Το πλήγμα του πολέμου στη ρωσική οικονομία

Το πλήγμα του πολέμου στη ρωσική οικονομία

Η υποτίμηση στο ρούβλι και τα μεγάλα προβλήματα παρά την αύξηση του ΑΕΠ

3' 40" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Τα πάντα χρειάζονται για το μέτωπο», δήλωσε προσφάτως ο Ρώσος υπουργός Οικονομικών επαναλαμβάνοντας αυτό που έλεγαν οι Σοβιετικοί στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναφερόταν στις τελευταίες δαπάνες της κυβέρνησης. Η ρωσική κυβέρνηση εξακολουθεί να μιλάει για «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», αλλά ο νέος προϋπολογισμός της προδίδει πως η οικονομία αναδιατάσσεται πλήρως με γνώμονα τις ανάγκες του πολέμου. Σχεδόν το 1/3 των φετινών δαπανών, περίπου 109 δισ. δολ., θα διατεθεί για την «εθνική άμυνα», ενώ υπό άλλες συνθήκες θα προορίζονταν για τον τομέα της υγείας, την παιδεία, τα οδικά δίκτυα και άλλες υποδομές. Το 6% του ΑΕΠ της Ρωσίας διοχετεύεται στην πολεμική της μηχανή και είναι υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με το αντίστοιχο προ της εισβολής.

Από την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η οικονομία της Ρωσίας προσαρμόζεται σε νέες συνθήκες με εκπληκτική ταχύτητα. Ο μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος, η Ε.Ε., διέρρηξε τις οικονομικές της σχέσεις με τη Μόσχα, τις εφοδιαστικές αλυσίδες και τις πλέον αξιόπιστες πηγές εισοδήματος από το εξωτερικό. Η Ουάσιγκτον χρησιμοποίησε την ισχύ της για να «παγώσει» εκατοντάδες δισ. δολ. ρωσικών περιουσιακών στοιχείων και να αποκόψει τη χώρα από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σήμερα, 19 μήνες αργότερα, η ρωσική οικονομία έχει αποδειχθεί πολύ πιο ανθεκτική από όσο πίστευαν πολλοί στη Δύση όταν της επέβαλαν κυρώσεις. Η Μόσχα βρήκε άλλη πελατεία για το πετρέλαιό της. Διοχέτευσε χρήμα στην οικονομία με ραγδαίους ρυθμούς για να χρηματοδοτήσει την πολεμική της μηχανή, θέτοντας σχεδόν όλους τους εργάτες σε θέσεις εργασίας και αυξάνοντας την πληρωμή τους.

Η Τράπεζα της Ρωσίας υπολογίζει ότι το ΑΕΠ της θα αυξηθεί 2,5% φέτος υπερβαίνοντας την ανάπτυξη τόσο της Ε.Ε. όσο και των ΗΠΑ. Αυτά βέβαια είναι η μία πλευρά της πραγματικότητας. Οπως επισημαίνει η Λάουρα Σολάνκο, σύμβουλος στο Ινστιτούτο Οικονομιών σε Μετάβαση που ανήκει στην Τράπεζα της Φινλανδίας, «όταν μια οικονομία είναι σε πόλεμο, το ΑΕΠ της δεν είναι αξιόπιστο κριτήριο». Η ίδια εξηγεί ότι η παραγωγή όπλων αυξάνει το ΑΕΠ αλλά δεν βελτιώνει συνήθως την ποιότητα ζωής των ανθρώπων.

Σχεδόν το 1/3 των φετινών δαπανών, περίπου 109 δισ. δολ., θα διατεθεί για την «εθνική άμυνα», αντί για υγεία, παιδεία, υποδομές.

Η επίμονη ζήτηση για ξένο νόμισμα για την πληρωμή εισαγωγών και επενδύσεις έχει οδηγήσει το ρούβλι σε ραγδαία πτώση και την περασμένη εβδομάδα υποχώρησε κάτω από το ψυχολογικό όριο των 100 προς ένα δολάριο. Επιταχύνει, έτσι, τον πληθωρισμό. Η αύξηση των δημοσίων δαπανών και του δανεισμού έχει εντείνει τις πιέσεις σε μια οικονομία που ήδη υπερθερμαινόταν. Το καλοκαίρι η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια στο 13% για να ανακόψει τον πληθωρισμό. Ετσι όμως είναι πολύ πιο ακριβή για τις επιχειρήσεις η ανάπτυξή τους όπως και η πίστωση για τους καταναλωτές, και η ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί. Επιπλέον, οι καταναλωτές δυσκολεύονται να καλύψουν τις καθημερινές τους ανάγκες καθώς έχουν ακριβύνει τα βασικά είδη διατροφής όπως τα γαλακτοκομικά, το βούτυρο, το κρέας, ακόμη και το ψωμί. Δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή φέρει τους συνταξιούχους να παραπονούνται για τις υψηλές τιμές όχι μόνον του κρέατος και των πουλερικών αλλά και των φαρμάκων και των οικοδομικών υλικών.

Ενόψει των προεδρικών εκλογών του Μαρτίου, ο Βλαντιμίρ Πούτιν αναγνώρισε τον περασμένο μήνα ότι ο πληθωρισμός και η υποτίμηση του νομίσματος αποτελούν σοβαρό λόγο ανησυχίας. Οπως τονίζει ο Τσαρλς Λίχφιλντ, υποδιευθυντής τους Γεωοικονομικού Κέντρου του Ατλαντικού Συμβουλίου, η πτώση του βιοτικού επιπέδου «φέρνει σε δύσκολη θέση ακόμη και μια αυταρχική κυβέρνηση». Εφόσον η Ρωσία εισάγει μεγάλο εύρος προϊόντων, από κινητά τηλέφωνα και πλυντήρια μέχρι αυτοκίνητα, φάρμακα και καφέ, η υποτίμηση του νομίσματος «καθιστά δύσκολο για τους καταναλωτές να αγοράσουν αυτά που αγόραζαν στο παρελθόν». Το ρούβλι έχει, πάντως, ανακάμψει εν μέρει και τα επιτόκια έχουν μειωθεί. Η Ρωσία βρήκε πρόθυμους αγοραστές για το πετρέλαιό της, το υγροποιημένο φυσικό της αέριο και για άλλες πρώτες ύλες. Επιπλέον έχει επιδείξει μεγάλη επιδεξιότητα στο να παρακάμπτει το πλαφόν των 60 δολ. το βαρέλι που επέβαλαν οι χώρες του G7 στις πωλήσεις ρωσικού πετρελαίου και τώρα το πουλάει ακριβότερα.

Οπως επισημαίνει ο Σεργκέι Γκούριεφ, Ρώσος οικονομολόγος που έφυγε από τη χώρα το 2013 και σήμερα εργάζεται στο Παρίσι, «είναι δύσκολο να αποτιμήσει κανείς με ακρίβεια την κατάσταση της ρωσικής οικονομίας». Οσα οικονομικά μοντέλα υπάρχουν είχαν σχεδιασθεί πριν από τον πόλεμο και βασίζονταν σε εντελώς διαφορετικές υποθέσεις. Και είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς τι σημαίνει αυτό στην πράξη για τα ρωσικά νοικοκυριά. «Είναι δύσκολο να συγκρίνει κανείς την ποιότητα της ζωής πριν και μετά τον πόλεμο γιατί δεν μπορεί να ξέρει τι σκέφτονται οι Ρώσοι. Οι Ρώσοι φοβούνται».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή