«Μέσω των μεταρρυθμίσεων η έξοδος στις αγορές»

«Μέσω των μεταρρυθμίσεων η έξοδος στις αγορές»

3' 32" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

 Δύο είναι οι παράμετροι που θα καθορίσουν το επενδυτικό και επιχειρηματικό κλίμα στην Ελλάδα, μακροπρόθεσμα. Πρώτον, η περαιτέρω μείωση της γραφειοκρατίας ώστε να γίνει η Ελλάδα πολύ πιο ελκυστική στους ξένους επιχειρηματίες, όχι σε σχέση με το παλαιό «εαυτό» της, αλλά με το υφιστάμενο καθεστώς άλλων ευρωπαϊκών χωρών, δηλώνει στην «Κ» ο διδάκτωρ Χόλγκερ Σμίτινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank. Η δεύτερη παράμετρος αφορά στο πολιτικό κλίμα. «Εξακολουθεί να υπάρχει πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα, αν και όχι στον ίδιο βαθμό σε σχέση με μία διετία πριν», λέει ο κ. Σμίτινγκ, συμπληρώνοντας ότι η αντιπολίτευση στην Ελλάδα τηρεί μια στάση που κανείς στο εξωτερικό δεν κατανοεί.

Eάν, όμως, η Ελλάδα παραμείνει στο μονοπάτι των μεταρρυθμίσεων, όπως προτείνει ο ΟΟΣΑ, και κερδίσει την αναγνώριση των επίσημων πιστωτών της, τότε θα καταφέρει να προχωρήσει στην έκδοση 5ετούς ομολόγου αυτό το φθινόπωρο.

Ο κ. Σμίτινγκ ξεκαθαρίζει πως ένα «κούρεμα» στον επίσημο τομέα σαν το PSI στον ιδιωτικό δεν θα επαναληφθεί ξανά. Υπολογίζει, όμως, ότι θα υπάρξει αλλαγή των όρων αποπληρωμής του χρέους, αρκεί να είναι συνεπής η χώρα με τις δεσμεύσεις της. Σε κάθε περίπτωση, τα περιθώρια φορολόγησης έχουν εξαντληθεί προ πολλού. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ελλάδα από το εξωτερικό θα ήταν μια επιδείνωση των συνθηκών στις αγορές της Τουρκίας λόγω των εξαγωγών στη γειτονική χώρα.

«Η Ελλάδα φαίνεται λιγότερο αρνητική στους επενδυτές του χρηματοοικονομικού τομέα, ιδιαίτερα μετά τα κεφάλαια επιτυχίας της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας», σχολιάζει ο κ. Σμίτινγκ. Μήπως, όμως, αυτό το ενδιαφέρον είναι βραχυπρόθεσμο και ευκαιριακό; «Θεωρητικά, οι χρηματοοικονομικές επενδύσεις προηγούνται των ξένων επιχειρηματιών με μακροπρόθεσμο ορίζοντα στην πραγματική οικονομία», απαντάει ο κ. Σμίτινγκ. «Πρώτα έρχονται οι βραχυπρόθεσμοι επενδυτές και μετά ακολουθούν οι μακροπρόθεσμοι, αν και παραμένει ακόμη άγνωστο εάν θα εξελιχθούν έτσι τα πράγματα στην Ελλάδα. Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να υποστηρίξει κανείς κάτι τέτοιο». Ο ίδιος παρατηρεί ότι έχει υπάρξει πρόοδος στην καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, αν και τα αποτελέσματα είναι μεικτά. «Σήμερα η Ελλάδα δεν είναι τόσο δύσκολη όσο ήταν στο παρελθόν. Ομως, δεν έχει γίνει ευκολότερη και πιο ευέλικτη από άλλες χώρες της Ευρώπης».

Το μεγάλο ερώτημα είναι εάν αυτό το θετικό κλίμα θα παραμείνει μετά τις εθνικές εκλογές στη χώρα. Το τρέχον κλίμα πολιτικής αβεβαιότητας δεν είναι, βέβαια, τόσο έντονο όσο ήταν προ διετίας. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα είναι πιο επίφοβη από άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου σε πολιτικό επίπεδο, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία. Πάντως, το κόστος εργασίας δεν ήταν ποτέ πρόβλημα για την Ελλάδα. «Μάλιστα, με την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας θα ενισχυθεί η προοπτική για αύξηση των μισθών. Υπάρχει μια σχετικά άμεση σχέση ανάμεσα στην ευελιξία του επιχειρείν και τους μισθούς των εργαζομένων», τονίζει ο ίδιος.

Θα υπάρξει «κούρεμα» στο ελληνικό χρέος που κατέχει ο επίσημος τομέας (OSI); Ο κ. Σμίτινγκ θεωρεί πως δεν θα υπάρχει κανένα τέτοιο περιθώριο, αλλά οι υπουργοί Οικονομικών της υπόλοιπης Ευρωζώνης είναι αποφασισμένοι να μη βρεθούν εκτεθειμένοι με το ελληνικό χρέος που έχουν στην κατοχή τους. «Δηλαδή, οι εταίροι της Ελλάδας προτίθενται να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για να μπορέσει η ελληνική οικονομία να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις της. Ετσι, φαίνεται να πορεύονται σε μια αλλαγή των όρων αποπληρωμής για να καταστεί βιώσιμο το χρέος». Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank διαβλέπει την έναρξη ανεπίσημων συνομιλιών για το OSI ανάμεσα στους υπουργούς Οικονομικών του ευρωπαϊκού Βορρά μετά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Παράλληλα, η Ελλάδα θα πρέπει να προτείνει λύσεις σε τεχνικά ζητήματα, όπως τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. «Αλλά για να ξεκινήσουν οι διαβουλεύσεις για μια αλλαγή των όρων αποπληρωμής του ελληνικού χρέους θα πρέπει η Αθήνα να πείσει την τρόικα ότι θα συνεχίζει τις ριζικές μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα και στην οικονομία», τονίζει ο κ. Σμίτινγκ.

Ο κ. Σμίτινγκ αναγνωρίζει, επίσης, πως υπάρχει μια κρίση ρευστότητας στις τράπεζες της περιφερειακής Ευρωζώνης, που θα αρχίσει να υποχωρεί από τα μέσα του έτους, όταν θα έχουν αποσαφηνιστεί οι προϋποθέσεις για τα τεστ κοπώσεως από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Προς το παρόν, οι τράπεζες παραμένουν επιφυλακτικές διότι, αν και έχουν προχωρήσει σε ανακεφαλαιοποιήσεις, δεν γνωρίζουν τι θα τους ζητηθεί από την ΕΚΤ για να περάσουν τα τεστ». Κατά τον κ. Σμίτινγκ, η ΕΚΤ θα παρέμβει δυναμικά εάν υπάρξει αποπληθωρισμός στην Ευρωζώνη, καταφεύγοντας σε μη συμβατικά μέσα. «Ομως, αποπληθωρισμός θα πυροδοτηθεί μόνο με νέα ύφεση, μια προοπτική αρκετά απόμακρη», καταλήγει ο κ. Σμίτινγκ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή