Ο ακήρυκτος νομισματικός πόλεμος

Ο ακήρυκτος νομισματικός πόλεμος

8' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την τελευταία τετραετία, στη διάρκεια δηλαδή της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, το νόμισμα της υπερδύναμης έχει παρουσιάσει διακυμάνσεις, ενίοτε ανάλογες του αιφνιδιασμού που έχουν κατά καιρούς προκαλέσει οι δηλώσεις του απρόβλεπτου προέδρου των ΗΠΑ. Ισως κάποιοι να θυμούνται ότι σχεδόν μόλις ανέλαβε το τιμόνι της υπερδύναμης, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει στη Wall Street Journal, ναυαρχίδα του αμερικανικού Τύπου και φωνή του αμερικανικού κεφαλαίου, ότι «το δολάριο έχει γίνει υπερβολικά ισχυρό».

Προκάλεσε, έτσι, απότομη υποχώρηση του ισχυρότερου νομίσματος στον κόσμο που συνεχίστηκε για κάποιο χρονικό διάστημα, καθώς σύντομα ο Τραμπ επανέλαβε ότι θα προτιμούσε «ένα δολάριο όχι υπερβολικά ισχυρό». Τους τελευταίους μήνες, όμως, το δολάριο έχει υποχωρήσει σημαντικά έναντι του καλαθιού των ισχυρότερων και σημαντικότερων διεθνών νομισμάτων. Και δεδομένου ότι είναι νόμισμα αναφοράς ουσιαστικά για τα πάντα, η πτώση του όχι μόνον προκαλεί κραδασμούς παντού, αλλά εμπνέει προβληματισμό και δημιουργεί ερωτήματα.

Πρόκειται για πτώση 10% σε σύγκριση με τα υψηλά επίπεδα στα οποία βρισκόταν τον Μάρτιο όταν η παγκόσμια οικονομία βυθιζόταν στην ύφεση της πανδημίας και οι επενδυτές ανά τον κόσμο στρέφονταν στα ασφαλή καταφύγια του αμερικανικού νομίσματος, των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου και του χρυσού. Τα αίτια αυτής της πτώσης δεν έχουν, βέβαια, σχέση με το ταμπεραμέντο του Ντόναλντ Τραμπ αλλά είναι απόρροια της πολιτικής που υπαγόρευσαν στην υπερδύναμη η πανδημία και ο οικονομικός της αντίκτυπος. Με την αμερικανική οικονομία να βυθίζεται στη χειρότερη ύφεση των τελευταίων 75 ετών, εκατομμύρια Αμερικανούς να σχηματίζουν ουρές έξω από τα ταμεία ανεργίας και αμέτρητες αμερικανικές επιχειρήσεις να βάζουν λουκέτο, η λύση για την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ήταν μονόδρομος. Η Federal Reserve έχει πει το δικό της «θα κάνω ό,τι χρειαστεί» για να στηρίξει την αμερικανική οικονομία, έχει υιοθετήσει άκρως αναπτυξιακή νομισματική πολιτική, έχει καταστήσει σαφές ότι δεν σκοπεύει να αυξήσει σύντομα τα ουσιαστικά μηδενικά επιτόκια του δολαρίου και ότι θα ανεχθεί την επιτάχυνση του πληθωρισμού.

Ο συνδυασμός αυτός ενθαρρύνει κάθε προσδοκία για περαιτέρω υποχώρηση του αμερικανικού νομίσματος, με μερίδα αναλυτών της Goldman Sachs να προεξοφλεί πως το δολάριο θα υποτιμηθεί έναντι των διεθνών νομισμάτων κατά ακόμη 5% μέσα στους επόμενους 12 μήνες.

Ο ακήρυκτος νομισματικός πόλεμος-1

Και βέβαια οι πιέσεις στο αμερικανικό νόμισμα δεν προέρχονται μόνον από τη νομισματική πολιτική αλλά και από τη δημοσιονομική, και συγκεκριμένα από την αύξηση δαπανών που υπαγόρευσε στην κυβέρνηση Τραμπ η πανδημία. Τον Μάρτιο το Κογκρέσο ενέκρινε με συνοπτικές διαδικασίες δέσμη μέτρων ύψους 3 τρισ. δολαρίων προκειμένου να στηρίξει επιχειρήσεις, νοικοκυριά και ανέργους. Αποτέλεσμα είναι η εκτίναξη του δημοσίου χρέους των ΗΠΑ σε επίπεδα ανάλογα με εκείνα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Μέσα στην εβδομάδα, το γραφείο προϋπολογισμού του Κογκρέσου ανακοίνωσε πως το χρέος των ΗΠΑ διαμορφώνεται στο 98% του αμερικανικού ΑΕΠ για το 2020, καθώς μέχρι το τέλος του έτους θα έχει φτάσει στα 20,3 τρισ. δολάρια όταν το ΑΕΠ των ΗΠΑ ανέρχεται σε 20,6 τρισ. δολάρια. Και οι εκτιμήσεις μιλούν ήδη για περαιτέρω εκτίναξή του σε επίπεδα πάνω από το 100% της αμερικανικής οικονομίας μέσα στο επόμενο έτος.

Εν προκειμένω γίνεται πιο επίκαιρη από ποτέ η ιστορική πλέον φράση του Τζον Κόναλι, υπουργού Οικονομικών του Ρίτσαρντ Νίξον, που το 1971 δήλωσε ενώπιον του τότε G10 και έμμεσα σε όλον τον κόσμο: «Είναι το νόμισμά μας και το πρόβλημά σας».

Ανησυχία στην Ευρωζώνη για τη μεγάλη ανατίμηση του ευρώ

Η υποχώρηση του δολαρίου ευνοεί τις αμερικανικές εξαγωγές καθιστώντας τα αμερικανικά προϊόντα φθηνότερα στον έξω κόσμο. Αυτή ήταν, άλλωστε, και η επιχειρηματολογία του Ντόναλντ Τραμπ, όταν τασσόταν κατά του «υπερβολικά» ισχυρού δολαρίου στη διάρκεια του πρώτου έτους της θητείας του και υποσχόταν ενίσχυση των αμερικανικών βιομηχανιών. Την αντέκρουσαν, βέβαια, κάποιοι οικονομικοί αναλυτές επισημαίνοντας πως θα περάσει πολύς καιρός μέχρις ότου ωφεληθεί πραγματικά ο μεταποιητικός κλάδος των ΗΠΑ.

Θλιβερή λεπτομέρεια στο τελευταίο αυτό επεισόδιο υποχώρησης του δολαρίου είναι ότι, σε αντίθεση με άλλες περιόδους αστάθειας στην αγορά συναλλάγματος, δεν έχουν ενισχυθεί τα νομίσματα των αναδυόμενων αγορών. Εν ολίγοις δεν μπορούν να ωφεληθούν από την αποδυνάμωση του ισχυρότερου νομίσματος οι οικονομικά ασθενέστερες χώρες, που έχουν, άλλωστε, δεχθεί ολέθριο πλήγμα από την πανδημία. Την ίδια στιγμή, όμως, η συνεχιζόμενη διολίσθηση του δολαρίου είναι πρόβλημα για τις άλλες μεγάλες οικονομίες και κατά κύριο λόγο για την Ευρωζώνη και την Ιαπωνία, καθώς ενισχύονται το ευρώ και το γιεν. Προκαλεί, έτσι,  ανησυχία στις κεντρικές τράπεζές τους για τις διαφαινόμενες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους. Οταν συντασσόταν το παρόν, το ευρώ διολίσθαινε οριακά έναντι του δολαρίου μόλις κατά 0,05% και κυμαινόταν στο 1,18 δολ. Ακόμη και η οριακή αυτή πτώση, όμως, ήταν αποτέλεσμα της έντονης ανησυχίας που είχε εκδηλωθεί στους κόλπους της ΕΚΤ τις τελευταίες ημέρες και είχε πάρει δημοσιότητα με σχετικά ρεπορτάζ του διεθνούς Τύπου. Μέσα στην εβδομάδα το ευρώ βρισκόταν πλέον σε επίπεδο-ρεκόρ έναντι του καλαθιού των διεθνών νομισμάτων με ραγδαία την ενίσχυσή του έναντι του δολαρίου, καθώς είχε υπερβεί το 1,20 δολ.

Στελέχη της ΕΚΤ εξέφραζαν, έτσι, ανησυχία πως περαιτέρω ανατίμησή του θα πλήξει τις ευρωπαϊκές εξαγωγές και θα συμπιέσει περαιτέρω τις τιμές όταν ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης έχει υποχωρήσει ήδη σε αρνητικό πρόσημο. Δεν ήσαν μάλιστα λίγα τα στελέχη της τράπεζας που εξέφρασαν την έντονη ανησυχία τους για το ενδεχόμενο αυτή η εκτίναξη του ευρώ να αναστείλει την ανάκαμψη της Ευρωζώνης. Κάποια στελέχη έσπευσαν να αποδώσουν την ανεπιθύμητη εξέλιξη στη δυναμική που καλλιεργεί το Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ καθώς δημιουργεί προσδοκίες για πολύ ισχυρότερη ανάκαμψη της Ευρωζώνης έναντι άλλων οικονομιών. Εντονότερη ανησυχία εξέφρασε μέσα στην εβδομάδα ο επικεφαλής των οικονομολόγων της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, όταν τόνισε πως «αυτή τη στιγμή μπορεί να μην είναι ακόμη ανησυχητική η ανατίμηση του ευρώ, αλλά θα μπορούσε να εξελιχθεί σε πρόβλημα». Την ίδια στιγμή, βέβαια, υπάρχει και ο αντίλογος που στους κόλπους της ΕΚΤ εκφράστηκε διά στόματος της Ιζαμπέλ Σνάμπελ, μέλους της Εκτελεστικής Επιτροπής της τράπεζας. Η κ. Σνάμπελ εξέφρασε την εκτίμηση πως η υποτίμηση του δολαρίου θα δώσει τόσο μεγάλη ώθηση στο παγκόσμιο εμπόριο ώστε θα εξισορροπήσει πλήρως τυχόν συνέπειες στις εξαγωγές της Ευρωζώνης.

Ο ακήρυκτος νομισματικός πόλεμος-2
Ο επικεφαλής των οικονομολόγων της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν.

Σε δολάριο το 58% των συναλλαγματικών διαθεσίμων των κεντρικών τραπεζών

Σε ένα τόσο αβέβαιο περιβάλλον όσο αυτό που δημιούργησε η πανδημία ίσως δεν επαληθευθεί η πρόβλεψη της Ιζαμπέλ Σνάμπελ, στελέχους της ΕΚΤ, πως η υποχώρηση του δολαρίου θα δώσει τεράστια ώθηση στο διεθνές εμπόριο. Βασίζεται, ωστόσο, σε μια λογική συνεπαγωγή. Το δολάριο διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στο διεθνές εμπόριο επειδή τιμολογείται σε δολάρια πολύ μεγάλο μέρος των παγκόσμιων εμπορικών συναλλαγών και μάλιστα αυτών που δεν έχουν καμία σχέση με την αμερικανική οικονομία. Η Γκίτα Γκοπίνατ, επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ, μελέτησε στοιχεία για πάνω από το 50% του παγκόσμιου εμπορίου και διαπίστωσε πως το μερίδιο που τιμολογείται σε δολάρια είναι 4,7 φορές πολλαπλάσιο από το μερίδιο των ΗΠΑ στην αξία των παγκόσμιων εισαγωγών και τριπλάσιο από το μερίδιό τους στις εξαγωγές. Και βέβαια το δολάριο παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα αποθεματικό νόμισμα στον κόσμο. Οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο διατηρούν σε αυτό τουλάχιστον το 58% των επίσημων συναλλαγματικών διαθεσίμων τους, με ορισμένες εκτιμήσεις να υπολογίζουν πως το ποσοστό αυτό φτάνει στο 61%. Τα στοιχεία του διεθνούς συστήματος διατραπεζικών πληρωμών Swift φέρουν τα 2/5 των παγκόσμιων πληρωμών να γίνονται σε δολάρια.

Κατά καιρούς πολλοί έχουν ελπίσει πως κάποιο άλλο διεθνές νόμισμα θα υποκαθιστούσε το δολάριο τόσο ως νόμισμα συναλλαγών όσο και ως αποθεματικό νόμισμα. Ισως τις καλύτερες προοπτικές για κάτι τέτοιο είχε το ευρώ που έχει καταλάβει μια ικανοποιητική θέση στο παγκόσμιο εμπόριο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα των κεντρικών τραπεζών. Δεν έχει, όμως, ούτε κατά διάνοια πλησιάσει το δολάριο. Σχεδόν το μισό από το παγκόσμιο εμπόριο τιμολογείται σε ευρώ, αλλά αυτό αντανακλά κυρίως το μερίδιο του εμπορίου που αντιπροσωπεύουν οι χώρες-μέλη της Ευρωζώνης. 

Ως αποθεματικό νόμισμα, άλλωστε, τα τελευταία 12 χρόνια το μερίδιο του ευρωπαϊκού νομίσματος στα παγκόσμια συναλλαγματικά διαθέσιμα τείνει να διπλασιασθεί. Συνολικά, η αξία των διαθεσίμων σε ευρώ ανερχόταν σε 1,2 τρισ. δολάρια και σήμερα ανέρχεται σε 2,2 τρισ. δολάρια. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, όμως, τα αντίστοιχα ποσά συναλλαγματικών διαθεσίμων σε δολάρια αυξήθηκαν από τα 2,8 τρισ. δολάρια σε 6,7 τρισ. δολάρια.
Εδώ και μερικά χρόνια, το Πεκίνο έχει εκδηλώσει τη φιλοδοξία να αναδείξει το γιουάν σε παγκόσμιο νόμισμα ικανό να ανταγωνιστεί το δολάριο, αλλά προς το παρόν τουλάχιστον φαίνεται να αποτυγχάνει παταγωδώς. Το Πεκίνο έχει κατά καιρούς συνάψει διαφόρων ειδών συμφωνίες για συναλλαγές που δεν θα γίνονται σε δολάρια. Στόχος του είναι κυρίως να γίνονται στο κινεζικό νόμισμα και δευτερευόντως στα άλλα νομίσματα με χώρες των οποίων οι σχέσεις με την Ουάσιγκτον είναι τουλάχιστον τεταμένες, όπως η Ρωσία ή το Ιράν. Τα τελευταία στοιχεία καταδεικνύουν πάντως πως το μερίδιο του παγκόσμιου εμπορίου που τιμολογείται σε γιουάν παραμένει σαφώς κάτω του 20%. Ειδικότερα, τα τελευταία χρόνια μετά το εμπάργκο που της επέβαλαν Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες, η Ρωσία αποφεύγει το δολάριο στις συναλλαγές της και ιδιαιτέρως με την Κίνα. Κυρίως, όμως, έχει χρησιμοποιήσει το ευρώ και όχι το γιουάν. Τα τελευταία επτά χρόνια, η Κίνα έχει, άλλωστε, επιτρέψει στους ξένους επενδυτές με πρώτους τους Βρετανούς να διοχετεύσουν περίπου 13,1 δισ. δολάρια στις κινεζικές κεφαλαιαγορές. Αυτός ήταν ο τρόπος που βρήκε η Κίνα για να ενθαρρύνει τις κεντρικές τράπεζες να αυξήσουν το μερίδιο του γιουάν στα διαθέσιμά τους. Προκειμένου, όμως, να τονώσει την οικονομία της, η Κίνα αγοράζει δολάρια για να κρατήσει χαμηλή την ισοτιμία του γιουάν. Και ίσως αυτός να είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το αμερικανικό νόμισμα: η επιρροή που του ασκεί η Κίνα.

Αναταράξεις 

Στη διάρκεια του πρώτου έτους της θητείας του στο τιμόνι της υπερδύναμης, ο απρόβλεπτος Ντόναλντ Τραμπ προκάλεσε επανειλημμένως αναταράξεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες, δηλώνοντας δυσαρεστημένος από «το υπερβολικά ισχυρό δολάριο που θέτει τις ΗΠΑ σε ανταγωνιστικό μειονέκτημα». Ηταν η εποχή που κήρυττε εμπορικό πόλεμο στην Κίνα.

Το πρόβλημα

Ο ακήρυκτος νομισματικός πόλεμος-3

Το 1971 η ιστορική πλέον δήλωση του Τζον Κόναλι, τότε υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ επί κυβέρνησης Ρίτσαρντ Νίξον, για το δολάριο, «είναι το νόμισμά μας αλλά το δικό σας πρόβλημα», αναφερόταν στον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει το νόμισμα των ΗΠΑ στο διε-θνές εμπόριο, αλλά και ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και νόμισμα αναφοράς.

Οι δυνάμεις 

Αναφερόμενος στις «δυνάμεις που καθορίζουν την ισοτιμία ευρώ – δολαρίου» και εν ολίγοις την ενίσχυση του ευρώ, ο επικεφαλής των οικονομολόγων της ΕΚΤ τόνισε πως «επηρεάζουν τις προβλέψεις μας για την ανάπτυξη στην Ευρώπη και στην παγκόσμια οικονομία και παρεισφρέουν έτσι και στον καθορισμό της νομισματικής μας πολιτικής».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή