Η επένδυση της Microsoft και η ευκαιρία για την Ελλάδα

Η επένδυση της Microsoft και η ευκαιρία για την Ελλάδα

4' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Tην προηγούμενη εβδομάδα ανακοινώθηκε η απόφαση της Microsoft να υλοποιήσει μεγάλη επένδυση σε datacenters και υποδομές cloud computing στην Ελλάδα. Πρόκειται αναμφίβολα για μία επένδυση που έχει ιδιαίτερη σημασία σε ό,τι αφορά την αναβάθμιση της χώρας στο σχετικό παγκόσμιο χάρτη ψηφιακών υποδομών. Ίσως περισσότερη βαρύτητα από τις άμεσες θέσεις που δημιουργεί η επένδυση αυτή καθ’ αυτήν έχουν οι συνοδευτικές δράσεις που θα υλοποιηθούν για να την πλαισιώσουν, αλλά και ο συνολικός προσανατολισμός του τοπικού οικοσυστήματος προς αυτές τις υποδομές. Ουσιαστικά μπορεί να εξελιχθεί σε μία παρέμβαση αλλαγής τεχνολογικής κουλτούρας στο Δημόσιο, στις επιχειρήσεις, αλλά και στους πολίτες.

Αξίζει να αναφερθεί πώς η αξιολόγηση των θετικών επιδράσεων του cloud computing στην οικονομία δεν είναι κάτι που συζητείται σήμερα για πρώτη φορά. Ο υπογράφων είχε εκπονήσει μαζί με S.Danchev και Ν.Βεντούρη) πριν 10 σχεδόν χρόνια μελέτη που είχε αναθέσει η Microsoft Hellas στο ΙΟΒΕ με τίτλο «Η Ελλάδα σε νέα τροχιά: Τεχνολογία και Ανταγωνιστικότητα» και αφορούσε στην επίδραση των εφαρμογών Cloud Computing στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. 

Στη μελέτη είχε αναλυθεί το πώς οι τεχνολογίες cloud computing (CC) δημιουργούν ένα δυναμικό περιβάλλον διάθεσης υπηρεσιών, ανθεκτικό σε απότομες αυξομειώσεις της ζήτησης, χωρίς να επιβαρύνουν τον χρήστη με κόστος εξοπλισμού. To CC αποτελεί ίσως την επόμενη ριζική τεχνολογική καινοτομία που μπορεί να μεταβάλει καθοριστικά τον τρόπο λειτουργίας δημόσιων και ιδιωτικών οργανισμών βελτιώνοντας όχι μόνο τις παραγωγικές διεργασίες, αλλά και συνολικά το μοντέλο εργασίας.

Η υιοθέτηση τεχνολογιών CC μπορεί να μειώσει σημαντικά τις δαπάνες για hardware και software χωρίς δυσμενείς επιπτώσεις στην ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Λόγω του χαμηλού κόστους ενσωμάτωσης, το CC μπορεί να εφαρμοστεί αμέσως και στο δημόσιο τομέα, ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης. Επίσης οι εφαρμογές του CC μπορούν να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς με πολύ μικρότερο κόστος από το υφιστάμενο μοντέλο επενδύσεων μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ακόμα περισσότερες υπηρεσίες και τελικά να αποκτήσουν τεχνολογικό πλεονέκτημα.

Σύμφωνα με τη μελέτη, ακόμα και σε ένα σενάριο ήπιας υιοθέτησης του CC, αυτή η τεχνολογική εξέλιξη μπορούσε να αποφέρει ουσιώδη οφέλη στην ελληνική οικονομία. Με τη συγκέντρωση των IT δαπανών για εξοπλισμό, τεχνογνωσία και ενέργεια, το CC μπορεί να αποφέρει εξοικονόμηση κόστους ύψους 4,8 δις. ευρώ σε βάθος δεκαετίας. Επιπρόσθετα μέσω της αυξημένης επεκτασιμότητας των οικονομικών δραστηριοτήτων και την εξάλειψη των φραγμών για την είσοδο σε νέες αγορές, το CC μπορεί να αποφέρει πρόσθετο όφελος στην οικονομία ύψους 5 δις. ευρώ. Συνεκτιμώντας δευτερεύουσες επιδράσεις από την ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα, το συνολικό όφελος για την Ελλάδα από την υιοθέτηση CC, σύμφωνα με το σενάριο αναφοράς, θα μπορούσε να ανέλθει στα 16 δις. ευρώ και να συμβάλει με δημιουργία περίπου 38.000 θέσεων εργασίας.

Βεβαίως οι εκτιμήσεις αυτές είχαν προκύψει σε ένα διαφορετικό οικονομικό περιβάλλον. Όμως η κλίμακά τους ακόμα και σήμερα μπορεί να είναι αντίστοιχη. Σε κάθε περίπτωση όμως θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτά τα οφέλη δεν προκύπτουν αυτόματα, επειδή μία επιχείρηση αποφασίζει να επενδύσει σε μια χώρα. Απαιτούνται ταυτόχρονα ενέργειες σε επίπεδο επιχειρήσεων του κλάδου, αλλά και δημόσιων πολιτικών που προωθούν και ενθαρρύνουν την υιοθέτησή τους. Οι προτεραιότητες είναι:

1: Στοχευμένες εκστρατείες ενημέρωσης, για τις δυνατότητες και τα πλεονεκτήματα του CC καθώς πολίτες και επιχειρήσεις δεν είναι εξοικειωμένες με το CC, ακόμη και αν ήδη χρησιμοποιούν χωρίς να το γνωρίζουν κάποιες μορφές του..

2: Αντιμετώπιση ανησυχιών των διστακτικών χρηστών, καθώς ακόμα και οι υφιστάμενοι χρήστες προβληματίζονται για τα ζητήματα ασφαλείαςΓι’ αυτό και είναι απολύτως απαραίτητο να διασφαλίζεται εξαρχής το ανώτερο δυνατό επίπεδο ασφαλείας, αλλά ταυτόχρονα οι λύσεις που εφαρμόζονται να είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες του ελληνικού περιβάλλοντος και του αντίστοιχου μεγέθους επιχειρηματικότητας και Δημόσιας Διοίκησης. 

3: Ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων. Η γεφύρωση του ψηφιακού χάσματος μεταξύ του μικρού τμήματος του πληθυσμού και των επιχειρήσεων που υιοθετούν γρήγορα τις νέες τεχνολογίες και του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας που υστερεί θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να επωφεληθεί από τις νέες αυτές δυνατότητες. Οι δράσεις επίδειξης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης θα επιτρέψουν οι γενιές που σταδιακά ενσωματώνονται στην παραγωγική διαδικασία να εκκινούν από πλεονεκτικότερο επίπεδο δεξιοτήτων και τελικά να ανανεώσουν το υφιστάμενο ψηφιακό απόθεμα γνώσης στο ελληνικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα.

4: Δημιουργία κρίσιμης μάζας υποδομών και υπηρεσιών. Οι επενδύσεις σε ευρυζωνικές υποδομές θα πρέπει να ενισχυθούν, ώστε να επιτρέψουν την ανάπτυξη ακόμα πιο ελκυστικών ψηφιακών υπηρεσιών. Το Δημόσιο πρέπει να επενδύσει σε μεγάλα datacenters (G-Data Centers / G-Cloud), τα οποία θα συνιστούν μία νέα κεντροποιημένη υπολογιστική υποδομή που θα μπορεί να υποστηρίξει πλήθος λειτουργιών της Δημόσιας Διοίκησης και να ενοποιεί το πλήθος των διάσπαρτων μικρών πληροφορικών συστημάτων με λειτουργίες και ισχύ που μένει εν πολλοίς αναξιοποίητη. Πολύ σημαντικά οφέλη μπορούν να προκύψουν σε συγκεκριμένες λειτουργίες στη υγεία, στο σύστημα ασφάλισης, στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και στον φορολογικό μηχανισμό της χώρας. 

5: Διάδοση της χρήσης στο Δημόσιο. Νέες υπηρεσίες, μικρά πιλοτικά έργα επίδειξης εφαρμογών CC σχεδιασμένα για όλα τα στρώματα της δημόσιας διοίκησης, αλλά από ένα σημείο και μετά υποχρεωτική χρήση εφαρμογών για συγκεκριμένες λειτουργίες είναι απαραίτητες ώστε να ενισχυθεί η διάχυση των νέων τεχνολογιών στο Δημόσιο Τομέα.

Δυστυχώς το περιβάλλον εκείνης της εποχής ήταν μάλλον δυσμενές για παρόμοιες «πολυτελείς» συζητήσεις, καθώς στον δημόσιο διάλογο κυριαρχούσε το δίπολο μνημόνιο – αντιμνημόνιο. Χωρίς να μπορούμε να αξιολογήσουμε τις πιθανότητες επιτυχίας τέτοιων παρεμβάσεων τότε, είναι θετικό ότι έστω και μετά από 10 χρόνια, κινούμαστε πλέον πιο δυναμικά προς αυτή την κατεύθυνση.

  • Ο Άγγελος Τσακανίκας, είναι αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ, Διευθυντής Εργαστηρίου Βιομηχανικής και Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΒΕΟ)
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή