«Ο Ορφέας στον Αδη» ως μουντζούρα

«Ο Ορφέας στον Αδη» ως μουντζούρα

Αποσπασματική και χαοτική η σκηνοθετική προσέγγιση του Βασίλη Ανδρέου στο έργο του Τενεσί Ουίλιαμς

3' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Από τη σειρά των ρεαλιστικών και συγχρόνως ποιητικών δραμάτων του Τενεσί Ουίλιαμς, ο «Ορφέας στον Αδη» (1957) είναι η πιο τραγική εκδοχή της ατομικής και συλλογικής κατάρρευσης. Οι θεατές που δεν γνωρίζουν το έργο και δεν είναι υποχρεωμένοι να το γνωρίζουν, δεν μπορούν να συλλάβουν με κανέναν τρόπο το νόημα και να αντιληφθούν στοιχειωδώς αυτό που στη θεατρική γλώσσα ονομάζουμε δραματουργία.

Αποσπασματική, κατακερματισμένη και χαοτική σκηνοθετική προσέγγιση του Βασίλη Ανδρέου, αποτελεί την ενδεικτική απόπειρα να μετατρέψει κανείς ένα έργο του ρεαλισμού σε μία ασύλληπτη και συγκεχυμένη ασυνάρτητη σκηνική μουντζούρα. Διασκευή που δεν πέτυχε να κινήσει το ενδιαφέρον του σύγχρονου θεατή με την ελαστικότητα που απαιτείται για τις μετακινήσεις από το ύψος των δραματικών καταστάσεων στο βάθος της εσωτερικής ζωής των δραματικών προσώπων και των συγκρουσιακών σχέσεων ανάμεσά τους.

Οι επιπτώσεις της ανεπαρκούς υποκριτικής διδασκαλίας, η εύκολη δραματουργική προσέγγιση του έργου, σε συνδυασμό με τους κακούς φωτισμούς, τα ουρλιαχτά των δραματικών προσώπων και τις αυθαίρετες παρεμβάσεις, όπως αυτή στον ρόλο της Εύας Τεμπλ (Νεκταρίας Κοτσαβλάκη) ως νοσοκόμας, αδικούν τον δραματικό πυρήνα του έργου. Ανεπαρκείς ο Δημήτρης Δρόσος στον ρόλο του Βαλ, η Δανάη Ντέμου στον ρόλο της Κάρολ και ο Γιάννης Δρακόπουλος, που με το τηλεοπτικό του παίξιμο απέδωσε επιδερμικά τη βιαιότητα του συζύγου Τζέιμπ Τάιρον.

Η μόνη ηθοποιός που διασώζεται από το όλο εγχείρημα είναι η Δήμητρα Χατούπη, ώριμη με εξαιρετική τεχνική, περιπλανήθηκε εκφραστικά άλλοτε ως κομπέρ και άλλοτε ως απελπισμένη ενεργητική ύπαρξη που αναζητά την κάθαρση, τη λύτρωση και την ηθική εξιλέωση.

Ολοκληρωμένο έργο

Μία αισθαντική και συγκινητική προσέγγιση των γυναικείων βιωμάτων και ειδικότερα των εφηβικών ονείρων τεσσάρων θηλυκών υπάρξεων στο Γυμνάσιο του Μεσολογγίου την άνοιξη του 1960, είναι η παράσταση της Γιούλας Μπούνταλη στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Η διασκευή που δεν πέτυχε να κινήσει το ενδιαφέρον του σύγχρονου θεατή.

Η συγγραφέας αξιοποιεί την αυθεντική μαρτυρία της μητέρας της, τη συνδυάζει με στοιχεία που αντλεί από την έρευνα αρχειακού υλικού και συνθέτει την ιστορία των κοριτσιών, που γεννήθηκαν αμέσως μετά τον πόλεμο στην επαρχία του Μεσολογγίου και ονειρεύτηκαν να σπουδάσουν τα γνωστικά αντικείμενα των θετικών επιστημών, αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών στην εκπαιδευτική κουλτούρα της μεταπολεμικής Ελλάδας.

Σε έναν τεράστιο σκηνικό χώρο κατάλληλο για κινηματογραφική γραφή, ενεργοποιούνται ως σημεία αναφοράς στο βλέμμα του θεατή ο μαυροπίνακας, τα ξύλινα θρανία, το γραφείο των καθηγητών, οι κούτες με τη χαρτούρα, η υδρόγειος σφαίρα, η ραπτομηχανή της μαμάς, ο κοιτώνας του οικοτροφείου της θρησκευτικής οργάνωσης του Σωτήρα, η χωμάτινη όχθη της λιμνοθάλασσας. Υπερβολικά μεγάλο το σκηνικό του Κωνσταντίνου Κωτσή, δεν αιτιολογεί τις αποστάσεις που χωρίζουν τους ηθοποιούς μεταξύ τους, αλλά και το κοινό από τη σκηνή. Η δραματική σύγκρουση μητέρας – κόρης για το τι θα σπουδάσει και τι θα κάνει στη ζωή της, παίζεται τόσο στο βάθος της σκηνής, ώστε η οπτική επαφή του θεατή να προϋποθέτει τα κυάλια.

Η «Ανοιξη» της Μπούνταλη είναι ολοκληρωμένο θεατρικό έργο με κανονική δομή και δραματική ανάπτυξη. Η ίδια η συγγραφέας το σκηνοθέτησε με εμφανή στοιχεία μιας στατικής και επίπεδης αναπαράστασης του δραματικού υλικού, με μέτρο ωστόσο και συνέπεια ιδίως στις σκηνές που σηματοδοτούν το ιδεολογικό έρεισμα της δραματουργίας της περί ισότητας των ευκαιριών των δύο φύλων τόσο στην εκπαίδευση όσο και την εργασία.

Οι μαθήτριες με μαύρες ποδιές και λευκούς γιακάδες, γραφικές ενδυματολογικές νότες της Μάρλι Αλειφέρη, σχεδόν πενθούν τη ζωή τους σε ένα σχολικό περιβάλλον ασφυκτικό και καταθλιπτικό. Παρά την καθαρεύουσα, ο στόμφος, ο βερμπαλισμός και η ηχηρότητα των νοημάτων απουσιάζουν, ενώ τα δραματικά πρόσωπα εκφράζονται και στην ιδιωματική τους γλώσσα διαγράφοντας με ρεαλιστική πληρότητα την ιδιαιτερότητά τους.

Το ερμηνευτικό σύνολο των ηθοποιών Βαγγελιώς Ανδρεαδάκη, Ελης Δρίβα, Βασίλη Καραμπούλα, Εριέττας Κέλλη, Χριστίνας Κυπραίου, Αθηνάς Μπαλτά, Μαριάννας Μποζαντζόγλου, Φωτεινής Παπαχριστοπούλου, Ζωής Σιγαλού είναι αποτελεσματικά οργανωμένο και ισορροπημένο ως προς την αισθητική πρόταση που προβάλλει η πρωτότυπη δραματουργία της «Ανοιξης».

* Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας, καθηγήτρια στο Τμήμα «Ελληνικός Πολιτισμός» του ΕΑΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή