ΚΕΠΕ: Αύξηση μισθών χωρίς να προκληθούν πληθωριστικές πιέσεις

ΚΕΠΕ: Αύξηση μισθών χωρίς να προκληθούν πληθωριστικές πιέσεις

«Καμπανάκι» για τη συνεχή συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού

2' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αύξηση των μισθών, προκειμένου να αποκατασταθεί κατά το δυνατόν η αγοραστική δύναμη των μισθωτών, χωρίς όμως να αυξηθεί περαιτέρω ο πληθωρισμός ή να επιδεινωθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας, λόγω αύξησης του μοναδιαίου κόστους εργασίας, προτείνει ο πρόεδρος του ΚΕΠΕ καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, στην εισαγωγή του στο τετραμηνιαίο περιοδικό του ΚΕΠΕ «Οικονομικές εξελίξεις».

Ο κ. Λιαργκόβας κάνει αναφορά στην πρόβλεψη του ΚΕΠΕ για αύξηση του ΑΕΠ φέτος κατά 2,2%, καθώς και για πληθωρισμό περίπου 3%, χωρίς να αναφέρεται σε συγκεκριμένο ποσοστό προτεινόμενης αύξησης του κατώτατου μισθού.

Σημειώνει πάντως ότι «είναι σκόπιμο η πολιτική ηγεσία να γνωρίζει εκ των προτέρων τις αναμενόμενες επιδράσεις από μια μεταβολή του κατώτατου μισθού», σημειώνοντας μάλιστα ότι η τρέχουσα συγκυρία «δεν απέχει και πολύ από τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης, με το σύνολο των πολιτικών λιτότητας που τη συνόδευσαν και τα οικονομικά βάρη που άφησε κληρονομιά».

Ο κ. Λιαργκόβας, με αφορμή σχετική μελέτη που δημοσιεύεται στην έκδοση, χτυπά «καμπανάκι» και για την αγορά εργασίας, λέγοντας ότι ναι μεν το ποσοστό απασχόλησης στην ηλικιακή ομάδα 15-64 ετών έχει φτάσει σε ιστορικά υψηλά, αλλά αυτή η αύξηση είναι εν μέρει αποτέλεσμα της μείωσης του πληθυσμού, «κάτι που προκαλεί ανησυχία επειδή η αυξημένη συμμετοχή στην αγορά εργασίας δεν φαίνεται να αποτελεί λύση».

Η συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού, κατά τον κ. Λιαργκόβα, «αποτελεί σημαντική πρόκληση, ενόψει των αυξανόμενων ελλείψεων προσωπικού που επισημαίνονται συχνά. Το 2023 οι απασχολούμενοι ως μισθωτοί αυξήθηκαν κατά 116.000, με την πλειονότητα των προσλήψεων να αφορά θέσεις πλήρους απασχόλησης.

Παρά τη μείωση του αριθμού των ανέργων τον τελευταίο χρόνο, ο αριθμός τους παραμένει υψηλότερος από το ελάχιστο της τελευταίας δεκαετίας, ενώ το ποσοστό ανεργίας, παρά τη γενική μείωσή του, παραμένει το δεύτερο υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.-27), μετά την Ισπανία. Αυτό υποδηλώνει ότι δεν υπάρχει περιθώριο για εφησυχασμό, καθώς η αγορά εργασίας αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις που απαιτούν συνεχή προσοχή και προσπάθειες για βελτίωση».

Ψηφιακή υστέρηση

Αλλη μια αδυναμία της ελληνικής οικονομίας που αναδεικνύεται στην έκδοση είναι η καθυστέρηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό της, ιδίως στον ιδιωτικό τομέα. Η σχετική μελέτη επικαλείται τον δείκτη DESI, ο οποίος κατατάσσει την Ελλάδα (το 2022) στην 25η θέση στην Ευρώπη, ενώ για το 2023 υπάρχει κατάταξη μόνο με βάση επιμέρους δείκτες, που είναι επίσης απογοητευτική.

Ετσι, η Ελλάδα κατέχει την 25η θέση σε ό,τι αφορά τη χρήση Διαδικτύου (81,9% έναντι 88,6% στην Ε.Ε.-27) και βρίσκεται στην τελευταία θέση, 27η, σε ό.τι αφορά τους ειδικούς σε ICT (2,5% έναντι 4,6% στην Ε.Ε.-27), στο σταθερό ευρυζωνικό δίκτυο τουλάχιστον 100 Mbps (20,3% έναντι 55,1%), στα σταθερά δίκτυα πολύ υψηλής χωρητικότητας VHCN (27,9% έναντι 73,4%) και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τουλάχιστον βασικό επίπεδο ψηφιακής έντασης (41,2% έναντι 69,1%).

Η χώρα πρέπει να επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό, σχολιάζει ο κ. Λιαργκόβας, προσθέτοντας ότι ειδικά ο ιδιωτικός τομέας «φαίνεται να διευρύνει το χάσμα από τους Ευρωπαίους ομολόγους του, τοποθετούμενος στις χαμηλότερες θέσεις στις ευρωπαϊκές κατατάξεις ψηφιακής ανάπτυξης».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή