Στο μεταίχμιο της ύφεσης η Ευρωζώνη

Στο μεταίχμιο της ύφεσης η Ευρωζώνη

Η ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή ενδέχεται να εκτινάξει τις τιμές πετρελαίου, επιβαρύνοντας την ήδη εύθραυστη οικονομία της

στο-μεταίχμιο-της-ύφεσης-η-ευρωζώνη-562697110

Με δύο πολέμους σε εξέλιξη σε γειτονικές περιοχές στην Ευρώπη και προπαντός στις πλέον νευραλγικές περιοχές του πλανήτη ως προς την ενεργειακή ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου και τον αντίκτυπό τους στην οικονομία της, η Ευρωζώνη ξεκινάει τον χειμώνα στο μεταίχμιο της ύφεσης. Η ανησυχία των οικονομολόγων δικαιολογημένη και η απόφαση της ΕΚΤ να «παγώσει» τα επιτόκια του ευρώ στα υφιστάμενα επίπεδα όχι απλώς αναμενόμενη αλλά δεδομένη. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της, Γερμανία και Γαλλία, εμφανίζουν ήδη μείωση της οικονομικής δραστηριότητας και συρρίκνωση, ενώ η Γερμανία, εδώ και καιρό «ο μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης, καταγράφει πτώση της παραγωγής και μαζικές απολύσεις στις επιχειρήσεις της. Στις αρχές του μήνα, το ΔΝΤ προέβλεψε επιβράδυνση της ανάπτυξης στις ανεπτυγμένες οικονομίες και την απέδωσε μερικώς στην επιβράδυνση της Ευρωζώνης που, όπως τόνισε, δεν επιδεικνύει την αντοχή της αμερικανικής οικονομίας στις αυξήσεις των επιτοκίων. Τα σημάδια και ο συνεπακόλουθος προβληματισμός ήταν ήδη εδώ από τον περασμένο μήνα, όταν στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου η ΕΚΤ προχώρησε στη δέκατη συναπτή αύξηση του κόστους του δανεισμού, εμπνέοντας σε πολλούς οικονομολόγους τη βεβαιότητα ότι η ύφεση είναι προ των πυλών της Ευρώπης.

Από τον Φεβρουάριο του 2022, η Ευρωζώνη έχει διανύσει μια επώδυνη πορεία στην προσπάθειά της να υποκαταστήσει με κάθε κόστος το ρωσικό φυσικό αέριο, έχει αντιμετωπίσει την αναπόφευκτη ενεργειακή κρίση που έπληξε τις γερμανικές βιομηχανίες, έχει δαπανήσει πολλά για να διασφαλίσει εναλλακτικούς προμηθευτές ενέργειας και ξεκινάει ένα δύσκολο χειμώνα. Αρχισε το τελευταίο τρίμηνο του έτους με το κόστος του δανεισμού να βρίσκεται πλέον στο 4% και τις διαβεβαιώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ πως θα παραμείνει σε αυτά τα υψηλά επίπεδα για πολύ καιρό. Οπως έχει διακηρύξει η ΕΚΤ σε όλους τους τόνους, υπάρχει πολύς δρόμος ακόμη μέχρις ότου υποχωρήσει ο πληθωρισμός στον στόχο του 2%, αν και οι αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων έχουν οδηγήσει σε αποκλιμάκωσή του στο 4,3%.

Το κόστος του δανεισμού βρίσκεται πλέον στο 4% και θα παραμείνει σε αυτά τα υψηλά επίπεδα για πολύ καιρό.

Και η συγκυρία κάθε άλλο παρά ευνοϊκή είναι. Ο νέος πόλεμος στη Μέση Ανατολή μπορεί να οδηγήσει σε εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου ανάλογα με τις διαστάσεις που θα πάρει και με το ποιες γειτονικές χώρες θα εμπλακούν. Μέχρι στιγμής, το σενάριο του πανάκριβου πετρελαίου και της συνεπακόλουθης εκτόξευσης του πληθωρισμού δεν δείχνει να επαληθεύεται. Οι τιμές του «μαύρου χρυσού» σημείωσαν μεν άνοδο αμέσως μετά τις επιθέσεις της Χαμάς στο Ισραήλ και υπερέβησαν τα 90 δολ. το βαρέλι, αλλά επέστρεψαν σύντομα στα προ του πολέμου επίπεδα.

Πολλοί οικονομολόγοι υπογραμμίζουν, άλλωστε, με αισιοδοξία τις θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα στην τρέχουσα συγκυρία της παγκόσμιας στροφής στην πράσινη ενέργεια και τη σημασία του «μαύρου χρυσού» σε παλαιότερους αραβοϊσραηλινούς πολέμους. Τίποτε και κανείς δεν εγγυάται, όμως, πως η νέα ανάφλεξη δεν θα προσθέσει άλλες πτυχές στα ενεργειακά προβλήματα της Ευρώπης και στη μάχη της με τον πληθωρισμό, και δεν θα καταφέρει νέο πλήγμα στην εύθραυστη οικονομία της.

Απολύσεις στη βιομηχανία

Οι εκτιμήσεις των οικονομολόγων για το τρίτο τρίμηνο του έτους συγκλίνουν σε μια συρρίκνωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0,1%. Αν επιβεβαιωθούν από τα επίσημα στοιχεία για την οικονομία της Ευρωζώνης, τότε θα πρόκειται για την πρώτη συρρίκνωση μετά την πανδημία. Τα τελευταία ανησυχητικά στοιχεία δόθηκαν στη δημοσιότητα μέσα στην εβδομάδα και φέρουν την οικονομική δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα της Ευρωζώνης να μειώνεται περαιτέρω, σε επίπεδα που σαφώς κατατείνουν σε ύφεση.

Ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών της S&P Global, που αντανακλά τη δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα, σημείωσε νέα πτώση στις 46,5 μονάδες. Υποχώρησε, εν ολίγοις, περαιτέρω ενώ βρισκόταν ήδη κάτω από το όριο των 50 μονάδων, που σηματοδοτεί την έναρξη της ύφεσης.

«Στην Ευρωζώνη, τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο», επισήμανε ο Σάιρους ντε λα Ρούμπια, επικεφαλής των οικονομολόγων της Hamburg Commercial Bank, και τόνισε πως «δεν θα μας εξέπληττε να δούμε μια ήπια ύφεση στην Ευρωζώνη με δύο συναπτά τρίμηνο αρνητικής ανάπτυξης».

Οι οικονομολόγοι «βλέπουν» συρρίκνωση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης το τρίτο τρίμηνο, πρώτη φορά μετά την πανδημία.

Μιλώντας στο Bloomberg, ο εν λόγω οικονομολόγος ανέφερε επίσης ότι «οι προσλήψεις στον ζωτικό τομέα των υπηρεσιών της Ευρωζώνης έχουν ουσιαστικά παγώσει», ενώ σε ό,τι αφορά τη μεταποίηση, «οι επιχειρήσεις όχι μόνο προχωρούν σε απολύσεις, αλλά εκπονούν σχέδια για τη συνολική μείωση του προσωπικού τους».

Πρόκειται για την πρώτη φορά ύστερα από σχεδόν τρία χρόνια, και συγκεκριμένα από τον Ιανουάριο του 2021, που καταγράφεται μείωση της απασχόλησης. Η πλέον ανησυχητική εικόνα αφορά τη Γερμανία, ο μεταποιητικός τομέας της οποίας εξακολουθεί να συρρικνώνεται ταχύτατα, ενώ συρρικνώνεται πλέον και ο τομέας των υπηρεσιών που τον Σεπτέμβριο σημείωνε ανάπτυξη. Ομοίως στη Γαλλία ο μεταποιητικός τομέας συρρικνώνεται με ταχύτατους ρυθμούς, καθώς έχει υποχωρήσει σημαντικά η ζήτηση. Οι έρευνες φέρουν μάλιστα τα στελέχη των βιομηχανιών να εκφράζουν απαισιοδοξία, με τις προσδοκίες να βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριάμισι ετών. Οι παραγγελίες υποχωρούν, άλλωστε, ραγδαία και στον τομέα των υπηρεσιών, ενώ την ίδια στιγμή οι τιμές προμηθευτών στη Γαλλία βρίσκονται σε ανησυχητικά επίπεδα.

«Οι τιμές βρίσκονται σε επικίνδυνο έδαφος», επισημαίνει ο Νόρμαν Λίμπκε, οικονομολόγος της Hamburg Commercial Bank, και εξηγεί πως στη Γαλλία «ο ρυθμός αύξησης των τιμών των πρώτων υλών όπως έχουν διαμορφωθεί όταν φτάνουν στην πόρτα του εργοστασίου έχει επιταχυνθεί για δεύτερο συναπτό μήνα και αιτία είναι η άνοδος των τιμών των καυσίμων και οι επίμονες αυξήσεις των μισθών».

«Μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης ξανά η Γερμανία

Αν για την Ευρωζώνη το υψηλό κόστος του χρήματος είναι πλέον ο καθοριστικός παράγων που την οδηγεί στην επιβράδυνση και στο μεταίχμιο της ύφεσης, η μεγάλη πληγή της είναι η οικονομία της Γερμανίας, που πάσχει πολύ πριν από τις αυξήσεις των επιτοκίων. Η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία διολισθαίνει σε ύφεση όχι εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων, αλλά λόγω εγγενών παθογενειών ή, αλλιώς, «προβλημάτων διαρθρωτικής φύσης», όπως τα χαρακτήρισε προ ημερών οικονομολόγος του γερμανικού ερευνητικού Ινστιτούτου Handelsblatt.

Η γερμανική οικονομία πλήττεται λόγω της μειωμένης ζήτησης από την Κίνα, μακροχρόνιο εταίρο της, που τα τελευταία χρόνια άρχισε να χαρακτηρίζει ανταγωνιστή και αντίπαλό της. Είναι, όμως, παράλληλα η κατεξοχήν ευρωπαϊκή οικονομία που επλήγη από την ενεργειακή κρίση και ειδικότερα από τη βαθιά ρήξη στο μακροχρόνιο ενεργειακό της ειδύλλιο με τη Ρωσία.

Η απουσία του φθηνού ρωσικού αερίου έχει κυριολεκτικά γονατίσει τις βιομηχανίες της.

Η απουσία του φθηνού ρωσικού αερίου, που επί δεκαετίες τροφοδοτούσε τη γερμανική οικονομία, έχει κυριολεκτικά γονατίσει τις βιομηχανίες της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, οι οποίες αναγκάστηκαν πρώτες να μειώσουν την παραγωγή τους όταν κλήθηκαν να περιορίσουν την κατανάλωση ενέργειας μέσα στο περασμένο έτος. Οι παθογένειές της δεν τελειώνουν εδώ, καθώς η Γερμανία πάσχει εδώ και πολλά χρόνια από ελλείψεις εξειδικευμένου προσωπικού, που υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών της αλλά και από απουσία δημοσίων επενδύσεων ιδιαιτέρως στις απαρχαιωμένες υποδομές της, όπως έχει επανειλημμένως υπογραμμίσει το ΔΝΤ. Προσφάτως, μάλιστα, άρχισε να χάνει τη λάμψη της η περίφημη γερμανική πειθαρχία, όταν τα άλλοτε φημισμένα τρένα της κατηγορήθηκαν για συστηματικές καθυστερήσεις και ακυρώσεις.

Τον τελευταίο χρόνο βρίσκεται, άλλωστε, αντιμέτωπη με ένα είδος υπαρξιακής απειλής, με το ενδεχόμενο μιας συντριπτικής αποβιομηχάνισής της εξαιτίας των εκτεταμένων επιδοτήσεων που προσφέρει η Ουάσιγκτον κατά κύριον λόγο, αλλά και η Κίνα, για να προσελκύσουν επενδύσεις. Ετσι, η Γερμανία γίνεται και πάλι «ο μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης όπως είχε χαρακτηριστεί τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990, όταν ήταν ακόμη νωπή η επανένωση των Γερμανιών και η χώρα βρισκόταν σε φάση προσαρμογής. Προ ημερών, το ΔΝΤ προέβλεψε πως η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 0,9% και θα επιστρέψει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης λίγο πάνω από το 1% μέσα στο επόμενο έτος. Οικονομολόγοι του Ταμείου επισήμαναν και πάλι, πάντως, «τα μακροχρόνια προβλήματα που εμποδίζουν την ανάπτυξή της». Δημοσκοπήσεις μεταξύ Ευρωπαίων οικονομολόγων, εξάλλου, κατατείνουν στην εκτίμηση πως η Γερμανία θα περάσει πέντε συναπτά τρίμηνα χωρίς να σημειώσει καμία ανάπτυξη, ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank, Κρίστιαν Σούινγκ, τόνισε προ ημερών πως η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία «χρειάζεται μεταρρυθμίσεις σχετικές με την ενέργεια, τις υποδομές, τη μεταναστευτική πολιτική και γενικώς τα πάντα».

Ο πόλεμος

Ερωτώμενη σχετικά με τις επιπτώσεις του νέου πολέμου στην οικονομία της Ευρωζώνης και στο ενδεχόμενο μια εκτόξευση των τιμών του πετρελαίου να επιταχύνει τον πληθωρισμό και να πλήξει την οικονομία, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τόνισε πως η Τράπεζα «παρακολουθεί και καταγράφει τον ενδεχόμενο αντίκτυπο στις οικονομίες μας, όπως και καταγράφουμε κάθε σύγκρουση για τον ίδιο λόγο».

1,7 τρισ. ευρώ η αξία των ομολόγων στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ, που εξετάζει να αρχίσει να πουλάει ή να διακόψει τις επανεπενδύσεις των εσόδων από το πρόγραμμα κατά της πανδημίας.

O πληθωρισμός

Ο Ντερκ Σουμάχερ, στέλεχος της Natixis, τόνισε πως «ο πληθωρισμός αποκλιμακώνεται αλλά ο νέος πόλεμος στη Μέση Ανατολή εγκυμονεί τον κίνδυνο της νέας επιτάχυνσής του, ενώ την ίδια στιγμή έχουν αυξηθεί οι κίνδυνοι που απειλούν την οικονομική ανάπτυξη της Ευρωζώνης και περιπλέκουν περαιτέρω την κατάσταση για την ΕΚΤ».

4,5% ήταν οι αυξήσεις που δόθηκαν σε μισθούς εργαζομένων στην Ευρωζώνη μέσα στο β΄ τρίμηνο του έτους.

Τα επιτόκια

Αναφερόμενος στους κινδύνους που απειλούν τελευταία την οικονομία στην Ευρωζώνη, ο Ανατόλι Ανένκοφ, οικονομολόγος στη Societe Generale, υπογράμμισε ότι «τα αυξανόμενα επιτόκια, οι αρνητικοί παράγοντες αλλά και η μεγάλη αστάθεια στην αγορά μπορούν να αποτελέσουν τις κυριότερες προκλήσεις για την τρέχουσα πολιτική της ΕΚΤ και τις προσπάθειες που καταβάλλει για να αποτρέψει την ύφεση».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή