτό μου. Κάτι που κάνω με πολλές δουλειές μου, αλλά στη συγκεκριμένη ήμουν εκτός του στοιχείου μου. Ήταν κάτι που δεν είχα ξανακάνει και ήθελα να γίνει σωστά. Αλλά είμαι ευχαριστημένη με το τελικό αποτέλεσμα. Πάντα βασανίζω τον εαυτό μου, αλλά αυτός είναι ο τρόπος που λειτουργώ και έτσι βγαίνει καλύτερη μουσική από μέσα μου. 

– Αν κάποιος σου έλεγε ότι μπορείς να συνθέσεις νέα μουσική για κάποιο αγαπημένο βίντεο γκέιμ των παιδικών σου χρόνων, ποιο θα επέλεγες; 

– To «Halo» ήταν το αγαπημένο μου παιχνίδι, αλλά αγαπούσα τόσο και τη μουσική του που θα δίσταζα να γράψω νέα. Βέβαια, αν είχα την ευκαιρία να γράψω μουσική για ένα νέο παιχνίδι στο σύμπαν του «Halo» δεν θα την άφηνα να πάει χαμένη. 

– Πέρα από τις soundtrack δουλειές σου, έχεις κατά νου να κυκλοφορήσεις και κάποια προσωπική δουλειά; 

– Δεν θα το έλεγα, γιατί όλα τα άλλα πρότζεκτ χρειάζονται πολύ χρόνο. Ωστόσο, ο σύζυγός μου είναι επίσης μουσικός και συνθέτης και πέρυσι αρχίσαμε να συζητάμε το ενδεχόμενο να κάνουμε μαζί έναν δίσκο. Αυτή τη στιγμή εκείνος ετοιμάζει ένα άλμπουμ στο οποίο έχω αναλάβει τα μέρη των εγχόρδων. Αλλά ελπίζω να κάνω κι άλλη μουσική μαζί του, είναι μια καλή διέξοδος και για τους δύο μας, ακόμα κι αν δεν ακούσει κανείς αυτή τη μουσική. Αυτή η δουλειά είναι η ζωή μας, αλλά το να κάνουμε μαζί μουσική είναι μια υπογράμμιση του γιατί εξαρχής ερωτευτήκαμε τη μουσική: για να παίζουμε μαζί με άλλους ανθρώπους. 

– Από όσο γνωρίζουμε, έχεις καταγωγή από την Ελλάδα. 

– Ναι, είμαι Ελληνοαμερικανίδα. Γεννήθηκα στην Αστόρια στις ΗΠΑ αλλά η οικογένεια του μπαμπά μου κατάγεται από τη Σύμη. Στην Αστόρια η ελληνική κοινότητα είναι πολύ δυνατή και η κουλτούρα έχει καταλάβει μεγάλο μέρος της ζωής μου. Ευελπιστώ να μπορέσουμε κάποια στιγμή ως οικογένεια να επισκεφθούμε την Ελλάδα και συγκεκριμένα τη Σύμη, ώστε να έρθουμε σε επαφή με τις ρίζες μας. 

– Ποιες ήταν οι ελληνικές συνήθειες που είχατε ως οικογένεια όσο μεγάλωνες;

– Κρατούσαμε τις παραδόσεις. Όλα στην οικογένειά μου και μάλλον στις περισσότερες οικογένειες, περιστρέφονταν γύρω από το φαγητό. Την Πρωτοχρονιά και το Πάσχα μαζευόμαστε, τρώμε αρνί και μουσακά, ήταν πάντα μέρος της κουλτούρας μας. Από την ελληνική μου οικογένεια ουσιαστικά υπάρχουν πλέον μόνο ο μπαμπάς μου και ο θείος μου, που κάπως με στενοχωρεί, αλλά χαίρομαι που έχω αφομοιώσει ελληνικά στοιχεία που κρατάω ακόμη. Μάλιστα, αυτόν τον καιρό δουλεύω σε ένα πρότζεκτ, για το οποίο δεν μπορώ να πω περισσότερα, στο οποίο συνεργάζομαι με έναν Κρητικό μουσικό, τον Στέλιο Πετράκη, οπότε ήρθε η ώρα να ανακαλύψω και την ελληνική μουσική. 

– Πέρα, λοιπόν, από αυτό το «ελληνικό πρότζεκτ», τι άλλο υπάρχει για σένα στα σκαριά αυτή τη στιγμή;

– Τον τελευταίο χρόνο δουλεύω σε ταινίες, για τις περισσότερες από τις οποίες δεν μπορώ να πω περισσότερα για την ώρα. Πάντως, θα βγει τον Μάιο μια ταινία στην οποία δούλεψα που λέγεται «About My Father», μια κωμωδία με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Είναι μια ιταλοαμερικανική ιστορία. Είναι αστείο που δούλεψα ένα ιταλικό και τώρα ένα ελληνικό score μέσα σε διάστημα ενός χρόνου, μιας και η καταγωγή μου είναι από αυτές τις δύο χώρες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή