Μικρότερο πρωτογενές πλεόνασμα το 2023

Μικρότερο πρωτογενές πλεόνασμα το 2023

Κατεβαίνει ο πήχυς μετά τα μέτρα της ΔΕΘ, αλλά δεν επηρεάζεται ο στόχος για ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας

5' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Ροκανίζει» τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2023 η επιδότηση των λογαριασμών του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου.

Σε περίπτωση που η επιβάρυνση του 2023 είναι ίση με τη φετινή, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα σχεδόν θα μηδενιστεί. Ωστόσο, στο oικονομικό επιτελείο ευελπιστούν ότι η επιβάρυνση θα είναι μικρότερη και επομένως ή ζημία στο δημοσιονομικό αποτέλεσμα θα είναι περιορισμένη, με το πρωτογενές πλεόνασμα να διαμορφώνεται ίσως στην περιοχή του 0,7% του ΑΕΠ. Τα σχετικά στοιχεία θα αποτυπωθούν στο προσχέδιο του προϋπολογισμού που θα κατατεθεί στη Βουλή στις 3 Οκτωβρίου.

Σημειώνεται ότι στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, τον Απρίλιο, οπότε ετέθη ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ για το 2023, δεν είχε προβλεφθεί κονδύλι για επιδότηση ρεύματος.

Από τα υπόλοιπα μέτρα του 2023 που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, ύψους 3,6 δισ. ευρώ, τα 2 δισ. ευρώ έχουν ήδη προβλεφθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και το υπόλοιπο 1,6 δισ. εκτιμάται ότι θα καλυφθεί από την υπεραπόδοση των εσόδων, που υπολογίζεται στα 2 δισ. περίπου.

Τα συνολικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης ανέρχονται σε 13,2 δισ. ευρώ το 2022.

Μικρότερο πρωτογενές πλεόνασμα το 2023-1

Για φέτος, πάντως, η κυβέρνηση διατηρεί τον στόχο για πρωτογενές έλλειμμα 2% του ΑΕΠ, παρά την κατάθεση, σήμερα, συμπληρωματικού προϋπολογισμού 2,9 δισ. ευρώ. Αυτό εξασφαλίζεται χάρη στην υψηλή ανάπτυξη την οποία, όπως είπε χθες ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, η κυβέρνηση τοποθετεί πλέον στο 5,3% για φέτος, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 3,1%, και στο 2,1% για το 2023, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 4,8%. Την ίδια ώρα, είπε ο κ. Σταϊκούρας, ο ευρωπαϊκός μέσος όρος εκτιμάται στο 3,1% για το 2022 και στο 0,9% για το 2023. Με τα σημερινά δεδομένα, το ΑΕΠ της χώρας αναμένεται να προσεγγίσει τα 205 δισ. ευρώ φέτος, έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για 197 δισ.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο κ. Σταϊκούρας, τα συνολικά μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης ανέρχονται σε 13,2 δισ. ευρώ το 2022, με το δημοσιονομικό κόστος να φτάνει τα 4,3 δισ. ευρώ. Από τα 13,2 δισ. ευρώ, τα 10,6 δισ. ευρώ είναι το κόστος επιδότησης ρεύματος και φυσικού αερίου για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Εξάλλου, από τα μέτρα 5,5 δισ. ευρώ που ανακοινώθηκαν στη Θεσσαλονίκη από τον πρωθυπουργό, τα 3,65 δισ. ευρώ είναι μόνιμα μέτρα που περιλαμβάνουν μειώσεις φόρων και εισφορών και αυξήσεις μισθών και συντάξεων, ενώ 1,85 δισ. ευρώ είναι μη μόνιμα δημοσιονομικά μέτρα, εκ των οποίων 1,1 δισ. κατευθύνεται για το περιορισμό των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης. Από τα 2,9 δισ. ευρώ του συμπληρωματικού προϋπολογισμού, όπως είπε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, το 1,7 δισ. ευρώ αφορά το ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ τα υπόλοιπα θα κατευθυνθούν στο επίδομα Δεκεμβρίου για τους ευάλωτους συμπολίτες μας, στο επίδομα θέρμανσης, στην αύξηση των δικαιούχων του «Εξοικονομώ» και στη στήριξη αγροτών και κτηνοτρόφων.

Σε κύκλους οικονομικών αναλυτών, πάντως, διατυπώνονται και κάποιες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του υψηλού ρυθμού ανάπτυξης δεδομένου ότι αυτή στηρίζεται σε ποσοστό ρεκόρ περίπου 70% στην κατανάλωση καθώς και στον τουρισμό, την ίδια ώρα που το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εμφανίζει διευρυνόμενο έλλειμμα.

ΑΠΟΨΕΙΣ

Η χώρα δεν εκτροχιάζεται

Του Παναγιώτη Καπόπουλου* 

Είναι σημαντικό ότι η χώρα διαθέτει, στην κρίσιμη αυτή στιγμή, όπως στην πανδημία, δημοσιονομικό χώρο για να καλύψει τα προβλήματα που προκαλεί η ενεργειακή κρίση. Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν συνδυάζουν δύο πράγματα. Αφενός απαντούν στο πρόβλημα της ενεργειακής κρίσης με μεγάλη επάρκεια, ενώ παράλληλα, τόσο τα προηγούμενα όσο και τα νέα μέτρα, δεν δημιουργούν πρόβλημα στο μεγάλο ζήτημα της επενδυτικής βαθμίδας. Δηλαδή, η χώρα δεν εκτροχιάζεται, γιατί κατά τη γνώμη μου το μεγαλύτερο ζήτημα αυτή τη στιγμή είναι μέσα στο 2023, το πιθανότερο μετά τις εκλογές βέβαια, να επιτύχουμε την επενδυτική βαθμίδα. Αυτός είναι ο εθνικός στόχος.

Επίσης, το ότι δεν πάμε χειρότερα από τους άλλους είναι σημαντικό. Στην πανδημία αυξήσαμε το χρέος μας. Παρά ταύτα, όχι μόνο δεν απομακρυνθήκαμε από την επενδυτική βαθμίδα, αλλά αντιθέτως την πλησιάσαμε. Μπορείς επομένως να κάνεις δημοσιονομικές δαπάνες, αρκεί να μην ξεφεύγεις σε σχέση με τους άλλους.

Ενα ακόμη συμπέρασμα είναι πόσο σοβαρά ήταν τα μνημόνια για την Ελλάδα. Τώρα πια ξέρουμε ότι αν η Ελλάδα δεν είχε ρυθμίσει το χρέος της σε σταθερά επιτόκια και με μακροχρόνιες λήξεις, στην περίοδο αυτή της ανόδου των επιτοκίων θα ήταν πραγματικά σε κίνδυνο. Επομένως, όσο δεν γίνεται κανείς μαύρο πρόβατο, όσο δεν κάνει περισσότερες δαπάνες από τους άλλους, αλλά κάνει δαπάνες λελογισμένες, η θέση του βελτιώνεται, όπως έγινε στην πανδημία.

Αρα νομίζω ότι τα μέτρα αυτά είναι στη σωστή κατεύθυνση γιατί είναι και αναγκαία, και επαρκούν, και είναι και λελογισμένα για την ώρα.

Σε ό,τι αφορά την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023, με τις συνθήκες που επικρατούν τώρα δεν νομίζω ότι το 2023 θα είναι ένα έτος δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη. Οι αγορές δεν δουλεύουν όπως η τρόικα. Το θέμα δεν είναι αν θα κάνεις εσύ πλεόνασμα ή όχι, αλλά πόσο έλλειμμα σε σχέση με τους άλλους.
 
* Ο κ. Παναγιώτης Καπόπουλος είναι επικεφαλής οικονομολόγος της Alpha Bank.

Διατηρείται η δυναμική της ανάπτυξης

Του Παναγιώτη Ε. Πετράκη*

Η αφετηρία της αποτίμησης της πορείας της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί παρά να είναι τα πραγματικά αποτελέσματα του α΄ εξαμήνου του 2022, που ανέβασε τον ρυθμό μεγέθυνσης στο 7,7% μειώνοντας σημαντικά το ποσοστό της ανεργίας, ενώ ταυτοχρόνως αυξήθηκε ο ρυθμός απασχολησιμότητας. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει στο ύψος αυτό το 2022, παρ’ όλη την καλή επίδοση του τουρισμού, των επενδύσεων και των εξαγωγών, αφού τελικά εκτιμούμε ότι θα κυμανθεί για όλο το έτος γύρω στο 5,28%. Ηδη ο πληθωρισμός απομειώνει σχετικά την ιδιωτική κατανάλωση και κατ’ επέκταση την βιομηχανική παραγωγή, και αυτό έχει επιπτώσεις στην ανάπτυξη.

Και εδώ εισέρχεται και η ομιλία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, που επιδιώκει να διατηρήσει την αισιοδοξία στην πορεία της οικονομίας και κατ’ επέκταση την κατανάλωση παρεμβαίνοντας στο επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας (δημόσιες δαπάνες, κατώτατοι μισθοί), ξεκαθαρίζοντας τον στόχο της οικονομικής πολιτικής: Δεν θέλει να αφήσει την οικονομία να διολισθήσει, γιατί οι ζημίες που θα προκληθούν θα κοστίσουν στην κοινωνία πολύ περισσότερο να ανακατασκευαστούν από ό,τι να μην προκληθούν. 

Προφανώς αυτό γίνεται στην Ελλάδα με κόστος την αύξηση (αλλά πάντως συνετή) του πρωτογενούς ελλείμματος, που αναμένουμε να κινηθεί γύρω στο -2,45% για το 2022. Ομως η αύξησή του, που υπακούει και στις ανάγκες του πολιτικού κύκλου, εκτιμούμε ότι δεν προκαλεί εκτροχιασμό από την πορεία της βελτίωσης των δανειακών συνθηκών του χρέους. Εξάλλου το γεγονός ότι το χρέος είναι σ’ έναν μεγάλο βαθμό ρυθμισμένο (κόστος, διάρκεια, διακράτηση από θεσμούς) και το γεγονός ότι, παρά τις επανειλημμένες κρίσεις, τα χαρακτηριστικά βελτιώνονται (σχέση χρέους προς ΑΕΠ), μαζί και με τη διαθεσιμότητα των νέων εργαλείων της ΕΚΤ, έχουν προεξοφλήσει, σ’ έναν σημαντικό βαθμό, την αναβάθμιση του αξιοχρέου του.
 
* Ο κ. Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΚΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή