Αδιακρίτως του σε ποιο βαθμό οφείλεται στην υπερπροσφορά πετρελαίου και στην επιβράδυνση της αύξησης της ζήτησης, όπως εκτιμά η πλειονότητα των αναλυτών, η ραγδαία υποχώρηση, κατά περίπου 28%, που έχει σημειώσει η τιμή του «μαύρου χρυσού» από τα υψηλά επίπεδα του Ιουνίου αποτελεί αδιαμφισβήτητα παράμετρο ικανή να αλλάξει τους όρους στην παγκόσμια οικονομία. Μόλις στα μέσα Ιουνίου, όταν εκτινάχθηκε η τιμή του πετρελαίου καθώς προήλαυναν οι τζιχαντιστές στην περιοχή όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο διυλιστήριο του Ιρακινού Κουρδιστάν, οι αναλύσεις επικεντρώνονταν στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια νέα εκτίναξη του «μαύρου χρυσού» στην ασθμαίνουσα ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας.
Μεγάλη πτώση
Τις τελευταίες εβδομάδες όμως, επικεντρώνονται στο ακριβώς αντίθετο, στον αντίκτυπο, κατά γενική ομολογία θετικό, που μπορεί να έχει η πτώση του πετρελαίου στην παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με τον Κρίστιαν Σουλτζ, κορυφαίο οικονομολόγο της τράπεζας Berenberg, μια πτώση κατά 10 δολάρια της τιμής του πετρελαίου θα οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0,1%, σε μια στιγμή που όλα τα στοιχεία είναι δυσοίωνα για την οικονομία της.
Σχετική μελέτη που εξεπόνησε ο Αντριου Κένινγχαμ, οικονομικός αναλυτής της Capital Economics, επιχειρεί να αποτιμήσει αριθμητικά τον αντίκτυπο για την παγκόσμια οικονομία και συμπεραίνει πως «πτώση κατά 10 δολάρια στην τιμή του πετρελαίου μεταφέρει το αντίστοιχο του 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ από τους πετρελαιοπαραγωγούς στους καταναλωτές πετρελαίου». Επεκτείνοντας την ανάλυσή του, ο Κένινγχαμ τονίζει πως η μεταβίβαση αυτή πλούτου θα επηρεάσει ευνοϊκά την παγκόσμια κατανάλωση επειδή, σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις, οι καταναλωτές τείνουν να δαπανούν περισσότερα όταν αυξάνεται το εισόδημά τους.
Βάσει της υπόθεσης ότι οι καταναλωτές θα δαπανήσουν το ήμισυ από τα ποσά που θα έχουν εξοικονομήσει χάρη στο φθηνότερο πετρέλαιο, ο Κένινγχαμ καταλήγει στο συμπέρασμα πως «μια πτώση της τιμής του πετρελαίου κατά 10 δολάρια θα ενισχύσει την παγκόσμια ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες κατά 0,2% ώς 0,3%» με όσα αυτό συνεπάγεται για την οικονομία. Την αύξηση της κατανάλωσης προεξοφλούν, άλλωστε, πως θα επιφέρει το φθηνό πετρέλαιο αναλυτές της Bank of America Merrill Lynch.
Παράλληλα, ο Αρθουρ Χέρμαν του Hudson Institute προεξοφλεί πως οι ευεργετικές συνέπειες του φθηνού πετρελαίου θα φανούν μέσα στο επόμενο έτος. Στην ανάλυσή του επικεντρώνεται στα οφέλη για τους Αμερικανούς καταναλωτές και εκτιμά πως η τιμή του Brent στα 80 δολάρια το βαρέλι συνεπάγεται κέρδη ύψους 600 δολαρίων σε κάθε αμερικανικό νοικοκυριό και 1,8 δισ. δολαρίων την ημέρα για την παγκόσμια οικονομία.
Αντίστοιχη έρευνα του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters, που εστιάζει περισσότερο στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά της Ευρωζώνης, συμπεραίνει ότι η υποχώρηση των τιμών του «μαύρου χρυσού» ισοδυναμεί με εξοικονόμηση έως 80 δισ. δολαρίων από τις εισαγωγές ενέργειας στα κράτη-μέλη. Οπως τονίζει, το περασμένο έτος οι εισαγωγές υδρογονανθράκων και λιθάνθρακα στην Ε.Ε. έφθασαν τα 500 δισ. δολάρια, εκ των οποίων τα τρία τέταρτα προορίζονταν για την κάλυψη των αναγκών σε πετρέλαιο. Υπολογίζει, έτσι, πως ήδη για το τρέχον έτος η αξία των εισαγωγών ενέργειας θα έχει μειωθεί κατά σχεδόν 25 δισ. δολάρια, στα 485 δισ. δολάρια. Σε ό,τι αφορά το επόμενο έτος, αν η τιμή του πετρελαίου είναι 90 δολάρια, σαφώς υψηλότερη της υφιστάμενης που κυμαίνεται στα 82 με 83 δολάρια το βαρέλι, προεξοφλεί μια περαιτέρω μείωση του κόστους των εισαγωγών στα 425 δισ. δολάρια.
Κλάδοι που ευνοούνται
Αλλη έρευνα του CBSNews.com υπολογίζει το συνολικό όφελος για την παγκόσμια οικονομία στα 2,8 δισ. δολάρια την ημέρα, βάσει της κατανάλωσης πετρελαίου που ανέρχεται παγκοσμίως στα 91 εκατ. βαρέλι την ημέρα και μιας τιμής στα 83 δολάρια το βαρέλι. Οπως, όμως, τονίζουν οι αναλυτές του CBSNews.com, αυτά τα 2,8 δισ. δολάρια την ημέρα θα είναι το όφελος για καταναλωτές, ναυτιλιακές και αερομεταφορές, αλλά στο ίδιο ύψος θα ανέρχεται η μείωση των εσόδων για τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες και τις πετρελαιοβιομηχανίες.
Πλήγμα για πετρελαιοπαραγωγούς
Η άλλη όψη του νομίσματος είναι το πλήγμα που θα δεχθούν οι πετρελαιοπαραγωγοί χώρες, ορισμένες εκ των οποίων βρίσκονται ήδη σε δεινή θέση. Ιδιαίτερη γεωπολιτική διάσταση έχει το θέμα για τη Ρωσία εξαιτίας της αντιπαράθεσής της με τις ΗΠΑ και την Ε.Ε. Η χώρα αντλεί το 50% των εσόδων της από τις εξαγωγές υδρογονανθράκων. Ιδιαιτέρως ευάλωτη σε οποιαδήποτε αλλαγή της τιμής του πετρελαίου, η ρωσική οικονομία, που ήδη φλέρταρε εδώ και μήνες με την ύφεση μετά και τις κυρώσεις που της επέβαλαν ΗΠΑ και Ε.Ε., εκτιμάται από την Bank of America πως θα συρρικνωθεί κατά 1,5% το επόμενο έτος.
Η μεγαλύτερη ρωσική τράπεζα, η Sberbank, υπολογίζει ότι για τον ισοσκελισμό του ρωσικού προϋπολογισμού η τιμή του πετρελαίου θα έπρεπε να υπερβαίνει τα 104 δολάρια το βαρέλι. Σε δεινή θέση βρίσκεται, παράλληλα, και η Βενεζουέλα που -σύμφωνα με εκτιμήσεις της Stratfor Global- για να εξακολουθήσει να αποπληρώνει τα χρέη της, πρέπει η τιμή του πετρελαίου να φθάνει τα 110 δολάρια το βαρέλι.